ΑΠΟΦΑΣΗ: 260/2020
Αριθμός κατάθεσης ανακοπής: ΜΕΙΜΠ…/….

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Μαριάννα Χαρίση, Πρωτόδικη, που ορίσθηκε από την Πρόεδρο Πρωτοδικών του Πρωτοδικείου Καρδίτσας, και από τη Γραμματέα Ευσταθία Ευαγγελάκη.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στην Καρδίτσα, την ….. Νοεμβρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: ……. του …….., κατοίκου …………, με ΑΦΜ-………. της Δ.Ο.Υ. ………, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Ανδρέα Βρόντου (του Δικηγορικού Συλλόγου Καρδίτσας με AM 249), συμπαρισταμένης και της ασκούμενης δικηγόρου Ειρήνης - Βασιλείας Κουτή (του Δικηγορικού Συλλόγου Καρδίτσας με AM 591).

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «……….», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ……….), με ΑΦΜ ……… της Δ.Ο.Υ. ……… και αρ. Γ.Ε.Μ.Η. …….. και εκπροσωπείται νόμιμα, πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία ……….., η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου ………. (του Δικηγορικού Συλλόγου …… με AM ……..).

Ο ανακόπτων ζητεί να γίνει δεκτή η από …….. και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……. ανακοπή του, που προσδιορίστηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο της …… και εγγράφηκε στο πινάκιο, οπότε αναβλήθηκε στην παρούσα δικάσιμο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ο ανακόπτων ζητεί, με την κρινόμενη ανακοπή του και για τους λόγους που ειδικότερα εκθέτει, να ακυρωθεί η υπ’ αριθ. ……. διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου ……, καθώς και η από ….. επιταγή προς πληρωμή που συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο εξ απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής, με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ’ ης η ανακοπή το ποσό των 244.809,32 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων για απαίτηση της που πηγάζει από σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου σε συνδυασμό με τις πρόσθετες αυτής πράξεις. Επίσης ζητεί να καταδικαστεί η καθ’ ης στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων.

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση ανακοπή, στο δικόγραφο της οποίας σωρεύονται ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής του άρθρου 632 ΚΠολΔ και ανακοπή κατά της εκτέλεσης του άρθρου 933 ΚΠολΔ, αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 632 παρ.1 εδ. α’, 633 παρ. 2 και 933 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ), κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ. Περαιτέρω, οι ανωτέρω ανακοπές παραδεκτά σωρεύονται στο ίδιο δικόγραφο, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 218 παρ. 1 και 632 παρ. 6 ΚΠολΔ, καθόσον υπάγονται στο ίδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο Δικαστήριο και δικάζονται με το ίδιο είδος διαδικασίας, επιπλέον δε η σύγχρονη εκδίκασή τους δεν επιφέρει κατά την κρίση του Δικαστηρίου σύγχυση (βλ. Πανταζόπουλο Στ., Η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, 2016, σελ. 426, όπου και παραπομπές σε νομολογία). Ως προς την ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ, αυτή ασκήθηκε εμπρόθεσμα δεδομένου ότι αντίγραφο εξ απογράφου της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής μετά σχετικής επιταγής επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 31/7/2018 (όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. ……… έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου ……..), η δε ανακοπή κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις ………. κι επιδόθηκε την ίδια ημέρα στην καθ’ ης (όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. ……… έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου …………), ήτοι η άσκηση της ολοκληρώθηκε εντός της προθεσμίας των δεκαπέντε εργάσιμων ημερών. Ομοίως δε και η ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι μετά την επίδοση της επιταγής προς πληρωμή έλαβε χώρα άλλη πράξη εκτέλεσης (άρθρο 934 παρ. 1 εδ. α' ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη ανακοπή να γίνει τυπικά δεκτή στο σύνολό της και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

Η καθ’ ης η ανακοπή αρνείται την ανακοπή και περαιτέρω ισχυρίζεται ότι η υπό κρίση ανακοπή ασκείται καταχρηστικά, καθώς ο ανακόπτων επικαλείται λόγους ανακοπής προφανώς αβάσιμους και αναπόδεικτους, παρόλο που ο ίδιος παραβίασε τις συμβατικές του υποχρεώσεις, αδιαφορώντας να πληρώσει τις αποδεδειγμένες οφειλές του. Ο ισχυρισμός αυτός παραδεκτά προτείνεται (262 ΚΠολΔ), πρέπει όμως να απορριφθεί ως μη νόμιμος, αφού τα περιστατικά που η καθ’ ης επικαλείται για τη θεμελίωσή του, και αληθή υποτιθέμενα, δεν συνδέονται και με περιστατικά που επαρκούν για να στηρίξουν την εφαρμογή του άρθρου 281 Α.Κ., επιπλέον δε τα όσα αναφέρονται δεν συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος κατά την έννοια της διάταξης αυτής, καθόσον η άσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος του ανακόπτοντος για δικαστική προστασία (άρθρο 20 § 1 Συντ) από μόνη της δεν συνιστά σε καμία περίπτωση κατάχρηση δικαιώματος (ΜΠ Θεσσαλ 3320/2015 ΤΝΠ Νόμος).

I. Κατά την αληθινή έννοια της διάταξης του άρθρου 281 του ΑΚ, η οποία έχει έντονο χαρακτήρα δημόσιας τάξης και σκοπεύει στην πάταξη της κακοπιστίας και της ανηθικότητας κατά την άσκηση κάθε δικαιώματος (ΟλΑΠ 17/1997, ΑΠ 1565/1997 ΕλλΔικ 39.1296, ΑΠ 1063/1996 ΕλλΔικ 38.601), το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε της άσκησής του και η διαμορφωθείσα κατά το διάστημα που μεσολάβησε πραγματική κατάσταση καθιστούν επαχθή τη μεταγενέστερη άσκησή του και ειδικότερα όταν η ανατροπή της διαμορφωθείσας πραγματικής κατάστασης, με την άσκηση του δικαιώματος, συνεπάγεται για τον υπόχρεο δυσβάστακτες συνέπειες καθ’ υπέρβαση προφανή των ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικοοικονομικό σκοπό του δικαιώματος, ώστε για την αποτροπή αυτών να κρίνεται, με γνώμονα την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη, επιβεβλημένη η θυσία του αξιουμένου δικαιώματος (ΟλΑΠ 1/1997, ΑΠ 2009/2009 ΕλλΔνη 2010.154, ΑΠ 205/2001 ΕλλΔικ 42.1571, ΑΠ 196/2001 ΕλλΔικ 42.1570, ΑΠ 1203/2000 ΕλλΔικ 43.126, ΑΠ 551/1998 ΕλλΔικ 39.1296, ΑΠ 477/1997 ΕΔΠ 1997.311). Γίνεται, δηλαδή, σε τελική ανάλυση στάθμιση των αντιτιθεμένων συμφερόντων των μερών και προκρίνονται εκείνα τα συμφέροντα που παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα για την κοινωνική τάξη και ευρυθμία (ΕφΠειρ 192/2000 ΕΔΠ 2000.149). Περαιτέρω, μόνο το γεγονός ότι η άσκηση του δικαιώματος στη συγκεκριμένη περίπτωση επιφέρει βλάβη έστω και μεγάλη στον οφειλέτη δεν μπορεί να αποτελέσει κατάχρηση δικαιώματος κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, παρά μόνο αν τούτο μπορεί να συνδυασθεί και με άλλες περιστάσεις, ως λ.χ. και όταν ο δανειστής δεν έχει συμφέρον στην άσκηση του δικαιώματος. Έλλειψη όμως συμφέροντος δεν μπορεί να υπάρχει όταν ο δανειστής, όπως έχει δικαίωμα από την σύμβαση, αποφασίζει να εισπράξει την απαίτησή του, διότι τούτο αποτελεί δικαίωμα συνυφασμένο με τη διαχείριση της περιουσίας του, τον τρόπο της οποίας (διαχειρίσεως) αυτός μπορεί να αποφασίζει, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει υπέρβαση και δη προφανής των αρχών της καλής πίστεως, των χρηστών ηθών και του οικονομικού και κοινωνικού σκοπού του δικαιώματος (ΑΠ 1472/2004).

II. Κατά το άρθρο 192 του Α.Κ., η σύμβαση συντελείται μόλις περιέλθει σ' αυτόν που πρότεινε η δήλωση περί αποδοχής της πρότασής του. Οι δε διατάξεις των άρθρων 195 και 196 του ΑΚ που αφορούν την τύχη της σύμβασης, αναφέρονται η μεν πρώτη στις περιπτώσεις της φανερός ασυμφωνίας, εκφράζουσα τον κανόνα ότι για την κατάρτιση σύμβασης απαιτείται η πρόταση και η αποδοχή να καλύπτονται αμοιβαίως, δηλαδή να υπάρχει συμφωνία των μερών ως προς όλα τα σημεία της συμφωνίας, ουσιώδη και επουσιώδη, επί των οποίων κατά την επίγνωση των μερών έπρεπε να υπάρχει συμφωνία, άλλως η σύμβαση εν αμφιβολία δεν είναι καταρτισμένη, η δε δεύτερη στις περιπτώσεις λανθάνουσας ασυμφωνίας, όπου, ενώ υπάρχει ασυμφωνία ως προς κάποιον επουσιώδη όρο, τα μέρη ή το ένα εξ αυτών διατηρούν την εντύπωση ότι έχει καταρτισθεί συμφωνία, οπότε ισχύει το συμφωνηθέν, υπό την προϋπόθεση ότι συνάγεται από τις περιστάσεις ότι η σύμβαση θα καταρτιζόταν και χωρίς τα μέρη να συμφωνήσουν επί του μη συμφωνηθέντος ως άνω επουσιώδους όρου. Εάν αντιθέτως στην τελευταία περίπτωση υπάρχει ασυμφωνία ως προς κάποιο ουσιώδη όρο, η σύμβαση δεν έχει καταρτισθεί (ΑΠ 1042/1982). Επομένως οι διατάξεις αυτές δεν ευρίσκουν έδαφος εφαρμογής, εάν δεν υφίσταται αμφιβολία ότι η σύμβαση, αρχική ή τροποποιητική αυτής, έχει καταρτισθεί και μάλιστα ανεξαρτήτως εάν έχει κενά ή αμφίβολα σημεία, που καλύπτονται δια της ερμηνείας αυτής κατά τα άρθρα 173 και 200 του ΑΚ ή, αντιστρόφως, ότι αυτή δεν έχει καταρτισθεί, λόγω ασυμφωνίας των μερών, κατά την περί τούτου δικαιοπρακτική τους βούληση (ΑΠ 1080/2018, ΑΠ 1340/1977).

Με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής του ο ανακόπτων εκθέτει τα εξής: Ότι μετά την καταγγελία της δανειακής σύμβασης και προ της εκδόσεως της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής ήλθε σε συμφωνία με την καθ’ ης, μετά από δική του πρωτοβουλία για εκ νέου ρύθμιση της οφειλής του, οπότε υπέβαλε σ’ αυτή σχετική αίτηση. Ότι περί τα μέσα Μάίου του 2018 κλήθηκε από τα αρμόδια όργανά της να υπογράψει νέο ιδιωτικό συμφωνητικό ρύθμισης οφειλής, το οποίο ενσωματώνει στην ανακοπή του, το οποίο πράγματι υπέγραψε την 29/5/2018, πλην όμως αιφνιδίως τον Ιούνιο του 2018 οι υπάλληλοι της καθ’ ης του ζήτησαν να τους γνωστοποιήσει στη σύμβαση αυτή αντίκλητο για την επίδοση των δικογράφων. Ότι όταν ο ίδιος αντέδρασε γιατί το θεώρησε καταχρηστικό, εν όψει του ότι είχε διορισθεί αντίκλητος στην αρχική σύμβαση, τότε η καθ’ ης αν και είχε ήδη υπογράφει εκ μέρους του η ως άνω σύμβαση, προέβη στην έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής και την κοινοποίηση της επιταγής προς πληρωμή, συμπεριφορά, η οποία είναι μη ανεκτή κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Παραδεκτά δε συμπληρώνει το λόγο αυτό ανακοπής με τις προτάσεις του ισχυριζόμενος ότι δικαιολογημένα είχε πιστέψει ότι μετά την υπογραφή της νέας σύμβασης δεν θα είχε πλέον κανένα πρόβλημα με την οφειλή του, αφού είχε εκπληρώσει όσα του είχαν ζητηθεί από τον διευθυντή και τους υπαλλήλους του τοπικού καταστήματος, ενώ τον επόμενο μήνα από τη σύναψης της σύμβασης αυτής του ζητήθηκε ο διορισμός αντικλήτου, παρόλο που κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων δεν του είχε ζητηθεί κάτι σχετικό. Ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι νόμιμος, ερειδόμενος στο άρθρο 281 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Περαιτέρω με τις νομίμως κατατεθείσες προτάσεις του ο ανακόπτων, αναφορικά με τον δεύτερο λόγο ανακοπής, ισχυρίζεται επιπλέον ότι με την έγγραφη κατάρτιση της νέας σύμβασης ρύθμισης χρεών με τους όρους που σ’ αυτή αναφέρονται, μετά την από …../2018 καταγγελία της αρχικής σύμβασης και πριν την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, επήλθε ηθελημένα η απόσβεση της απαίτησης της καθ’ ης από τις ένδικες συμβάσεις (αρχική σύμβαση δανείου και πρόσθετες πράξεις), αφού ο ίδιος ανέλαβε νέα υποχρέωση και είχε προηγηθεί η καταγγελία της αρχικής σύμβασης που είναι αποσβεστικός λόγος ενοχής στις διαρκείς συμβάσεις. Σε κάθε δε περίπτωση ισχυρίζεται ότι πρόκειται είτε για σύμβαση ανανέωσης, είτε για υπόσχεση αντί καταβολής, οπότε έπρεπε η καθ’ ης να ικανοποιηθεί πρώτα από την νέα σύμβαση και όχι να ανασύρει την παλαιό. Συνεπώς είναι ακυρωτέα η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής καθώς εκδόθηκε επί αποσβεσθείσας απαίτησης. Με δήλωση δε του πληρεξούσιου δικηγόρου του ενώπιον του ακροατηρίου ισχυρίστηκε ότι ο δεύτερος λόγος ανακοπής είναι λόγος περί αποσβέσεως της απαιτήσεως, άλλως καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος. Εντούτοις από την επισκόπηση του δεύτερου λόγου ανακοπής προκύπτει ότι ουδόλως περιέχονται οι ως άνω ισχυρισμοί περί αποσβέσεως της απαίτησης, ούτε ζητείται η ακύρωση της διαταγής πληρωμής για το λόγο αυτό. Συνεπώς ο εν λόγω ισχυρισμός περί απόσβεσης της απαίτησης της καθ’ ης απαραδέκτως (κατ’ άρθρον 224 ΚΠολΔ) προτείνεται με τις προτάσεις και ως εκ τούτου είναι απορριπτέος, καθώς δεν συνιστά συμπλήρωση των ισχυρισμών που προβάλλονται με τον δεύτερο λόγο ανακοπής - οι οποίοι κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα αφορούν στην καταχρηστική συμπεριφορά της καθ’ ης και ουδόλως στην απόσβεση της απαίτησής της - αλλά επιχειρείται η αναπλήρωση ελλειπόντων ισχυρισμών.

Από τα έγγραφα που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι διάδικοι αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής εκδόθηκε δυνάμει της με αριθμό ……….. σύμβασης τοκοχρεωλυτικού δανείου που καταρτίσθηκε στην ………μεταξύ του ανακόπτοντος και της καθ’ ης Τράπεζας, με την οποία του χορηγήθηκε δάνειο για αγορά οικοπέδου και κατασκευή/αποπεράτωση ακινήτου, ποσού 220.000 ευρώ με τους αναλυτικά σε αυτή αναφερόμενους όρους και συμφωνίες, αποπληρωτέο σε 360 μήνες και των πρόσθετων αυτής συμβάσεων τροποποίησης δανείου, οι οποίες υπεγράφησαν μεταξύ των διαδίκων προς διευκόλυνση του δανειολήπτη ανακόπτοντος και δη των από ……2010 πρόσθετης σύμβασης, από …..-2011 πρόσθετης πράξης, από …….- 2010 πρόσθετης πράξης, από …..2013, …….2014, …….-2015 προσθέτων πράξεων και της από …….2016 πρόσθετης πράξης ρύθμισης οφειλών. Στις ……-2018 η καθ' ης η ανακοπή κατήγγειλε την ένδικη σύμβαση δανείου και την πρόσθετη τελική πράξη ρύθμισής του, καθιστώντας ολόκληρο το ποσό της οφειλής του αιτούντος ληξιπρόθεσμο, εκκαθαρισμένο και απαιτητό. Το δε κατάλοιπο του δανείου ανερχόταν κατά το χρόνο της καταγγελίας στο συνολικό ποσό των 244.809,32 ευρώ και ακολούθως, αφού μετέφερε το ποσό αυτό σε οριστική καθυστέρηση, μετά από αίτησή της εξέδωσε την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής με την οποία ο ανακόπτων διατάχθηκε να της καταβάλει το ποσό αυτό έντοκα με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας και εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων, από την επομένη του οριστικού κλεισίματος του λογαριασμού ήτοι από 13-2-2018 μέχρι την εξόφληση καθώς και 5.139,04 ευρώ ως δικαστικά έξοδα έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Αντίγραφο εξ απογράφου αυτής της διαταγής πληρωμής μετά σχετικής επιταγής με τα ανωτέρω ποσά επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 31-7-2018. Προηγουμένως σε χρόνο μετά την καταγγελία της δανειακής σύμβασης και προ της εκδόσεως της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής ο ανακόπτων απευθύνθηκε στο κατάστημα ……….της καθ’ ης και επιδίωξε εκ νέου να συμφωνηθεί μεταξύ τους η ρύθμιση της οφειλής του. Η καθ’ ης ανταποκρίθηκε θετικά, οπότε στις 9/5/2018 κατέβαλε προς τούτο το ποσόν των 100 ευρώ και ακολούθως περί τα μέσα Μαΐου 2018 κλήθηκε στο ίδιο κατάστημα και του χορηγήθηκε από την καθ’ ης έντυπο αίτησης - πρότασης για ρύθμιση, το οποίο ο ίδιος υπέγραψε και το παρέδωσε στην καθ’ ης προκειμένου να αποσταλεί στην κεντρική διεύθυνση της για να εγκριθεί. Στη συνέχεια ο ανακόπτων την 29/5/2018 κλήθηκε στο κατάστημα ……. της καθ’ ης όπου ενημερώθηκε από τον διευθυντή του καταστήματος ότι η αίτηση ρύθμισης εγκρίθηκε, οπότε ο τελευταίος του παρέδωσε προς υπογραφή το από ……..2018 ιδιωτικό συμφωνητικό ρύθμισης οφειλής από καταγγελθείσα σύμβαση δανείου …………. Ακολούθως ο ανακόπτων, αφού διαπίστωσε ότι το περιεχόμενο της ρύθμισης ήταν σύμφωνο με όσα ο ίδιος και ο διευθυντής του καταστήματος είχαν προετοιμάσει και συμφωνήσει, υπέγραψε επιτόπου το εν λόγω ιδιωτικό συμφωνητικό και τα αντίγραφά του, πλην όμως ο ίδιος δεν έλαβε αντίγραφο της σύμβασης αυτής. Από την επισκόπηση του εγγράφου αυτού, που ο ανακόπτων ενσωματώνει στην ανακοπή του, προκύπτει ότι στον όρο Γ3 προβλέπεται ο διορισμός εκ μέρους του οφειλέτη ή/και του εγγυητή ενός τρίτου ως αντικλήτου, το δε σχετικό πεδίο όπου έπρεπε να αναγραφεί το όνομα του αντικλήτου είναι κενό. Ακολούθως στον επόμενο όρο (Γ4) προβλέπεται ότι οι όροι του ιδιωτικού αυτού συμφωνητικού, στο μέτρο που έρχονται σε αντίθεση με όρους της Σύμβασης, υπερισχύουν των τελευταίων, ενώ οι λοιποί όροι της Σύμβασης εξακολουθούν να ισχύουν. Περαιτέρω από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προκύπτει ότι κατά την ημέρα της υπογραφής του εν λόγω ιδιωτικού συμφωνητικού εκ μέρους του ανακόπτοντος, ήτοι την 29/5/2018, του επισημάνθηκε εκ μέρους της καθ’ ης ότι πρέπει να ορίσει αντίκλητο, παρόλο που υπήρχε διατυπωμένος ο όρος αυτός περί ορισμού αντικλήτου, οπότε το σχετικό πεδίο του αντικλήτου παρέμεινε κενό. Η καθ’ ης ισχυρίζεται ότι ουδέποτε ο ανακόπτων είχε πρόθεση να αποπληρώσει τις οφειλές του και ότι προσχηματικά ζήτησε τη ρύθμιση μετά την καταγγελία του δανείου του, επικαλούμενη ότι ενώ έλαβε αντίγραφο της ρύθμισης για να το μελετήσει με τον δικηγόρο του και ακολούθως εμφανίσθηκε στο κατάστημα λέγοντας πως «είναι μια καλή ρύθμιση» και την υπέγραψε, αρνήθηκε να συμπληρώσει το πεδίο του αντικλήτου που υπήρχε κενό, παρόλο που του είχε εξηγηθεί πολλάκις ότι πρέπει να το συμπληρώσει. Ωστόσο η καθ’ ης αφενός δεν αναφέρεται με σαφήνεια ότι οι σχετικές εξηγήσεις δόθηκαν στον ανακόπτοντα πριν την υπογραφή της σχετικής σύμβασης, αφετέρου προς απόδειξη του ισχυρισμού της αυτού δεν εισφέρει στο παρόν δικαστήριο κανένα αποδεικτικό μέσο. Ως εκ τούτου κρίνεται πειστικός ο ισχυρισμός του ανακόπτοντος ότι το πρώτον του ζητήθηκε από την καθ’ ης να δηλώσει αντίκλητο μετά από επτά ή οκτώ ημέρες από την υπογραφή του ιδιωτικού συμφωνητικού, ήτοι τον Ιούνιο του έτους 2018. Ο ανακόπτων στο αίτημα αυτό της καθ’ ης απάντησε ότι αντίκλητος υπήρχε, δεδομένου ότι στην αρχική σύμβαση είχε ορισθεί ως αντίκλητος ο λογιστής του …………. Άλλωστε και κατά την ανωμοτί του κατάθεση ενώπιον του ακροατηρίου αυτός ήταν ο βασικός ισχυρισμός του, ότι αντίκλητος υπήρχε. Από την εκτίμηση του συνόλου του αποδεικτικού υλικού το Δικαστήριο δεν δύναται να αχθεί σε ασφαλή κρίση ως προς το ότι ο ανακόπτων δήλωσε να οριστεί εκ νέου ως αντίκλητος ο …………… και ότι η καθ’ ης αρνήθηκε απαιτώντας να ορισθεί κάποιος άλλος. Τούτο διότι ο ισχυρισμός αυτός, τον οποίο αρνείται μετ’ επιτάσεως η καθ’ ης, προβλήθηκε το πρώτον ενώπιον του ακροατηρίου, δίχως όμως να αναφέρεται στην κρινόμενη ανακοπή, όπου με ευκρίνεια αναφέρεται ότι ο ίδιος είχε εξηγήσει στους υπαλλήλους της καθ’ ης ότι είχε οριστεί αντίκλητος στην αρχική σύμβαση και ότι ως προς το σημείο αυτό ισχύει η αρχική σύμβαση σύμφωνα και τη ρητή ρύθμιση του όρου Γ4. Από την άλλη πλευρά η καθ’ ης ενέμεινε στη θέση της να ορισθεί αντίκλητος, αρνούμενη να δεχθεί την ως άνω άποψη του ανακόπτοντος. Περαιτέρω από τους ισχυρισμούς της καθ’ ης δεν προκύπτει ότι οι αρμόδιοι υπάλληλοί της δεν προσυπέγραψαν το εν λόγω ιδιωτικό συμφωνητικό, καθώς η ίδια δεν αναφέρεται σε μη σύναψη της σύμβασης ρύθμισης αλλά σε μη ενεργοποίηση της σύμβασης, λόγω έλλειψης ορισμού αντικλήτου, οπότε κατά την άποψή της ουδέν αποτέλεσμα παράγει. Συνακόλουθα κρίνεται πειστική η κατάθεση του ανακόπτοντος ότι το από ……/2018 ιδιωτικό συμφωνητικό υπογράφηκε τόσο από τον ίδιο, όσο και από τον διευθυντή του τοπικού καταστήματος …….., πλην όμως δεν του χορηγήθηκε αντίγραφο της σύμβασης αυτής. Συνεπώς εν προκειμένω δεν υφίσταται αμφιβολία ότι η σύμβαση ρύθμισης καταρτίσθηκε την ……./2018 μεταξύ των διαδίκων, πλην όμως υπήρξε κενό ως προς τον ορισμό του αντικλήτου και εν τέλει η σύμβαση αυτή δεν ενεργοποιήθηκε. Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχείο II νομική σκέψη της παρούσας οι διατάξεις των άρθρων 195 και 196 ΑΚ που ρυθμίζουν την τύχη της σύμβασης, εάν υπάρχει φανερή ή λανθάνουσα ασυμφωνία μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, δεν ευρίσκουν έδαφος εφαρμογής, εάν δεν υφίσταται αμφιβολία ότι η σύμβαση έχει καταρτισθεί και μάλιστα ανεξαρτήτως εάν έχει κενά ή αμφίβολα σημεία, που καλύπτονται δια της ερμηνείας αυτής κατά τα άρθρα 173 και 200 του ΑΚ. Εν προκειμένω η σύμβαση ρύθμισης καταρτίσθηκε, το κενό δε που υπήρχε ως προς τον επουσιώδη όρο αυτής που αφορούσε τον ορισμό αντικλήτου καλυπτόταν με τη ρητή ρύθμιση του όρου Γ4 που παρέπεμπε στους όρους της αρχικής σύμβασης, που δεν ήταν αντίθετοι με όρο της σύμβασης ρύθμισης, ενώ ο αρχικά ορισθείς αντίκλητος εξακολουθούσε να είναι λογιστής του ανακόπτοντος και επιπλέον δεν είχε αλλάξει τόπο κατοικίας. Από κανένα δε αποδεικτικό στοιχείο δεν προκύπτει ότι ο ανακόπτων υπαναχώρησε από τη σύμβαση αυτή, η οποία άλλωστε είχε ευνοϊκούς όρους γι’ αυτόν. Επομένως με βάση τα ανωτέρω και συγκεκριμένα από την προηγηθείσα συμπεριφορά της καθ’ ης η ανακοπή, η οποία προέβη με τον ανακόπτοντα στη σύναψη της από ………../2018 σύμβασης ρύθμισης, δημιουργώντας στον τελευταίο την εύλογη πεποίθηση ότι αυτή θα ενεργοποιηθεί και ότι ο ίδιος θα καταβάλει την οφειλή του στην καθ’ ης σύμφωνα με τους όρους της εν λόγω σύμβασης, από τη μεταγενέστερη τροπή της στάσης της καθ’ ης με την απαίτηση να συμπληρωθεί ένας επουσιώδης όρος που είχε παραμείνει εν γνώσει της κενός κατά την κατάρτιση της σύμβασης και σε κάθε περίπτωση μπορούσε να καλυφθεί με βάση τον όρο Γ4 της σύμβασης αυτής σε συνδυασμό με την αρχική σύμβαση δανείου, τη μη ενεργοποίηση της σύμβασης ρύθμισης και των δυσμενών συνεπειών που επιφέρει η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του ανακόπτοντος, καθίσταται μη ανεκτή η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος της καθ’ ης η ανακοπή, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου και είναι αντίθετη με την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη. Συνακόλουθα πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο δεύτερος λόγος της κρινόμενης ανακοπής και να ακυρωθεί η από ……… διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου …… και η από ……… επιταγή προς πληρωμή που συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο εξ απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής. Γενομένου δεκτού του ανωτέρω λόγου ανακοπής παρέλκει η εξέταση του πρώτου λόγου ανακοπής. Τέλος πρέπει η καθ’ ης η ανακοπή να καταδικαστεί στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ανακόπτοντος (άρθρα 178, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων

ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την από ……. διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου …. και την από …. επιταγή προς πληρωμή που συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο εξ απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ’ ης η ανακοπή στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του ανακόπτοντος, τα οποία καθορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην …….. στις 22 Δεκεμβρίου 2020 σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Αριθμ 211/2020

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ

Αποτελούμενο από την Ειρηνοδίκη Μαρία Κοτρότσιου, που όρισε με πράξη της η Πρόεδρος Πρωτοδικών Καρδίτσας και τη Γραμματέα Ευαγγελία Γκουτζιούπα.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Σεπτεμβρίου 2020 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του αιτούντος: ……., ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Ανδρέα Βρόντου του Δικηγορικού Συλλόγου Καρδίτσας με Α.Μ. 249,  

Του καθ` ου η αίτηση: ………. ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου …….. του ...

Ο αϊτών με την από ….. αίτησή του που απευθύνεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (αριθμ καταθ ……..) ζητά να γίνει αυτή δεκτή.

Της αίτησης αυτής ορίστηκε δικάσιμος η 10-7-2020 και μετά από αναβολή η στην αρχή της παρούσας αναφερομένη κατά τη συζήτηση της οποίας οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά.

Μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφθηκε σύμφωνα με το Νόμο

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1118, 1119, 1121, 1045 ΑΚ, συνάγεται ότι μπορεί να αποκτηθεί εμπράγματο δικαίωμα υπέρ του εκάστοτε κυρίου άλλου ακινήτου που να παρέχει ωφέλεια σ' αυτόν, δηλαδή πραγματική δουλεία, συνεπεία της οποίας ο κύριος του δουλεύοντος φέρει το βάρος να ανέχεται κάποια χρησιμοποίηση του ακινήτου υπέρ του κυρίου του δεσπόζοντος. Το πιο πάνω εμπράγματο δικαίωμα μπορεί να συσταθεί με δικαιοπραξία ή με χρησικτησία, για την οποία εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για τη χρησικτησία στα ακίνητα. Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 1045ΑΚ , σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 974 και 975 του ίδιου Κώδικα, για την κτήση πραγματικής δουλείας με έκτακτη χρησικτησία απαιτείται οιονεί νομή επί εικοσαετία, η οποία προϋποθέτει φυσική εξουσίαση του κυρίου του δεσπόζοντος σε μέρη του δουλεύοντος και θέληση του οιονεί νομέα να ασκεί την εξουσίαση αυτή με διάνοια δικαιούχου, δηλαδή όπως αρμόζει σε κύριο δεσπόζοντος. Προς συμπλήρωση της εικοσαετίας προσμετράται, κατ' άρθρο 1051 ΑΚ, επί καθολικής ή ειδικής διαδοχής, και ο χρόνος χρησικτησίας του δικαιοπαρόχου. Εξάλλου κατά το άρθρο 1132 ΑΚ, αυτός που έχει δικαίωμα πραγματικής δουλείας έχει δικαίωμα, σε περίπτωση προσβολής να απαιτήσει από τον προσβολέα την αναγνώριση της δουλείας και την άρση της προσβολής, καθώς και την παράλειψη της στο μέλλον. Ως προσβολή, ειδικότερα, νοείται κάθε πράξη αντιτιθέμενη στην απαιτούμενη, για την άσκηση της δουλείας, πραγματική κατάσταση, δηλαδή κάθε πράξη περιέχουσα διατάραξη ή αφαίρεση της οιονεί νομής του δικαιούχου.

Με την κρινόμενη αίτηση, ο αϊτών ισχυρίζεται ότι τυγχάνει κύριος, νομέας και κάτοχος του περιγραφόμενού σε αυτή κατά θέση, έκταση και όρια ακινήτου, το οποίο απέκτησε με άτυπη δωρεά εν ζωή από τη μητέρα του άλλως με έκτακτη χρησικτησία κατά τις διατάξεις του ΑΚ. Ότι τόσο η δικαιοπάροχός του από τη δεκαετία του 1930, όσο και οι ίδιος προ 50 και πλέον ετών αντλούσαν νερό προς άρδευση του κτήματός του με διάνοια άσκησης δικαιώματος αντλήσεως ύδατος από τις πηγές Α και Β που βρίσκονται ενός αγροτεμαχίου ιδιοκτησίας …… και νυν κληρονόμων του, όπως αυτές εμφαίνονται στο τοπογραφικό διάγραμμα που προσαρτάται στην αίτηση και λεπτομερώς περιγράφονται σε αυτή, με αποτέλεσμα να έχει αποκτήσει ο αϊτών οιονεί νομή δουλείας άρδευσης από τις πηγές αυτές, δεδομένου ότι την εν λόγω οιονεί νομή ασκούσαν οι προκτήτορες του ακινήτου του, και, εν συνεχεία, ο ίδιος, ασκώντας το εν λόγω δικαίωμα επί των ανωτέρω πηγών, καλή τη πίστει και διανοία δουλειούχου, χωρίς ποτέ να εμποδιστεί στην άσκησή του ή να αμφισβητηθεί το δικαίωμά του αυτό. Πλην όμως ο καθ' ου, ο οποίος δεν είναι ιδιοκτήτης ούτε του δουλεύοντος ούτε του δεσπόζοντος ακινήτου, αλλά και ούτε άλλου ομόρου ακινήτου εγγύς των πηγών, το Πάσχα του 2020, αφαίρεσε και κατέστρεψε τον πλαστικό υδραγωγό που είχε ο αϊτών τοποθετημένο στην έξοδο της πρόχειρης δεξαμενής συλλογής του ύδατος από την πηγή Α, εφήρμοσε δε με δική του κατασκευή άλλο αγωγό (λάστιχο) και δι' αυτού οδηγεί πλέον όλο το νερό της πηγής Α προς άρδευση του ακινήτου του που βρίσκεται περί τα 500 μέτρα μακρύτερα και προς ανατολικά, με αποτέλεσμα να μην καθίσταται δυνατή στο εξής η άντληση του νερού από την πηγή αυτή, έτσι ώστε ο αϊτών να μην μπορεί να τα ποτίσει τις καλλιέργειές του. Έτσι ο καθ' ου με την παραπάνω ενέργειά του προσβάλλει το δικαίωμά του της οιονεί νομής δουλείας αντλήσεως ύδατος. Ζητά δε, επειδή υπάρχει επείγουσα περίπτωση να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα, να αναγνωρισθεί προσωρινά οιονεί νομέας αντλήσεως ύδατος από τις προαναφερόμενες πηγές και διοχετεύσεως αυτού δι' αγωγού δια μέσω του ανωτέρω ακινήτου κληρονόμων ………., μέχρι του ανωτέρω αγρού του, όπως και να αναγνωρισθεί το δικαίωμά του να εγείρει τα κατάλληλα και αναγκαία κατασκευάσματα στο δουλεύον, τόσο για την άντληση όσο και για τη διοχέτευση του νερού αυτών, να υποχρεωθεί ο καθ' ου να άρει την προσβολή του ως άνω δικαιώματος του αιτούντος δι' άρσεως και απομακρύνσεως κάθε κατασκευάσματος και αγωγού διοχετεύσεως που τοποθέτησε προς άντληση, συλλογή και διοχεύτευση του ύδατος εκ της πηγής Α, να απειληθεί εναντίον του καθ 'ου χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση για κάθε μελλοντική διατάραξη ή παραβίαση του διατακτικού της απόφασης που θα εκδοθεί και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική του δαπάνη.

Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η κρινόμενη αίτηση, παραδεκτά φέρεται για να συζητηθεί στο Δικαστήριο αυτό, που είναι τοπικά και υλικά αρμόδιο (άρθρα 29 και 733 ΚΠολΔ), με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 682 επ και 734 ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 975, 984, 989, 996, 1120 ΑΚ, 947 και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω, για να κριθεί αν είναι βάσιμη και από ουσιαστική άποψη.

Από τη χωρίς όρκο κατάθεση του αιτούντος, την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης, και εμπεριέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα, δημόσια και ιδιωτικά, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπ’ όψιν προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, και για ορισμένα εκ των οποίων γίνεται λόγος κατωτέρω, από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται, καθώς και από τα διδάγματα κοινής πείρας και λογικής, τα οποία το Δικαστήριο λαμβάνει υπ’ όψιν αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αϊτών, 84 ετών σήμερα, τυγχάνει κύριος, νομέας και κάτοχος ενός αγροτεμαχίου εκτάσεως 3.350,20τ.μ., που βρίσκεται στη θέση "…….." της Τ.Κ. …………., όπως αυτό εμφαίνεται στο από το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2017 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ……………, το οποίο προσαρτάται στην παρούσα αίτηση και συνορεύει γύρωθεν Βόρεια επί τεθλασμένης πλευράς 1-2-3-4 με ιδιοκτησία κληρονόμων …….., Δυτικά επί πλευράς 4-5-6-7-8-9 με ιδιοκτησία κληρονόμων …….., Νότια και Νοτιοδυτικά επί τεθλασμένης πλευράς 9-10-11-12 εν μέρει με ιδιοκτησία κληρονόμων ………. και ………. και Ανατολικά επί πλευράς 12-13-14-15-1 με ιδιοκτησία ……….. Το ακίνητο αυτό περιήλθε στον αιτούντα με άτυπη δωρεά εν ζωή από τη μητέρα του ……… προ 50 και πλέον ετών, έκτοτε δε ο αϊτών ασκούσε στο ακίνητο αυτό συνεχώς και αδιαλείπτως και χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από κανέναν όλες τις διακατοχικές πράξεις που προσιδιάζουν στη φύση και προορισμό του και ειδικότερα το επισκεπτόταν, το περιέφρασσε, το καθάριζε, καλλιεργούσε αυτό με καλλιέργειες δημητριακών, καλαμποκιού και οπωροκηπευτικών και το αποτύπωνε σε διαγράμματα. Έτσι ο αϊτών κατέστη κύριος του ακινήτου αυτού με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Στη δε μητέρα του είχε περιέλθει το παραπάνω ακίνητο από την κληρονομιά του παππού της ……….. και δυνάμει της υπ'αριθμ. ……….. δημόσιας διαθήκης του που συντάχθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου …………, την οποία κληρονομιά αποδέχθηκε δι' αναμείξεως και υπεισελεύσεως σε αυτή, ασκούσε δε από το χρόνο θανάτου του παππού της, από τη δεκαετία του 1930 και μετέπειτα, συνεχώς και αδιαλείπτως και χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από κανέναν όλες τις διακατοχικές πράξεις που προσιδιάζουν στη φύση και προορισμό του, όπως το επισκεπτόταν, το περιέφρασσε, το καθάριζε, καλλιεργούσε αυτό με καλλιέργειες δημητριακών, καλαμποκιού και οπωροκηπευτικών. Για την άρδευση του ως άνω αγρού του αιτούντος, χρησιμοποιούνταν τόσο από τους δικαιοπαρόχους του αιτούντος όσο και από τον ίδιο τον αιτούντα, νερό εκπηγάζον από πηγή δυτικά του ακινήτου του (πηγή Α), αναβλύζουσας εντός ιδιοκτησίας ….. και νυν κληρονόμων του και σε απόσταση περί τα 30 μέτρα από την κορυφή με αρ. 9 του προαναφερόμενού σχεδιαγράμματος. Το νερό αυτό αφού συλλέγονταν σε χειροποίητη μόνιμη υδρομάστιγα στο σημείο εκπήγασης εντός του ακινήτου …….., στη συνέχεια διοχετεύονταν προς τον αγρό του αιτούντος, μέσω χωμάτινου υδραύλακος-αγωγού με κατεύθυνση ανατολική. Στο ανωτέρω σημείο-κορυφή 9 του ακινήτου του αιτούντος, το διοχετευόμενο με τον τρόπο αυτό προς το ακίνητο νερό, ενώνεται μέσω αύλακος και πάλι με άλλη ποσότητα νερού εκπηγάζουσα από άλλη πηγή (πηγή Β) εντός της ίδιας ως άνω ιδιοκτησίας …. και σε απόσταση 15 μέτρων περίπου νότια αυτού, εν συνεχεία δε η συνολική ποσότητα νερού διοχετεύονταν και πάλι μέσω αύλακος και με βορειοανατολική πορεία κατά μήκος των συνόρων 9-10-11 του ακινήτου του αιτούντος και εισέρχονταν σε αυτό από το σημείο 11, από όπου και διακλαδίζονταν εντός αυτού δι' αυλάκων στην καλλιέργεια του αιτούντος. Οι θέσεις των πηγών Α και Β εντός του όμορου ακινήτου …… σε σχέση με το ακίνητο του αιτούντος, καθώς και η πορεία που ακολουθεί το νερό για να εισέλθει στο ακίνητο του αιτούντος, εμφαίνονται στο πρόχειρο σκαρίφημα του ιδίου ως άνω πολιτικού μηχανικού …… επί αεροφωτογραφίας ετών 2007-2009 και σε όμοιο αεροφωτογραφίας ετών 1945-1960, τα οποία επισυνάπτονται στην αίτηση. Τα τελευταία δε 20 έτη ο αϊτών διοχετεύει το νερό στο κτήμα του κατά την ίδια ως άνω πορεία από τις ίδιες ανωτέρω πηγές του ξένου κτήματος, αλλά μέσω σωλήνωσης (λάστιχο) στη Θέση των παλαιών χωμάτινων υδραυλάκων. Το δικαίωμα άντλησης και χρήσης του νερού των πηγών αυτών για την άρδευση του κτήματος του αιτούντος, ρητά αναφέρεται στην προαναφερόμενη υπ' αριθμ. ……. δημόσια διαθήκη που συντάχθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου …………. Ειδικότερα ο απώτερος δικαιοπάροχος του αιτούντος ………., με την ως άνω διαθήκη του, εγκατέστησε, μεταξύ άλλων, κληρονόμο της περιουσίας του, πλην της μητέρας του αιτούντος κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα και τον υιό του ………… στον οποίο κατέλιπε να λάβει έναν αγρό, όμορο του ανωτέρω αγρού του αιτούντος, που βρίσκεται στη ίδια ως άνω θέση "…….." της Τ.Κ. ……….., με τις ευρισκόμενες σε αυτό δύο βρύσεις, από τις οποίες η εγγονή του ………. (μητέρα του αιτούντος) και ο υιός του ……….. θα έχουν αμφότεροι δικαίωμα να λαμβάνουν το 1/3 του ύδατος. Ο όρος αυτός, που ρητά αναγράφεται στην ως άνω διαθήκη, αποτελεί σύσταση δουλείας αντλήσεως ύδατος, η οποία όμως δεν περιβλήθηκε τον συμβολαιογραφικό τύπο. Πλην όμως τόσο ο αϊτών προ 50 και πλέον ετών όσο και η δικαιοπάροχος του, τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1930, αντλούσαν νερό προς άρδευση του ως άνω κτήματος του αιτούντος με διάνοια άσκησης δικαιώματος αντλήσεως ύδατος από τις πηγές Α και Β που βρίσκονται ενός αγροτεμαχίου ιδιοκτησίας ……….. και νυν κληρονόμων του, με αποτέλεσμα να έχει αποκτήσει ο αϊτών οιονεί νομή δουλείας άρδευσης από τις πηγές αυτές, δεδομένου ότι την εν λόγω οιονεί νομή ασκούσαν οι προκτήτορες του ακινήτου του, και, εν συνεχεία, ο ίδιος, ασκώντας το εν λόγω δικαίωμα επί των ανωτέρω πηγών, καλή τη πίστει και διανοία δουλειούχου, χωρίς ποτέ να εμποδιστεί στην άσκησή του ή να αμφισβητηθεί το δικαίωμά του αυτό, εν γνώσει του όμορου ιδιοκτήτη ………. και των κληρονόμων του. Έτσι, προσμετρώντας και το χρόνο άσκησης οιονεί νομής δουλείας αντλήσεως ύδατος της δικαιοπαρόχου μητέρας του, απέκτησε ο αϊτών με έκτακτη χρησικτησία (κατόπιν 80ετούς και πλέον οιονεί νομής) εμπράγματο δικαίωμα δουλείας αντλήσεως ύδατος σε βάρος του γειτονικού ακίνητου ιδιοκτησίας ……….. και νυν κληρονόμων του. Κατόπιν των ανωτέρω αναφερόμενων ο ισχυρισμός του καθ' ου ότι ουδέποτε έχει συσταθεί δουλεία αντλήσεως ύδατος υπέρ του ακινήτου του αιτούντος, απορρίπτεται ως ουσία αβάσιμος.

Περαιτέρω ο καθ'ου ισχυρίζεται ότι η κληρονόμος του ………., ……….., ουδέποτε επέτρεψε στον αιτούντα να αντλήσει νερό από τις επίδικες πηγές, αλλά ότι η ίδια εκχώρησε εδώ και 30 έτη το δικαίωμα λήψης νερού στον πατέρα του καθ' ου και μετέπειτα στον καθ' ου, προς απόδειξη δε του ισχυρισμού του προσκομίζει δύο έγγραφες δηλώσεις της ………. με ημερομηνίες 30-5-2018 και 3-7-2020, με το ανωτέρω περιεχόμενο. Ο ισχυρισμός αυτός του καθ' ου κρίνεται αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτίμησης, διότι ο καθ' ου δεν αναφέρει αν η ………. είναι η μοναδική κληρονόμος του ……….., ώστε να μπορεί να παραχωρήσει μόνη της το ως άνω δικαίωμα ή αν είναι συγκληρονόμος του απώτερου δικαιοπαρόχου της. Επίσης δεν αναφέρει ποιο είναι το δικαίωμα (εμπράγματο ή ενοχικό) το οποίο του μεταβίβασε η ………, βάσει του οποίου ο καθ' ου έχει δικαίωμα άρδευσης από τις πηγές που βρίσκονται στο εν λόγω ακίνητο.

Αριθμός αποφάσεως

247/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ολυμπία Κώστα, Πρόεδρο Πρωτοδικών.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……., χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση:

ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: …………., ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του …………, 

ΤΗΣ ΚΑΘ’ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: ………, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Ανδρέα Βρόντου.....

Ο αιτών ζητεί να γίνει δεκτή η από …….. ανακοπή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό καταθέσεως ……… και προσδιορίστηκε προκειμένου να εκδικασθεί για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.

Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικώς τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

I. Η διάταξη του άρθρου 693 του ΚΠολΔ όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο πέμπτο άρθρου 1 Ν.4335/2015 (έναρξη ισχύος : 1-1-2016) ορίζει ότι « Αν το ασφαλιστικό μέτρο έχει διαταχθεί πριν από την άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση, ο δικαστής που το διατάσσει μπορεί να ορίσει, κατά την κρίση του, προθεσμία για την άσκησή της, όχι όμως μικρότερη από τριάντα (30) ημέρες. 2. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της παραγράφου 1 αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο, εκτός αν ο αϊτών μέσα στην προθεσμία αυτή επιδώσει διαταγή πληρωμής». Μετά την τελευταία τροποποίηση του ΚΠολΔ, δεν είναι πλέον υποχρεωτική η άσκηση αγωγής μετά την απόφαση ασφαλιστικών μέτρων (693 § 1 ΚΠολΔ ) και επομένως η λήψη του ως άνω ασφαλιστικού μέτρου μπορεί να οδηγήσει σε de facto οριστική ρύθμιση της κατάστασης. Πλέον ο κανόνας είναι ότι η άσκηση αγωγής και η προθεσμία ασκήσεώς της επαφίεται στην ευχέρεια του Δικαστηρίου που εκδικάζει την αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων.

Η υποχρεωτική άσκηση αγωγής παραμένει, όμως, αμετάβλητη στις ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις των άρθρων 715 παρ. 5, 727 και 729 παρ. 5 του ΚΠολΔ [βλ αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4334/2015» (Α'80) ]. Η τελευταία ως άνω διάταξη (729 παρ. 5) ρυθμίζει, εκτός άλλων, τις περιπτώσεις προσωρινής επιδίκασης απαιτήσεων (άρθρο 728 παρ 1 ΚΠολΔ ) στις οποίες υπάγονται και οι απαιτήσεις διατροφής οφειλόμενης από το νόμο (βλ. άρθρο 728 εδ. α ΚΠολΔ ). Ειδικότερα, στην παρ. 5 του άρθρου 729 του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο πέμπτο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) ορίζεται ότι « 5. Μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την επίδοση της απόφασης που επιδικάζει προσωρινά απαίτηση ή μεταρρυθμίζει προσωρινά απόφαση κατά το άρθρο 728 παρ. 2, εκείνος υπέρ του οποίου έγινε η προσωρινή επιδίκαση ή μεταρρύθμιση οφείλει να ασκήσει αγωγή για την απαίτηση που επιδικάστηκε ή για τη μεταρρύθμιση της απόφασης. Η απόφαση παύει αυτοδικαίως να ισχύει, αν περάσει άπρακτη η προθεσμία αυτή. Δεν απαιτείται να ασκηθεί αγωγή, αν αυτή έχει ασκηθεί». Επομένως, στις περιπτώσεις προσωρινής επιδίκασης απαιτήσεων η άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας για την άσκηση αγωγής για την κύρια υπόθεση έχει ως νόμιμη συνέπεια την αυτοδίκαιη άρση των ασφαλιστικών μέτρων που διατάχθηκαν, δηλαδή αυτά παύουν πλέον αυτοδικαίως να ισχύουν, είτε εκτελέσθηκαν εν τω μεταξύ, είτε όχι. (Σημειωτέον ότι η διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 729 του ΚΠολΔ πριν να αντικατασταθεί από το άρθρο 1 άρθρο πέμπτο παρ. 2 του Ν. 4335/2015 έτασσε προθεσμία για την άσκηση τακτικής αγωγής 30 ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων). II) Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 702 παρ. 1 του ΚΠολΔ «Διαφορές που αφορούν την εκτέλεση απόφασης που διατάζει ασφαλιστικά μέτρα ή ανακαλεί ολικά ή εν μέρει απόφαση γι’ αυτά δικάζονται από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ.

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ .....

ΑΓΩΓΗ (διεκδικητική ακινήτου και αξίωσης ωφελημάτων. ΑΚ 1094,1096επ)

Του ΝΠΔΔ του Ενοριακού Ιερού Ναού Αγίου …………, της ομώνυμης Ενορίας, με έδρα την …………, ………, νόμιμα εκπροσωπουμένου με Α.Φ.Μ. ………/Δ.Ο.Υ ……….

ΚΑΤΑ

1………. του ………, 2……… του ……, 3………….,  κατοίκων ……

Καρδίτσα 11-10-2020

         

          Με την με αρ. ………. απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΦΕΚ Β` 694/16-3-2016) και κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 25.1 Ν. 4301/2014,  αναγνωρίστηκε η «Ενορία  του Ιερού Ναού Αγίου ………, με έδραν την …………., ιδρυθείσα προ του έτους 1960, ως εμφαίνεται εκ της υπ` αριθμ. ……….. αποφάσεως του Μητροπολιτικού Συμβουλίου

          Στο άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 590/1977 "Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος" (Α΄ 146) ορίζονται  ότι "Κατά τας νομικάς αυτών σχέσεις ... αι Ενορίαι μετά των Ενοριακών αυτών Ναών ... είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. ...". Στο άρθρο 36 του ν. 590/1977 ορίζονται, ότι "1. Η Ενορία μετά του ενοριακού ναού ως βασική μονάς οργανώσεως του εκκλησιαστικού βίου λογίζεται κατά τα εις το άρθρον 1 παρ. 4 του παρόντος ειδικώτερον οριζόμενα ως Νομικόν Πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου. 2. Η ενορία ιδρύεται δια Προεδρικού Διατάγματος, ... 3. Τα όρια εκάστης ενορίας καθορίζονται υπό του οικείου Μητροπολιτικού Συμβουλίου. 4. Κέντρον της εν γένει εκκλησιαστικής ζωής της ενορίας είναι ο ενοριακός ναός καθοριζόμενος δι’ αποφάσεως του οικείου Μητροπολιτικού Συμβουλίου.  ... . 6. Τα της ιδρύσεως, των πόρων, της διοικήσεως, της διαχειρίσεως και της εν γένει λειτουργίας των ιερών ναών (ενοριακών και μη) ... καθορισθήσονται δια κανονιστικών αποφάσεων της Δ.Ι.Σ., εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. [Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας] και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, καθ` ο μέρος δεν ρυθμίζονται δια του παρόντος. ...". Κατ` επίκληση της ανωτέρω εξουσιοδοτικής διάταξης εκδόθηκε ο Κανονισμός 8/1979 της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (Α΄ 1/1980), ο οποίος ορίζει ειδικότερα τα εξής: Στο άρθρο 1 ότι "Οι Ναοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος διακρίνονται εις: α) Ενοριακούς, εις ους υπάγονται τα Παρεκκλήσια και Εξωκκλήσια τούτων…", στο άρθρο 2 ότι "1. Οι Ενοριακοί Ι. Ναοί λογίζονται νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου κατά τα εις το άρθρον 1 παραγρ. 4 του Ν. 590/1977 οριζόμενα. Ιδρύονται δια Προεδρικού Διατάγματος ..." και στο άρθρο 3 ότι "1. Η Ενορία μετά του Ενοριακού Ναού, ως βασική μονάς οργανώσεως του Εκκλησιαστικού βίου, έχει ωρισμένην τοπικήν περιφέρειαν, περιλαμβάνουσαν τους κατοικούντας εν αυτή Ορθοδόξους Χριστιανούς. ... Τα όρια εκάστης ενορίας ορίζονται υπό του οικείου Μητροπολιτικού Συμβουλίου ....". 

          Συνεπώς αποτελώ, σύμφωνα με τα ανωτέρω, ΝΠΔΔ με έδρα την …………. όπου και υφίσταται ο ομώνυμος ανωτέρω Ενοριακός Ι. Ναός μου. Λειτουργώ νόμιμα από την ίδρυσή μου μέχρι και σήμερα χωρίς να έχω καταργηθεί με οποιονδήποτε τρόπο και κατά νόμω εκπροσωπούμαι από το αρμόδιο και νομίμως λειτουργούν Εκκλησιαστικό Συμβούλιό μου.

          Είμαι νόμιμος κύριος, νομέας και κάτοχος των κάτωθι αγροτεμαχίων κειμένων στην περιοχή Αγροκτήματος ………….., προερχομένων από αναδιανομή αγροτικών κτημάτων σύμφωνα με το με αρ. ………. τίτλο (παραχωρητήριο) της Δ/νσης Γεωργίας της Νομαρχίας ………., που μετεγράφη νόμιμα και εμπρόθεσμα την ………… στα βιβλία μεταγραφών του υποθ/κείου …….. σε τ. ……… και αρ. …… και συγκεκριμένα των κάτωθι ακινήτων (αγρών):

1)      Τεμάχιο  …….2)  Τεμάχιο ……3)    Τεμάχιο ……….

          Συγκεκριμένα, το από ………. επίσημο τοπογραφικό σχεδιάγραμμα της Δ/νσης Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας και ο από ………. Κτηματολογικός Πίνακας της ανωτέρω διανομής της κτηματικής περιοχής του Αγροκτήματος ………., εκ της οποίας προήλθαν τα επίδικα ακίνητά μου, κυρώθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 15.1 ν. 674/1977, με την με αρ. …….. απόφαση του κ. Νομάρχη …….., δημοσιευθείσης νομίμως και εμπροθέσμως εις το ΦΕΚ ……….` την ……….. Μετά δε την τοιαύτη κατά νόμω κύρωση, εξεδόθη και το ανωτέρω Παραχωρητήριο το οποίο εκδίδεται κατά νόμω υπέρ των εις τον κυρωθέντα κτηματολογικόν πίνακα της αναδιανομής αναγεγραμμένων δικαιούχων, και αποτελεί οριστικό τίτλον κυριότητος δεκτικόν μεταγραφής. (ΕφΠ 805/1983, ΑρχΝ 36,512).

          Απόσπασμα του ανωτέρω επισήμου κεκυρωμένου τοπογραφικού σχεδιαγράμματος της αναδιανομής εις το οποίο εμφαίνονται και απεικονίζονται τα ανωτέρω ακίνητα μου κατά θέση, σχήμα, πλευρές, όρια και έκταση, επισυνάπτω παρά πόδας της παρούσης, θεωρών αυτό ως εν ενιαίο και αδιαίρετον όλον μετ` αυτής.

          Συνεπώς, όπως  προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 21 §§ 1 και 4, 22 και 33 §§ 1 και 2 του ν. 674/1977 "περί αναδασμού της γης κ.λπ." (Ο α.ν. 821/1948 "περί αναδιανομής αγροτικών κτημάτων" καταργήθηκε με το άρθρο 34 ν.674/1977), η πλήρης κυριότητα των ανωτέρω κτημάτων που προήλθαν από την ανωτέρω αναδιανομή, περιήλθε σε μένα αυτοδικαίως και κατά πρωτότυπο τρόπο, από τη ανωτέρω δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της ανωτέρω αποφάσεως του Νομάρχη που κύρωσε τον αναδασμό, άλλως από την ανωτέρω μεταγραφή του οριστικού τίτλου-Παραχωρητήριου, οπότε και αντιστοίχως, αποσβήνεται αυτοδικαίως το δικαίωμα κυριότητος που υπήρχε επί των κτημάτων που αναδιανεμήθηκαν (ΑΠ 809/2015, ΕφΛαρ 38/2015, ΕφΛαρ 196/2012, ΕφΛαρ 205/2009, ΕφΛαρ 672/2003, ΑΠ 1236/1982, άπασες στη ΝΟΜΟΣ), ενώ η νομή αυτών αντιστοίχως περιήλθε σε μένα αυτοδικαίως άμα τη εγγραφή μου στον πρόχειρο κτηματολογικό πίνακα και οπωσδήποτε από την εγγραφή μου στον ανωτέρω (οριστικό) κτηματολογικό Πίνακα  (Ε. Καραμανώλης, Αναδασμός και εμπράγματοι σχέσεις, Αρμ 1993, σελ. 873 επ, 874, ΑΠ 701/1980 ΝοΒ 28,2022, ΑΠ 801/1987, ΑχΝομ 4,535, ΕφΠ 805/1983, ΑρχΝ 36,512), από το χρόνο δε αυτό (1979) αποσβήνεται αυτοδίκαια το δικαίωμα νομής των πρώην νομέων επί του αναδιανεμηθέντος κτήματος (ΑΠ 506/1995 ΕλλΔνη 38,63) . Ειδικότερα:

Αριθμός απόφασης: Α352/2020

 
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ

ΤΜΗΜΑ 1ο

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ


Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 27 Σεπτεμβρίου 2019, με δικαστή την Αργυρούλα Κυριακίδου, Πρωτοδίκη Διοικητικών Δικαστηρίων, και γραμματέα την Παναγιώτα Κώτσια, δικαστική υπάλληλο,

για να δικάσει την προσφυγή, με αριθμό και χρονολογία κατάθεσης ………..,

της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……….»,  η οποία λογίζεται ότι παρέστη δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Καρδίτσας Ανδρέα Βρόντου, σύμφωνα με τη νομοτύπως κατατεθείσα στις ………. δήλωση του τελευταίου, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας,

κατά του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.Κ.Α.), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή του και, εν προκειμένω, εκπροσωπήθηκε από την Προϊσταμένη Διεύθυνσης του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών Καρδίτσας (άρθρο 40 του Ν. 4445/2016, Α΄ 236), Στεργιανή Αθανασούλα, η οποία παρέστη δια της δικηγόρου Καρδίτσας ……….., δυνάμει του …… εγγράφου παροχής πληρεξουσιότητας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο διάδικος που παρέστη και εμφανίστηκε στο ακροατήριο ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.


Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το Δικαστήριο


Αφού μελέτησε τη δικογραφία


Σκέφθηκε σύμφωνα με τον νόμο


1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης προσφυγής καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τον ……. κωδικό αριθμό ηλεκτρονικού παραβόλου).

2. Επειδή, με την προσφυγή αυτή επιδιώκεται η ακύρωση της …….. Πράξης Επιβολής Προστίμου (Π.Ε.Π.) οργάνου του Υποκαταστήματος 759 του Περιφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Ασφάλισης (Π.Ε.Κ.Α.) Αττικής [πρώην Ειδική Υπηρεσία Ελέγχου Ασφάλισης (Ε.ΥΠ.Ε.Α.) Περιφέρειας Αττικής] του καθ’ ου η προσφυγή ασφαλιστικού φορέα, με την οποία επιβλήθηκαν στην προσφεύγουσα εταιρεία, ως εργοδότρια, κατ’ επίκληση του άρθρου 20 του Ν. 4255/2014 και των οικείων διατάξεων της Φ.11321/11115/802/2.6.2014 κοινής υπουργικής απόφασης (Κ.Υ.Α.), δύο πρόστιμα ύψους 10.550,54 ευρώ έκαστο, για τις αποδιδόμενες σε βάρος της παραβάσεις της μη αναγραφής δύο εργαζομένων, εργατοτεχνιτών ηλικίας άνω των 25 ετών, στον πίνακα προσωπικού (έντυπο Ε4) της επιχείρησής της, καθώς και ένα πρόστιμο ύψους 500 ευρώ, λόγω μη τήρησης του πίνακα αυτού. Με το εν λόγω αντικείμενο η ένδικη υπόθεση εισάγεται προς εκδίκαση στο αρμόδιο δικαστήριο, εφόσον, δε, συντρέχουν και, κατά τα λοιπά, οι νόμιμες διαδικαστικές προϋποθέσεις, η προσφυγή αυτή πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω, ως προς τη νομική και την ουσιαστική βασιμότητά της.


3. Επειδή, εξάλλου, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο ……. γραμμάτιο είσπραξης καθυστερούμενων οφειλών του καθ’ ου η προσφυγή ασφαλιστικού φορέα, η προσφεύγουσα εταιρεία κατέβαλε ήδη το ποσό των 15.120,76 ευρώ, για την εξόφληση των ένδικων προστίμων μετά την αφαίρεση της προβλεπόμενης έκπτωσης (άρθρο 4 περιπτ. γ’ της 11321/11115/802/2.6.2014 Κ.Υ.Α.). Πλην όμως, εφόσον η ίδια δεν δήλωσε ότι αποδέχεται τη νομιμότητα του καταλογισμού ούτε ότι παραιτείται του δικογράφου της κρινόμενης προσφυγής, εκ της καταβολής αυτής και, μάλιστα, υπό την επιφύλαξη άσκησης των νομίμων δικαιωμάτων της, δεν εξέλιπε το έννομο συμφέρον της για την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και τη διεκδίκηση του ποσού αυτού (πρβλ. ΣτΕ 601/2006 επταμ., 3459/1998 επταμ., 346/2014, 829/2002, 3768/1999). Επομένως, ο σχετικός ισχυρισμός του καθ’ ου η προσφυγή ασφαλιστικού φορέα, όπως εμμέσως προβάλλεται, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.


4. Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του Αν.Ν. 1846/1951 («Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων», Α΄ 179), όπως η περίπτωση α’ αυτού αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Ν. 4476/1965 (Α΄ 103), προϋπόθεση για την υπαγωγή στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (ήδη Ε.Φ.Κ.Α.) είναι η παροχή εξηρτημένης εργασίας έναντι αμοιβής. Υφίσταται, δε, σχέση εξαρτημένης εργασίας όταν ο παρέχων την εργασία του έναντι αμοιβής, ανεξάρτητα από τον τρόπο καθορισμού και καταβολής της τελευταίας, τελεί κατά την εκτέλεση της εργασίας σε νομική εξάρτηση έναντι του εργοδότη, εκδηλούμενη στο δικαίωμα του τελευταίου να επιτηρεί και καθοδηγεί τον εργαζόμενο ως προς τον τόπο, χρόνο και τρόπο παροχής της εργασίας του. Αν συντρέχει η παραπάνω προϋπόθεση της παροχής εξαρτημένης εργασίας έναντι αμοιβής, που κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών κάθε περίπτωσης, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό που προσδίδουν στη σχέση οι ενδιαφερόμενοι, η ασφάλιση του εργαζόμενου στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (ήδη Ε.Φ.Κ.Α.) είναι υποχρεωτική (πρβλ. ΣτΕ 889-888/2018, 193/2018, 17/2018, 2754/2017, 1615/2011).


5. Επειδή, περαιτέρω, η 29502/85/1.9.2014 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας [«Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ’ αριθμ. 5072/6/25.02.2013 απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (ΦΕΚ Β΄ 449/25.02.2013), περί επανακαθορισμού των όρων και προϋποθέσεων ηλεκτρονικής υποβολής στοιχείων για θέματα αρμοδιότητας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) και Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 28153/126/28.08.2013 απόφαση του (ΦΕΚ Β΄ 2163/30.08.2013)», Β΄ 2390/8.9.2014], όπως ισχύει, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζει στο άρθρο 1 ότι: «Κάθε εργοδότης […] που απασχολεί εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου υποχρεούται να υποβάλλει ηλεκτρονικά, με την επιφύλαξη του άρθ. 9 παρ. α΄ της παρούσης στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ΣΕΠΕ-ΟΑΕΔ-ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με την ονομασία “ΕΡΓΑΝΗ” το οποίο διασυνδέεται με το ΟΠΣ ΟΑΕΔ και το ΟΠΣ ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, στοιχεία για τα αναφερόμενα στο επόμενο άρθρο θέματα με τα συνημμένα έντυπα (Ε3 έως Ε11), σύμφωνα με την οριζόμενη στην παρούσα απόφαση διαδικασία. Η παρούσα αφορά τη διαδικασία ηλεκτρονικής υποβολής στοιχείων», στο άρθρο 2 ότι: «α) Ε3: Ενιαίο Έντυπο Αναγγελίας Πρόσληψης (Ε3 Αναγγελία Πρόσληψης και Ε4 Συμπληρωματικός Πίνακας Προσωπικού Νέας Πρόσληψης), […], β) Ε4: Πίνακας προσωπικού, γ) […]» και στο άρθρο 4 ότι: «α) […], β) i) Το ενιαίο έντυπο Ε3 Ενιαίο Έντυπο Αναγγελίας Πρόσληψης (Ε3 Αναγγελία Πρόσληψης και Ε4 Συμπληρωματικός Πίνακας Προσωπικού Νέας Πρόσληψης) υποβάλλεται ηλεκτρονικά το αργότερο την ίδια ημέρα της πρόσληψης και πάντως πριν από την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο. […]».


6. Επειδή, εξάλλου, με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 του Ν. 4255/2014 (Α΄ 89) καταργήθηκε από 1.6.2014 η υποχρέωση τήρησης του «Ειδικού Βιβλίου Καταχώρισης Νεοπροσλαμβανόμενου Προσωπικού», που προβλεπόταν στο άρθρο 26 παρ. 9 περιπτ. στ’ του Αν.Ν. 1846/1951. Στη δε παράγραφο 2 του ίδιου ως άνω άρθρου 20 του νόμου αυτού προβλέφθηκαν τα εξής: «Τροποποίηση αρμοδιοτήτων Ε.ΥΠ.Ε.Α. μετά την κατάργηση του Ειδικού Βιβλίου. 1. Τα δεύτερο και τρίτο εδάφια της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2556/1997 (Α΄ 270), όπως ισχύει, αντικαθίστανται από 1.6.2014 ως εξής: “Διενέργεια επιτόπιων ελέγχων σε επιχειρήσεις για τη διαπίστωση της υποβολής και τήρησης, ορθής ή μη, των εντύπων Ε3 (αναγγελία πρόσληψης) και Ε4 (πίνακας προσωπικού), όπως αυτά καταγράφονται στο άρθρο 2 της υπ’ αριθμ. 5072/6/25.2.2013 (Β΄ 449) απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, όπως αυτή κάθε φορά ισχύει, καθώς και για την ορθή εφαρμογή της νομοθεσίας του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ. Ο έλεγχος αυτός αφορά στην επιβολή προστίμου περί μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού. Σε περίπτωση μη τήρησης και μη ανάρτησης του πίνακα προσωπικού επιβάλλονται πρόστιμα, όπως αυτά ορίζονται με την απόφαση της περίπτωσης [6] της παρούσας παραγράφου. Έλεγχος της ορθής υπαγωγής στην ασφάλιση και της τήρησης της ασφαλιστικής νομοθεσίας”. 2. Τις αρμοδιότητες ελέγχου και επιβολής των ανωτέρω προστίμων ασκούν και οι αρμόδιοι υπάλληλοι των υποκαταστημάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. 3. Καθένα από τα ανωτέρω πρόστιμα του τρίτου εδαφίου της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2556/1997 (Α΄ 270) επιβάλλεται από τους αρμόδιους ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και τους επιθεωρητές του Σ.ΕΠ.Ε. άπαξ για την ίδια ημερολογιακή ημέρα για την αυτή αιτία στην ίδια επιχείρηση. 4. Τα ανωτέρω πρόστιμα που επιβάλλονται από τους ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και τους αρμόδιους υπαλλήλους των υποκαταστημάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ αποτελούν έσοδα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. 5. […]. 6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας που εκδίδεται μέχρι τις 10.5.2014, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ και του Σ.Ε.Π.Ε., δύναται να ρυθμίζεται το ύψος, ο τρόπος υπολογισμού του προστίμου, η διαδικασία, ο συγχρονισμός των ελεγκτικών υπηρεσιών, ο τρόπος και ο χρόνος διαβίβασης των εκθέσεων και δελτίων ελέγχου μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών και κάθε άλλο ειδικό θέμα ή αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την εφαρμογή των προηγούμενων παραγράφων. 7. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει την 1.6.2014. […]».

7. Επειδή, άλλωστε, κατ’ επίκληση της τελευταίας ως άνω εξουσιοδοτικής διάταξης του άρθρου 20 παρ. 2 περίπτ. 6 του Ν. 4255/2014, εκδόθηκε η Φ.11321/11115/802/2.6.2014 κοινή απόφαση του Υπουργού και Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας [«Ύψος και τρόπος υπολογισμού των προστίμων και κυρώσεων που επιβάλλονται, κατά δέσμια αρμοδιότητα, από την ΕΥΠΕΑ και τους αρμόδιους υπαλλήλους του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, διαδικασία και συγχρονισμός των ελεγκτικών υπηρεσιών» (Β΄ 1551/12.6.2014)], η οποία, όπως ίσχυε πριν από την κατάργησή της με το άρθρο 8 παρ. 3 του Ν. 4554/2018 (Α΄ 130), όριζε στο άρθρο 1 ότι: «Επιβολή κυρώσεων, κατά δέσμια αρμοδιότητα από τους ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και τους αρμόδιους υπαλλήλους του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, κατά τη διαπίστωση μη αναγραφής εργαζόμενου/ων στον πίνακα προσωπικού: α) Ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και αρμόδιοι υπάλληλοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ που κατά τον επιτόπιο έλεγχο διαπιστώνουν τη μη αναγραφή εργαζομένου στον ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλουν διοικητική κύρωση (πρόστιμο) σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσης, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων ως κατωτέρω: Παράβαση: Μη αναγραφή εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού. Επιβαλλόμενο πρόστιμο: ο κατώτατος νόμιμος νομοθετημένος μισθός, μη προσαυξημένος για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί (18) δεκαοκτώ μήνες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο - υπάλληλο και το κατώτατο νόμιμο νομοθετημένο ημερομίσθιο, μη προσαυξημένο για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί τετρακόσιες τρεις (403) ημέρες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο - εργατοτεχνίτη ανάλογα με την ηλικιακή διάκριση που θεσπίζει η υποπαράγραφος ΙΑ 11 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012. Συγκεκριμένα για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο: Για υπάλληλο ηλικίας άνω των 25 ετών (Μισθός) 586,08 (Επί Μήνες Εργασίας) 18 (Επιβαλλόμενο Πρόστιμο) 10.549,44 € […]. Για εργατοτεχνίτη ηλικίας άνω των 25 ετών (Ημερομίσθιο) 26,18 ευρώ (Επί Ημέρες Εργασίας) 403 (Επιβαλλόμενο Πρόστιμο) 10.550,54 ευρώ. […]. β) [...]», στο άρθρο 2 ότι: «Επιβολή Κυρώσεων από τους ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και τους αρμόδιους υπαλλήλους του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για τη μη τήρηση Πίνακα Προσωπικού: Πλέον των προστίμων του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, σε περίπτωση μη τήρησης από τον υπόχρεο εργοδότη Πίνακα Προσωπικού επιβάλλεται αμελλητί διοικητική κύρωση (αυτοτελές πρόστιμο), κατά δέσμια αρμοδιότητα, ύψους πεντακοσίων ευρώ (500,00 ευρώ), χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του εργοδότη για παροχή εξηγήσεων» και στο άρθρο 4 ότι: «Δελτίο Ελέγχου και Πράξη Επιβολής Προστίμου: α) Για την επιβολή των ανωτέρω κυρώσεων (προστίμων) των άρθρων 1 και 2 της παρούσας, συντάσσεται και επιδίδεται επί τόπου Δελτίο Ελέγχου, με το οποίο βεβαιώνεται το είδος της παράβασης, και συντάσσεται και επιδίδεται άμεσα, και όχι αργότερα από πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από το Δελτίου Ελέγχου,  Πράξη Επιβολής Προστίμου με την οποία προσδιορίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα ανωτέρω άρθρα 1 και 2 της παρούσης, το ύψος της κύρωσης (προστίμου) που αντιστοιχεί στην βεβαιωθείσα παράβαση. Η πράξη επιβολής κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται, με απόδειξη, στον παραβάτη. [...]. β) Η Πράξη Επιβολής Προστίμου, για την επιβολή των ανωτέρω κυρώσεων των άρθρων 1 και 2 της παρούσας από τον ελεγκτή της ΕΥΠΕΑ και τον αρμόδιο υπάλληλο του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αποτελεί νόμιμο τίτλο για την είσπραξη του προστίμου. [...]. γ) Στην περίπτωση εμπρόθεσμης καταβολής του βεβαιωμένου προστίμου από την παραβάτρια επιχείρηση/εργοδότη, παρέχεται έκπτωση ποσοστού τριάντα τοις εκατό (30%) επί του επιβληθέντος προστίμου για τις παραβάσεις των άρθρων 1 και 2 της παρούσας, διαφορετικά η έκπτωση δεν ισχύει. Στην περίπτωση αυτή, η εργοδότρια επιχείρηση υποχρεούται εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την επομένη της καταβολής του προστίμου στην αρμόδια υπηρεσία του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ να καταθέσει στην αρμόδια υπηρεσία που επέβαλε το πρόστιμο το σχετικό πρωτότυπο τριπλότυπο είσπραξης. δ) Κατά της Πράξης Επιβολής Προστίμου ασκείται προσφυγή ουσίας ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου μέσα σε εξήντα ημέρες από την επίδοσή της. […]».

8. Επειδή, από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι η παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου στον τηρούμενο από την επιχείρηση πίνακα προσωπικού (έντυπο Ε4), πριν από την ανάληψη εργασίας, αποτελεί τυπική παράβαση, καθόσον ερείδεται στην απλή διαπίστωση ενός αντικειμενικού γεγονότος. Ενόψει δε των επιδιωκόμενων σκοπών δημόσιου συμφέροντος, στην εξυπηρέτηση του οποίου αποβλέπουν οι παραπάνω διατάξεις, οι οποίοι συνίστανται κυρίως στην αποτελεσματική καταπολέμηση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας και της παράνομης απασχόλησης (πρβλ. ΣτΕ 2151/2017 επταμ.), το ένδικο πρόστιμο επιβάλλεται, σύμφωνα με τη σχετική επιταγή του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος, χωρίς προηγούμενη ακρόαση του ενδιαφερομένου εργοδότη, αμέσως μόλις διαπιστωθεί η ως άνω τυπική παράβαση της μη καταχώρισης εργαζομένου, και, μάλιστα, ανεξαρτήτως υπαιτιότητας του εργοδότη και τυχόν τήρησης των λοιπών υποχρεώσεών του που απορρέουν από την εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία (βλ. ΔΕφΑθ 1972/2020, βλ. επίσης ΔΕφΤριπ 383/2019, πρβλ. ΣτΕ 1505/2010 επταμ., 1485/2010 επταμ., 2164/2017,  815/2017,  423/2016, 1309-1308/2014, 42-41/2014, 2585-2583/2013, 2086/2013, 2276/2012, 2761/2011). Ωστόσο, με τις σχετικές διατάξεις θεσπίζεται, περαιτέρω, μαχητό τεκμήριο, το οποίο δύναται να ανατραπεί από τον εργοδότη, με την άσκηση της προβλεπόμενης από το άρθρο 4 περίπτ. δ’ της Φ.11321/11115/802/2014 Κ.Υ.Α. προσφυγής, ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, με την οποία έχει τη δυνατότητα να αποδείξει ότι ουδεμία σχέση εργασίας τον συνδέει, κατά τον κρίσιμο χρόνο, με το πρόσωπο που θεωρήθηκε μισθωτός από τα ελεγκτικά όργανα, τα οποία βεβαίωσαν τη σχετική παράβαση (βλ. ΔΕφΑθ 1972/2020, πρβλ. ΣτΕ 2151/2017).

Αριθμός: 196/2020

TO ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη, Ειρήνη-Μαρία Καλύβα, με την παρουσία και της Γραμματέως, Αναστασίας Καρακώστα.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριό του, την ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: …… η οποία προκατέθεσε προτάσεις και παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, Ανδρέα Βρόντου.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Δήμου ……, ο οποίος προκατέθεσε προτάσεις διά της πληρεξούσιας δικηγόρου του, .., αλλά δεν παραστάθηκε, και 2) Ελληνικού Δημοσίου …, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον …………, το οποίο προκατέθεσε προτάσεις και παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του, …………….

Η ενάγουσα, με την από ……….. αγωγή της κατά των εναγομένων, που κατατέθηκε, με αριθ. εκθ. κατάθ. …………, στη γραμματεία του ανωτέρω Δικαστηρίου, ζήτησε όσα, με λεπτομέρεια, αναφέρονται σε αυτή, για τους λόγους που επικαλείται. Η συζήτηση της αγωγής αυτής ορίσθηκε, δυνάμει της, από …………, Πράξεως της Διευθύνουσας το Ειρηνοδικείο …………, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (………..) και ενεγράφη στο οικείο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της ενάγουσας και του β’ εναγομένου, που παραστάθηκαν, αναφέρθηκαν στις προκατατεθειμένες προτάσεις τους και ζήτησαν όσα αναφέρονται σε αυτές.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νομίμως φέρεται προς συζήτηση, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, η από 26-08-2019 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ……….. αγωγή της ενάγουσας κατά των  εναγόμενων, κατόπιν της, από ……….., Πράξεως της Διευθύνουσας το Ειρηνοδικείο ………, με την οποία ορίσθηκε δικάσιμος, για τη συζήτησή της, αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (……..) και ενεγράφη, με επιμέλεια της γραμματείας, στο οικείο πινάκιο, που ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (άρθ. 237 παρ. 4 ΚΠολΔ).

Από τη διάταξη του άρθ. 294 παρ. 1 εδ. β’ του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι, στην περίπτωση των άρθρων 237 και 238 του ίδιου Κώδικα, δηλαδή στην τακτική διαδικασία, ο ενάγων μπορεί να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής πριν από την κατάθεση προτάσεων από τον εναγόμενο. Από το χρονικό αυτό σημείο και μετά, η παραίτηση είναι απαράδεκτη, εφόσον ο εναγόμενος προβάλλει αντίρρηση και πιθανολογεί ότι έχει έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με έκδοση αποφάσεως. Κατά τη διάταξη δε του άρθ. 295 παρ. 1 εδ. α’ ΚΠολΔ, η παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής έχει ως αποτέλεσμα πως η αγωγή δεν ασκήθηκε. Επομένως, επάγεται την κατάργηση της δίκης. Στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα, με δήλωσή της, που περιέχεται στις προτάσεις της, τις οποίες κατέθεσε την 09-12-2019, παραιτήθηκε απο το δικόγραφο της αγωγής, κατά το μέρος που αφορά στο β’ εναγόμενο, Ελληνικό Δημόσιο. Η κατάθεση των προτάσεών της έγινε μετά την κατάθεση των προτάσεων του β’ εναγομένου, που έλαβε χώρα την ………….. (βλ. σχετική σημείωση του Γραμματέως του Δικαστηρίου τούτου, επί του δικογράφου των προτάσεων εκάστου των, ως άνω, διαδίκων). Το γεγονός, όμως, αυτό δεν επάγεται το απαράδεκτο της παραιτήσεως από το δικόγραφο της αγωγής, εφόσον το β’ εναγόμενο δεν προέβαλλε αντίρρηση (με προσθήκη των προτάσεων), με πιθανολόγηση ότι έχει έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με έκδοση αποφάσεως. Επομένως, πρέπει, σύμφωνα με όσα εκτίθενται ανωτέρω, στην μείζονα σκέψη, η δίκη να κηρυχθεί καταργημένη, ως προς το δεύτερο εναγόμενο, ……….

Η ενάγουσα και ο πρώτος εναγόμενος (εφόσον, ως προς το β’ εναγόμενο, η δίκη καταργείται, κατά τα ανωτέρω), από τους οποίους η μεν ενάγουσα παραστάθηκε, κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, ο δε πρώτος εναγόμενος δεν παραστάθηκε, κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, μετέχουν κανονικά στη δίκη, εφόσον κατέθεσαν προτάσεις [για τις οποίες ο μεν πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας προσκόμισε και κατάθεσε το υπ’ αριθ. ………….γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Καρδίτσας (παράσταση, προτάσεις τακτικής διαδικασίας), η δε πληρεξούσια δικηγόρος του πρώτου εναγόμενου δεν υποχρεούται στην προσκόμιση σχετικού γραμματίου πάγιων εισφορών του οικείου δικηγορικού συλλόγου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 61 παρ. 3 του Ν. 4194/2013 «Κώδικα Δικηγόρων», όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 8 β’του Ν. 4205/2013], και προσκόμισαν όλα τα αποδεικτικά τους μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα που επικαλούνται με αυτές, εντός της προθεσμίας των εκατό ημερών από την κατάθεση της αγωγής, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 237 παρ. 1 ΚΠολΔ (βλ. και από …….. και από ……….. σημειώσεις του Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου επί των κατατεθειμένων προτάσεων των διαδίκων, αντίστοιχα), ενώ μέσα στην ίδια προθεσμία κατατέθηκε το αποδεικτικό επίδοσης της αγωγής και τα από ……….. και ……….. πληρεξούσια έγγραφα των διαδίκων προς τους δικηγόρους, κατά το άρθ. 96 ΚΠολΔ. Επομένως, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να δικασθεί αντιμολία της ενάγουσας και του πρώτου εναγομένου.

Από τη διάταξη του άρθ. 51 του ΕισΝΑΚ συνάγεται ότι, για την κτήση κυριότητας μέχρι της ισχύος του Αστικού Κώδικα (23-02-1946), εφαρμογή έχουν οι διατάξεις του προϊσχύσαντος Βυζαντινορρωμαϊκού Δικαίου. Από καμία, όμως, διάταξη του προϊσχύσαντος Β.Ρ. Δικαίου ή άλλου νόμου νεότερου από αυτές που ίσχυσαν μέχρι την 26-11-1926, όταν άρχισε η ισχύς του ΝΔ 22- 4/16-5/1926 «Περί Διοικητικής Αποβολής από των Κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης», δεν συνάγεται ότι τα δημόσια δάση και οι δημόσιες εν γένει δασικές εκτάσεις ήταν πράγματα ανεπίδεκτα χρησικτησίας, ούτε ότι το Δημόσιο εθεωρείτο, κατά πλάσμα του νόμου, ότι διατηρεί επ’ αυτών νομή, παρά την υλική εξουσίασή τους από τρίτα πρόσωπα. Αντίθετα, από τις διατάξεις του προϊσχύσαντος Β.Ρ. Δικαίου, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθ. 18, 21 του Ν. της 21-6/3-7/1837 «Περί Διακρίσεως των Δημοσίων Κτημάτων» συνάγεται ότι, στα δημόσια κτήματα, στα οποία περιλαμβάνονται και τα δημόσια δάση, χωρεί “έκτακτη” χρησικτησία, όταν ασκείται νομή επ’ αυτών καλοπίστως και με διάνοια κυρίου, επί συνεχή τριακονταετία, ο νομέας δε, που απέκτησε τη νομή με καθολική ή ειδική διαδοχή, μπορεί αν προσμετρήσει στον χρόνο της ιδίας νομής αυτού και εκείνον της νομής των δικαιοπαρόχων του [Ν 20 παρ. 12, Πανδ. (5.8), 27 Πανδ. (18.1), 10, 17 και 48 Πανδ. (41.3), 3 Πανδ. (41-10) και 109 Πανδ. (50.16)], ενώ, κατά το ίδιο δίκαιο, τα δημόσια κτήματα είχαν εξαιρεθεί από την “τακτική” χρησικτησία. Όμως, κατά τις διατάξεις του άρθ. 21 του Ν.Δ από 22-4/16-5/1926 «Περί Διοικητικής Αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης» (που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ, με το άρθ. 53 του ΕισΝΑΚ και επαναλήφθηκε και στο άρθ. 4 του Α.Ν. 1539/1938 «Περί Προστασίας των Δημοσίων Κτημάτων»), τα επί των ακινήτων δικαιώματα του Δημοσίου «δεν υπόκεινται εφεξής σε καμία παραγραφή, η παραγραφή, δε, που άρχισε δεν έχει καμία συνέπεια, εάν, μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού, δεν συμπληρώθηκε η 30ετής, κατά τους προϊσχύσαντες νόμους, παραγραφή». Με τη διάταξη αυτή αποκλείσθηκε, έκτοτε, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, και η κτητική παραγραφή, ήτοι η έκτακτη χρησικτησία. Λαμβανομένου δε υπόψη, ότι η λήξη κάθε παραγραφής δικαιώματος του αστικού δικαίου ανέσταλη, με τα διατάγματα που εκδόθηκαν σε εκτέλεση του Ν. ΔΞΗ/1912, μέχρι και την χρονολογία εκδόσεως του ανωτέρω Ν.Δ., έπεται ότι η απόκτηση κυριότητας σε δημόσια κτήματα, με έκτακτη χρησικτησία, πρέπει να έχει συμπληρωθεί μέχρι την 12-09-2015 (βλ. ΟλΑΠ 75/1987, ΑΠ 2173/2014 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1256/1997 ΕλΔνη 39 (1998) 597, ΕφΑαρ 183/2002 αδημ.). Οι πράξεις νομής, επί δημοσίου κτήματος, μετά την ημερομηνία αυτή, δεν έχουν καμία αξία, για την κτήση κυριότητας με χρησικτησία, εφόσον, εάν αυτή δεν έχει επέλθει μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, δεν μπορεί να συμπληρωθεί στον μετέπειτα χρόνο. Εξάλλου, προκειμένου περί των δασών που κείνται στη Θεσσαλία, η κυριότητα αυτών, επί Τουρκοκρατίας ανήκε στο Τουρκικό Δημόσιο, όπως συνάγεται από τις διατάξεις του άρθ. 3 του, από 7 Ραμαζάν 1274 (1834), Τουρκικού Νόμου Περί Γαιών, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθ. 2 και 3 των οδηγιών της 13 Μουχαρέμ 1293, περί εξελέγξεως τίτλων δασών. Μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας, κατά το έτος 1881, στο Ελληνικό Κράτος, με τη σύμβαση της 20 Ιουνίου (2 Ιουλίου) 1881, μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, που κυρώθηκε με το Ν. ΠΛΖ της 11/13 Μαρτίου 1882, η κυριότητα αυτών περιήλθε στο Ελληνικό Δημόσιο, από του χρόνου, όμως, αυτού, τα δημόσια δάση υπόκεινται σε έκτακτη χρησικτησία, εφόσον μέχρι την 12-09-1915 έχει συμπληρωθεί η καλόπιστη 30ετής νομή (βλ. ΑΠ 2173/2014 οπ. ανωτ. και Ιωάννη Καράκωστα «Νομικά Προβλήματα από την Δασική Νομοθεσία σε ΝοΒ 26, 1133-1139). Εξάλλου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθ. 1 του Ν. ΑΞΝ/1888 «Περί Διακρίσεως και οριοθεσίας των δασών», η οποία περιλήφθηκε, ως άρθ. 57, στο Ν. 3077/1924 «Περί Δασικού Κώδικος», ως δάσος θεωρείται κάθε έκταση, η οποία καλύπτεται, μερικώς ή εξ ολοκλήρου, από άγρια ξυλώδη φυτά οποιωνδήποτε διαστάσεων και ηλικίας, τα οποία προορίζονται για την παραγωγή ξυλείας ή άλλων δασικών προϊόντων, δασικά δε εδάφη οι εντός των δασών ασκεπείς εκτάσεις, οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο και συστατικό μέρος αυτών. Κατά τις διατάξεις δε των άρθρων 45, 46 του Ν. 4178/1929, 1 του ΑΝ 86/1969 και 3 του Ν. 998/1979, που ίσχυσαν μεταγενεστέρως, στην έννοια του δάσους και των δασικών εκτάσεων περιλαμβάνονται και οι εκτάσεις, οι οποίες καλύπτονται από αραιά ή πενιχρά, υψηλή ή θαμνώδη, ξυλώδη βλάστηση, οποιοσδήποτε δασικής διαπλάοεως, καθώς και οι εντός αυτών οιασδήποτε φύσεως ασκεπείς εκτάσεις, χορτολιβαδικές ή μη. Περαιτέρω, όσον αφορά στα ακίνητα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κατά τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του ν.δ. 31/1968 "Περί προστασίας της περιουσίας των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως.του οποίου η ισχύς άρχισε από 02- 12-1968 (άρθ. 7) "αι διατάξεις των άρθρων 1 έως 24 του α.ν. 1539/1938 "περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων", ως αύται ισχύουν εκάστοτε και αι συναφείς προς αυτάς υπέρ του Δημοσίου διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως και επί των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως διά την προστασία των κτημάτων αυτών....". Κατά τη διάταξη δε του άρθρου 4 του Α.Ν. 1539/1938 "τα επί των ακινήτων κτημάτων δικαιώματα του Δημοσίου εις ουδεμίαν υπόκεινται παραγραφήν. Παραγραφή δικαιώματος του Δημοσίου επί ακινήτου κτήματος, αρξαμένη προ της ισχύος του παρόντος νόμου, ουδεμίαν νόμιμον συνέπειαν έχει, αν αυτή δεν συνεπληρώθη μέχρι τούδε, κατά τους προϊσχύσαντας νόμους". Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι, προκειμένου περί ακινήτων κτημάτων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, ο χρόνος της κτητικής παραγραφής και μάλιστα της έκτακτης χρησικτησίας μπορούσε να συμπληρωθεί μέχρι τις 2 Δεκεμβρίου 1968, οπότε και άρχισε να ισχύει το ν.δ. 31/1968. Κατά συνέπεια, επί των ακινήτων αυτών είναι επιτρεπτή η έκτακτη χρησικτησία από εκείνον, που τα διεκδικεί, για την οποία απαιτείται, κατά τις διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, ανεπίληπτη νομή επί τριάντα (30) έτη και υπό τον Αστικό Κώδικα, κατ’ άρθρο 1045 αυτού, συνεχής νομή επί είκοσι (20) έτη, με την προϋπόθεση ότι αυτή (έκτακτη χρησικτησία) είχε συμπληρωθεί μέχρι την 02-12-1968, οπότε άρχισε να ισχύει το ν.δ. 31/1968 (βλ. ΑΠ 76/2007 δημ. ΝΟΜΟΣ).

Αριθμός 222/2017

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑΤΩΝ

ΛΑΡΙΣΑΣ

Δικάσιμος της 8ης Μαΐου 2017

ΣΥΝΘΕΣΗ

ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ

ΠΡΑΞΕΙΣ

Νικόλαος Πουλάκης

…………

Άμεση συνέργεια σε

Προεδρεύων Εφέτης

του …………., κάτοικος …………….

απάτη κατ’ εξακολούθηση

Αθηνά Μίξιου, Μαριέττα Μαυρή Εφέτες

Σταύρος

Μπατουδάκης

(……………………….)

τετελεσμένη και σε απόπειρα από δράστη που ενεργεί κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια με συνολικό όφελος και αντίστοιχη

Αντεισαγγελεύς

Εφετών

(οι οποίοι κληρώθηκαν με το με αριθμό 5/2017 Πρακτικό Κληρώσεως του Τριμελούς Εφετείου Λάρισας)

Παύλος Τζαφάλιας Γραμματέας

ΠΑΡΩΝ

περιουσιακή ζημία ποσού άνω των 30.000 ευρώ

 

 

 

ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ

Η συνεδρίαση έγινε δημόσια στο ακροατήριο του δικαστηρίου τούτου.

Ο Πρόεδρος εκφώνησε το όνομα του κατηγορουμένου, ο οποίος ήταν παρών και σε ερώτηση του Προέδρου για τα στοιχεία της ταυτότητάς του απάντησε ότι ονομάζεται όπως αναφέρεται παραπάνω και ότι έχει διορίσει συνηγόρους του τους παρόντες δικηγόρους Καρδίτσας ………………. και Ανδρέα Βρόντο.

Ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο είπε ότι η προκειμένη υπόθεση εισάγεται με το υπ’ αριθμ. …………….. βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών ……………....

Κατόπιν, ο Πρόεδρος εκφώνησε τα ονόματα των μαρτύρων κατηγορίας από τους οποίους οι ……………… και ……………….. ήταν παρόντες, ενώ ο ………………….. δεν εμφανίστηκε.

Στη συνέχεια ρώτησε τον κατηγορούμενο και τους συνηγόρους του αν έχουν κλητεύσει μάρτυρες υπεράσπισης και αυτοί απάντησαν αποφατικά.

Στο σημείο αυτό και πριν την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας, ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου, ………………, υπέβαλε στο Δικαστήριο αυτοτελείς ισχυρισμούς για λογαριασμό του εντολέα του και αφού τους ανέπτυξε προφορικά στο ακροατήριο κατά τα ουσιώδη στοιχεία της νομικής και πραγματικής θεμελιώσεώς τους, ζήτησε την καταχώρησή τους στα πρακτικά της παρούσας απόφασης και έχουν ως ακολούθως:

Ο Εισαγγελέας επιφυλάχθηκε να προτείνει και το Δικαστήριο να αποφασίσει επί των προβληθέντων ισχυρισμών, αφού αυτοί συνέχονται με την ουσία τη υπόθεσης.

………Στη συνέχεια οι συνήγοροι υπεράσπισης του κατηγορουμένου, αφού πήραν το λόγο από τον Πρόεδρο, ζήτησαν να αναγνωσθούν τα έγγραφα που αναφέρονται στους αυτοτελείς ισχυρισμούς που προσκόμισαν προηγουμένως, με τη σειρά που αναφέρονται και προσκόμισαν επιπλέον και ζήτησαν να αναγνωστεί το υπ’ αριθμ. πρωτ. ……. από ………….. έγγραφο του Πταισματοδίκη …………. προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών …………….

Στη συνέχεια ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο στην Εισαγγελέα, ο οποίος ανέπτυξε την κατηγορία και πρότεινε να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος, όπως κατηγορείται.

Οι συνήγοροι υπεράσπισης του κατηγορουμένου, αφού πήραν το λόγο από τον Πρόεδρο, ανέπτυξαν την υπεράσπιση και ζήτησαν την απαλλαγή του κατηγορουμένου.

Ο κατηγορούμενος, αφού πήρε το λόγο από τον Πρόεδρο, ζήτησε την απαλλαγή του.

Κατόπιν ο Πρόεδρος κήρυξε περαιωμένη τη συζήτηση και το Δικαστήριο σε μυστική διάσκεψη, με την παρουσία και του Γραμματέα, κατάρτισε την απόφασή του, ο δε Πρόεδρος δημοσίευσε αμέσως στο ακροατήριο και σε δημόσια συνεδρίαση την απόφασή του με αριθμό 222/2017 με το παρακάτω περιεχόμενο:

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ

ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑΤΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ

Δικάσιμος της +++++ 2017

ΣΥΝΘΕΣΗ

ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

Νικόλαος Πουλάκης Προεδρεύων Εφέτης

Αθηνά Μίξιου Μαριέπα Μαυρή Εφέτες

Εμμανουήλ Μπότσογλου Αντεισαγγελέας Εφετών

(κληρωθέντες με το υττ'αριθμ. 22/2017 Πρακτικό Κληρώσεως του Τριμελούς Εφετείου Λάρισας)

Χρήστος Κουτσουμπλής Γραμματέας

1)…..

2)…..

3)…..

4)….,5)…ΠΑΡΟΝΤΕΣ

-     Διακίνηση ναρκωτικών ουσιών (αποστολή & παραλαβή) κατ' εξακολούθηση (2n, 3η).

-      Κατάχρηση ιδιότητας ιατρού κατ' εξακολούθηση (1°?, 4°ς 5°ς).

-      Ηθική αυτουργία στην κατάχρηση ιδιότητας ιατρού κατ' εξακολούθηση (2η).

 

 

ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ

Στη σημερινή του Δικαστηρίου τούτου συνεδρίαση, που έγινε δημόσια στο ακροατήριο, ο Προεδρεύουν εκφώνησε τα ονόματα των κατηγορουμένων, οι οποίοι εμφανίσθηκαν και ρωτήθηκαν από τον Προεδρεύοντα για τα στοιχεία της ταυτότητάς τους και απάντησαν ότι ονομάζεται όπως αναφέρεται παραπάνω και δήλωσαν ότι διορίζουν συνηγόρους υπερασπίσεώς τους, ο πρώτος κατηγορούμενος τους δικηγόρους Καρδίτσας …και Ανδρέα Βρόντο, ο τέταρτος κατηγορούμενος τον .. και ο πέμπτος κατηγορούμενος τον δικηγόρο …., οι οποίοι αποδέχτηκαν το διορισμό τους. Η δεύτερη και τρίτη κατηγορούμενες, δήλωσαν ότι στερούνται συνηγόρου υπερασπίσεώς τους.

 ….

Ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε το λόγο, ανέπτυξε την κατηγορία και πρότεινε, να κηρυχθούν αθώοι οι κατηγορούμενοι.

Οι συνήγοροι των κατηγορουμένων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο, συντάχθηκαν με την πρόταση του Εισαγγελέα και ζήτησαν την απαλλαγή των εντολέων τους.

Ο κατηγορούμενοι, αφού έλαβε διαδοχικά το λόγο, ζήτησαν το ίδιο.

Ο Προεδρεύων ρώτησε τους κατηγορούμενους αν έχουν κάτι να προσθέσουν για την υπεράσπιση και σε αρνητική αυτών απάντηση, κήρυξε περατωμένη τη συζήτηση.

Στη συνέχεια το Δικαστήριο, σε μυστική διάσκεψη, με την παρουσία και του Γραμματέως, κατάρτισε και αμέσως δημοσίευσε στο ακροατήριό του την παρακάτω απόφασή του:

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την όλη αποδεικτική διαδικασία που διενεργήθηκε στο ακροατήριο ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, δηλαδή από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, από την ανάγνωση των προαναφερόμενων εγγράφων, τα οποία αναγνώστηκαν στη διάρκεια της δίκης τούτης νόμιμα, από την απολογία των κατηγορουμένων και γενικά, από τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου δεν αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι τέλεσαν τις αποδιδόμενες σ' αυτούς αξιόποινες πράξεις. Ειδικότερα, αναφορικά με τον πρώτο κατηγορούμενο, αποδείχθηκε ότι οι ασθενείς α) ….+, τους οποίους αυτός συνταγογραφούσε, έπασχαν από πολλαπλές, χρόνιες και βαριές ασθένειες, όπως σπονδυλοαθροπάθεια, νευροφυτικές διαταραχές, αϋπνίες, ψυχωτική κατάθλιψη με έντονο άγχος, οξεία αγχώδη νεύρωση με στοιχεία καταθλίψεως κρίσεων πανικού, τάσεως φυγής, υπερκινητικότητα, συχνών κρίσεων ημικρανίας κλπ και όλα τα συνταγογραφούμενα από αυτόν φάρμακα ήταν τα κατάλληλα, ενδεδειγμένα και επιβαλλόμενα από την ιατρική επιστήμη, για τους συγκεκριμένους ασθενείς και τις συγκεκριμένες ασθένειές τους, όπως κατέθεσαν τόσο οι μάρτυρες κατηγορίας, όσο και η μάρτυρας υπεράσπισης του πρώτου κατηγορουμένου. Συνεπώς, ο πρώτος κατηγορούμενος, πρέπει να κηρυχθεί αθώος για την πράξη της κατάχρησης της ιδιότητας ιατρού κατ' εξακολούθηση, για την οποία παραπέμφθηκε στο ακροατήριο του παρόντος δικαστηρίου. Συνακόλουθα, πρέπει να κηρυχθεί αθώα και η δεύτερη κατηγορούμενη, για την πράξη της ηθικής αυτουργίας στην κατάχρηση της ιδιότητας ιατρού, κατ' εξακολούθηση. Για τον ίδιο παραπάνω λόγο, πρέπει να κηρυχθούν αθώοι και οι τέταρτος και πέμπτος των κατηγορουμένων, αγροτικοί ιατροί στην ….., για κατάχρηση της ιδιότητας ιατρού, κατ' εξακολούθηση, ο πρώτος από αυτούς, αφού οι συνταγές που έγραψαν αυτοί, για τους ίδιους παραπάνω ασθενείς, εννέα συνολικά ο τέταρτος κατηγορούμενος και μία μόνον ο πέμπτος κατηγορούμενος, αφορούσαν φάρμακα κατάλληλα, ενδεδειγμένα και επιβαλλόμενα από την ιατρική επιστήμη, για τους συγκεκριμένους ασθενείς και τις συγκεκριμένες ασθένειές τους, όπως κατέθεσαν όλοι οι μάρτυρες κατηγορίας.

Από τα ίδια παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία, δεν αποδείχθηκε ότι η δεύτερη και η τρίτη των κατηγορουμένων διακίνησαν ναρκωτικές ουσίες, υπό την μορφή της αποστολής η δεύτερη εξ αυτών και της παραλαβής η τρίτη εξ αυτών ναρκωτικών ουσιών, αφού ακόμα και στο κατηγορητήριο η τέλεση των ανωτέρω πράξεων περιγράφεται εντελώς αόριστα. Η αλήθεια είναι ότι μόνον μία φορά η δεύτερη κατηγορούμενη έστειλε ένα κουτί …στην αδελφή της - τρίτη κατηγορούμενη, …., επειδή εκείνο το διάστημα έλλειπε ο γιατρός της. Όλα τα υπόλοιπα φάρμακα (αντικαταθλιπτικά, αγχολυτικά και υπναγωγό), που κατείχε η τρίτη κατηγορούμενη, τα κατείχε νομίμως, με ιατρική συνταγή του θεράποντος ιατρού της, στο ….. Συνεπώς, η δεύτερη και η τρίτη των κατηγορουμένων, πρέπει να κηρυχθούν αθώες της διακίνησης ναρκωτικών ουσιών, με την ειδικότερη μορφή της αποστολής και παραλαβής ναρκωτικών ουσιών, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Συνακόλουθα, όλοι οι κατηγορούμενοι πρέπει να κηρυχθούν αθώοι των αποδιδόμενων σε έκαστο εξ αυτών, πράξεων, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.-

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζοντας με παρόντες τους κατηγορούμενους, +++ του +++, κάτοικο +++, ++, κάτοικο ++, +++, κάτοικο +++, +++, κάτοικο +++ και +++, κάτοικο ++++.

Κηρύσσει τους κατηγορούμενους, αθώους του ότι:

Α. Ο 1°ς κατηγορούμενος … : Ενώ η έκδοση συνταγής για την χορήγηση ναρκωτικών από ιατρό, επιτρέπεται μόνο εν γνώσει του ότι υπάρχει πραγματική και συγκεκριμένη ιατρική ένδειξη, αυτός, στους παρακάτω αναφερόμενους τόπους και χρόνους, με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, προέβη σε κατάχρηση της ιατρικής του ιδιότητας, εκδίδοντας, ως ιατρός - παθολόγος, διατηρών ιατρείο στην πόλη της +++, αλλά και ως εν ενεργεία ιατρός του Κέντρου Υγείας …., συνταγές για τη χορήγηση ναρκωτικών, ήτοι ουσιών που δρουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα και προκαλούν εξάρτηση του ατόμου από αυτές και οι οποίες περιλαμβάνονται στον Πίνακα Δ' αριθμ. 12, 27, 51,75 και στον πίνακα Γ αριθμ. 110 του Ν. 3459/2006, εν γνώσει του ότι δεν υπάρχει πραγματική και συγκεκριμένη ιατρική ένδειξη. Συγκεκριμένα:

1) Στις … ως ιατρός -…., εφημερεύων στο … εξέδωσε, στην …., την …., χωρίς να εξετάσει αυτήν ιατρικώς με την ενδεδειγμένη κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης μέθοδο και να διαπιστώσεις ότι υπάρχει πραγματική και συγκεκριμένη ιατρική ένδειξη για τη χορήγηση των…

Εξέδωσε δε, όλες τις παραπάνω αναφερόμενες (στα υπό στοιχεία 1 έως 9 του παρόντος) συνταγές για την χορήγηση των ως άνω ναρκωτικών ουσιών, επ’ ονόματι της ανωτέρω, αναληθώς φερόμενης ως ασθενούς της, εν γνώσει της ότι δεν υπήρχε πραγματική και συγκεκριμένη ιατρική ένδειξη για την χορήγηση κάθε φορά των ως άνω αναλυτικώς αναφερομένων ναρκωτικών φαρμάκων.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο σε δημόσια συνεδρίαση.

Λάρισα, 09/10/2017

          Ο Προεδρεύων Εφέτης                            Ο Γραμματέας

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ...

ΑΓΩΓΗ ΛΟΓΟΔΟΣΙΑΣ (διαχειριστή ΟΕ-Τακτική διαδικασία)

1)Του …………….., κατοίκου …………, με Α.Φ.Μ. ……….., ως ομόρρυθμου μέλους και συνδιαχειριστή της Ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «……….», που εδρεύει στους ………… και εκπροσωπείται νόμιμα,

2)Του …………., κατοίκου …………….., με Α.Φ.Μ. ………………, ως ομόρρυθμου μέλους της Ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «…………….», που εδρεύει στους …………… και εκπροσωπείται νόμιμα,

ΚΑΤΑ

          Της ………, κατοίκου …….., με Α.Φ.Μ. …………, ατομικά και ως Ομόρρυθμου μέλους, νομίμου συνεκπροσώπου και συνδιαχειρίστριας της Ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «……………….», που εδρεύει στους ……………… και εκπροσωπείται νόμιμα

 Καρδίτσα 3-9-2020

Με το από …………. ιδιωτικό έγγραφο καταστατικό-συστατικό μεταξύ των 1) …………. και 2) …………, που δημοσιεύθηκε νομίμως στα βιβλία του Πρωτοδικείου …………..με αριθμό ………., συνεστήθη νόμιμα ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «………..», με έδρα την πόλη των …………., με ποσοστό συμμετοχής των ανωτέρω 50% έκαστος και σκοπό την κατασκευή και εμπορία .. …………, αλλά και ……………, η δε διάρκειά της με το άρθρο 3 αυτού, ορίστηκε αορίστου χρόνου, δηλ. μακρότερη του ενός (1) έτους, κάτι που δεν άλλαξε ούτε και με τις κατωτέρω μεταγενέστερες τροποποιήσεις. Με το άρθρο 7 του ανωτέρω συμφωνητικού, ορίστηκε ότι «Κατ` έτος θα κλείνονται τα εταιρικά βιβλία και θα συντάσσεται ο ισολογισμός, τα δε εξ` αυτών προκύπτοντα κέρδη θα κατανέμωνται μεταξύ των συνεταίρων εξ` ημισείας (50%)

 Εν συνεχεία, τροποποιήθηκε με το από …………. ιδιωτικό συμφωνητικό που κατεχωρήθη στα βιβλία του Πρωτοδικείου Καρδίτσας με αριθμό …………… μεταβάλλοντας τη διεύθυνση της εταιρίας από τα ………….., σε ………. στους …………. και προστέθηκαν στις άνω δραστηριότητες της και οι αλουμινοκατασκευές.  Εν συνεχεία τροποποιήθηκε με το από …………  συμφωνητικό που κατεχωρήθη στα βιβλία του Πρωτοδικείου ………………………………………………..

Τελικώς τροποποιήθηκε με το από …………………………………………………………………………….

Διαχειριστές της εταιρίας ορίστηκαν οι πρώτος από εμάς …………. και ………………., δυνάμενοι να ενεργούμε στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρίας από κοινού ή και ο καθένας χωριστά, δεσμεύοντας την εταιρία με την υπογραφή μας κάτω από την εταιρική επωνυμία. Ως διαχειριστές εκπροσωπούν την εταιρία έναντι οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου, δικαστικής ή διοικητικής αρχής και οργανισμών.

Έτσι με την τελευταία ανωτέρω από ………….. τροποποίηση καταστατικού, η εναγομένη εισήλθε στην ΟΕ ως ομόρρυθμο μέλος με ποσοστό 25% και επιπλέον οριστήκαμε και οι δύο ως διαχειριστές αυτής δυνάμενοι να ενεργούμε στο όνομα και για λογαριασμό της από κοινού ή και ο καθένας χωριστά.

Έκτοτε και μέχρι σήμερα, η ανωτέρω συνδιαχειρίστρια, ανέλαβε και ασκεί τόσο εκ της σύμβασης εταιρείας κατά τα ανωτέρω, όσο και, μετά από  άτυπη εντολή, συναίνεση και παραχώρησή μας στην πράξη, αποκλειστικά την καθόλου οικονομική διαχείριση της ΟΕ και των εταιρικών υποθέσεων που συνεπάγονται δαπάνες και εισπράξεις, αφού ο δικός μας τομέας δραστηριότητας στην εταιρία είναι στον τεχνικό τομέα αυτής και στις εξωτερικές τεχνικές εργασίες και δραστηριότητες. Συγκεκριμένα ανέλαβε και ασκούσε αποκλειστικά η ίδια και χειρίζονταν καθημερινά όλα τα θέματα της οικονομικής διαχείρισης της εταιρείας που συνεπάγονται δαπάνες και εισπράξεις χρηματικών ποσών, ενεργώντας κάθε υλική και νομική διαχειριστική πράξη προς τούτα. Δηλ. ανέλαβε το «ταμείο» της εταιρείας και συγκεκριμένα προέβαινε στις πληρωμές προς τρίτους των συμβατικών και άλλων νόμιμων εν γένει υποχρεώσεων της ΟΕ (προμηθευτές, υπηρεσίες, Αρχές κλπ) και γενικά κάθε δαπάνης, αλλά και στις εισπράξεις των κάθε είδους συμβατικών και άλλων εν γένει αξιώσεων από τρίτους πελάτες για λογαριασμό της (τίμημα, προκαταβολές, πιστωτικούς τίτλους κλπ), στην έκδοση επιταγών εκ των μπλόκ της εταιρείας με εκδότη την τελευταία και εις δ/γή τρίτων δανειστών της, στις συναλλαγές με τις τράπεζες και δη στις αναλήψεις και καταθέσεις χρημάτων από τους λογαριασμούς της εταιρείας, στην έκδοση των σχετικών παραστατικών για τα έσοδα και έξοδα, στην τήρηση των πρόχειρων βιβλίων εσόδων-εξόδων της εταιρίας και του βιβλίου παρτίδας (βλ. κατωτέρω), στην τήρηση εν γένει των λογιστικών βιβλίων επίσημων και πρόχειρων, εγγράφων, αρχείων και φορολογικών στοιχείων της ΟΕ, τα οποία διακρατούσε μαζί με τα μπλόκ των επιταγών και την σφραγίδα της ΟΕ στην κατοχή της, έχουσα, όπως ειπώθηκε, την εξουσία να δεσμεύσει μόνη την υπογραφή της την εταιρεία. 

 Στα πλαίσια λοιπόν της ανωτέρω καθολικής πραγματικής διαχείρισης που διενεργούσε και στη συνέχεια μίας πρακτικής που είχε διαμορφωθεί από τους προηγούμενους διαχειριστές από τη σύσταση της εταιρείας, σημείωνε σε πρόχειρο τετράδιο υπό τη μορφή εσόδων, εξόδων και υπολοίπου του ταμείου της ΟΕ, τα σχετικά κονδύλια και επι τη βάσει αυτού, ανα εβδομάδα περίπου γίνονταν και η διανομή του «βδομαδιάτικου» στους εταίρους, μετά από την αφαίρεση των εξόδων που καταχωρούσε, από τα έσοδα που επίσης καταχωρούσε στο ίδιο τετράδιο (υπό τη μορφή στηλών), χωρίς όμως την επισύναψη ή επίδειξη των σχετικών παραστατικών εγγράφων του λογαριασμού (π.χ για τα έσοδα, τα εμβάσματα πληρωμών και τις αποδείξεις, για τα έξοδα, την έκδοση και πληρωμή επιταγών ή κατάθεση σε λογαριασμό, επίδειξη παραστατικών κλπ).

Επίσης, καθ` όλο το άνω διάστημα μέχρι και σήμερα, όπως ακριβώς έκαναν στα πλαίσια της ίδιας πρακτικής και οι προηγούμενοι διαχειριστές, διατηρούσε και βιβλίο «παρτίδας», στο οποίο σημείωνε ανάλογα με τις καθημερινές συναλλαγές, την παραγγελία του πελάτη, το ποσό της χρέωσης-αντιτίμου για την παραγγελία και το ποσό της τυχόν προκαταβολής ή καταβολής, των τμηματικών καταβολών και της τυχόν εξόφλησης.

Όμως τον Ιούλιο του 2019 εντελώς τυχαία ο 1ος από εμάς ανακάλυψα ότι  εκδόθηκαν από την υπάλληλο και γραμματέα της εταιρίας ………….., κατ` εντολή της εναγομένης, δύο μεταχρονολογημένες επιταγές έκδοσης της ΟΕ ποσού 4.000€ έκαστη εις δ/γήν της εταιρείας ………… με ημερομηνίες 15 και 20/1/2020, για τις οποίες δεν είχαμε ενημερωθεί ούτε και προφορικά από την ανωτέρω για την αναγκαιότητα έκδοσης, αλλά ούτε και είχαμε λάβει γνώση των σχετικών παραστατικών εγγράφων που θα δικαιολογούσαν αυτές τις συναλλαγές, οι οποίες έτσι ήταν καθαρά δική της αυθαίρετη πρωτοβουλία. 

          Επιπλέον, μετά από πρόχειρη έρευνά μας στους λογαριασμούς που τηρεί η ΟΕ στις τράπεζες με τις οποίες συναλλάσσεται και καταγράφονται και οι καταθέσεις που γίνονται σ` αυτήν από πελάτες, ανακαλύψαμε ότι από τις αρχές του 2014, όταν δηλ. την οικονομική διαχείριση είχε αποκλειστικά ο προηγούμενος διαχειριστής και σύζυγός της …………., αλλά και στην συνέχεια, όταν την διαχείριση ενεργούσε η εναγόμενη, μέχρι και εκείνο το χρονικό σημείο, αλλά και μέχρι και σήμερα (βλ. κατωτέρω), ενώ εμφανίζονταν καταχωρήσεις-εγγραφές εμβασμάτων διαφόρων ποσών από τρίτους πελάτες, δηλ. εισπράξεις, ωστόσο είτε ολικά είτε μερικώς, δεν τις είχε καταχωρίσει ως έσοδα στο ανωτέρω πρόχειρο τετράδιο, αλλά τις απέκρυπτε. Συναφώς δεν είχαμε γνώση αυτών, αλλ` ούτε και έχουμε ενημερωθεί μέχρι και σήμερα καθ` οιονδήποτε τρόπο αν και το ζητήσαμε κατά τα κατωτέρω αναλυτικά αναφερόμενα και έτσι αγνοούμε αν προσμετρήθηκαν καν ή προσμετρήθηκαν με άλλο τρόπο ως έσοδα και εν γένει την οικονομική διαδρομή τους.

Αλλ` ούτε και είχαμε λάβει ποτέ γνώση και για την πορεία των πληρωμών που από το έτος 2014 διενεργούσε η ΟΕ με επιταγές συρόμενες από τους λογαριασμούς της, δηλ. ποιοι ήταν οι νόμιμοι δικαιούχοι (λήπτες ή κομιστές) και για ποια αιτία που σχετίζεται με τις συναλλαγές και τις υποθέσεις της ΟΕ, ούτε εάν η έκδοσή της δικαιολογούνταν από τα σχετικά παραστατικά και ούτε μας επέδειξε ποτέ ή κατ` άλλο τρόπο μας γνωστοποίησε, κατάσταση πληρωμών με βάση τις επιταγές και τα στοιχεία τους, ούτε και αν καταχωρήθηκαν όλες ή όχι ως δαπάνη και σε ποιο ύψος, είτε στα πρόχειρα σημειώματα ή στα βιβλία και άλλα σχετικά στοιχεία παραστατικών της ΟΕ.

Με αφορμή λοιπόν τα ανωτέρω γεγονότα, που συνακόλουθα μας προκάλεσαν, όπως και στον καθένα άλλωστε θα προκαλούσαν, τις σκέψεις και την υποψία για πλημμελή και οπωσδήποτε αμφισβητούμενης χρηστότητας διαχείριση από την εναγομένη, γιατί απο τα ανωτέρω εμβάσματα στις τράπεζες, προέκυπτε ότι υπήρχαν συναλλαγές για εταιρικές υποθέσεις ήδη από το 2014 τις οποίες δεν μας είχε γνωστοποιήσει και δεν κατέγραψε στο ανωτέρω πρόχειρο βιβλίο για να λάβουμε γνώση, αλλά τις απέκρυπτε, ο 1ος από εμάς της ζήτησα τον Ιούλιο 2019 να μου χορηγήσει, άπαντα τα ανωτέρω επίσημα βιβλία εσόδων και εξόδων της εταιρίας, τα πρόχειρα τετράδια, τα βιβλία «παρτίδας», αλλά και κατάσταση για την έκδοση, τους αποδέκτες και την πληρωμή των επιταγών της ΟΕ και εν γένει όλα ανεξαιρέτως τα βιβλία και στοιχεία, έγγραφα, καταγραφές, για όλο το χρονικό διάστημα από το έτος 2014 έως και την ημέρα εκείνη, τα οποία όπως ειπώθηκε διακρατούσε η ίδια, έτσι ώστε με την αντιστοίχιση τους, εξέταση και έλεγχο τους, να ενημερωθώ περί των πραγματικών οικονομικών δεδομένων της εταιρίας, της αληθούς πορείας των συναλλαγών και των υποθέσεών της και συναφώς της ορθής ή μη οικονομικής της διαχείρισης, όπως δικαιούμαι από τη σύμβαση και το νόμο, αφού αν μη τι άλλο, αφενός μεν για τα χρέη της εταιρίας, τις επιταγές που αυτή εκδίδει και εν γένει για τις υποχρεώσεις της, υπέχουμε και εμείς ως ομόρρυθμα μέλη ατομική εις ολόκληρον και αλληλεγγύως αστική και ποινική ευθύνη, αφετέρου οπωσδήποτε, δικαιούμαστε ως ομόρρυθμα μέλη και στα πραγματικά της κέρδη και έσοδα κατά το λόγο της μερίδος μας. 

           Όμως, παρά τα ανωτέρω αιτήματά μου, η εναγομένη με διάφορες προφάσεις αρνούνταν την ικανοποίηση του δικαιώματος μου. Ωστόσο, μετά από συνεχείς οχλήσεις μου και σε συνάντησή που είχαμε στο γραφείο του πληρεξουσίου δικηγόρου της περί τις αρχές Αυγούστου 2019 , υποσχέθηκε να το πράξει. Όμως παρά την υπόσχεσή της, και ενώ εύρισκε αρχικά διάφορες προφάσεις για να αποφύγει ή να καθυστερήσει εκ νέου την παράδοσή τους, εν τέλει και μετά από νέες οχλήσεις μου, ειδοποιήθηκα από τον δικηγόρο της ότι παρέδωσε σ` αυτόν προς ενημέρωσή μου και έλεγχο, μόνο «δύο-τρία βιβλία» όπως μου είπε, με αποτέλεσμα όπως είναι αυτονόητο, να μην είναι δυνατός αντικειμενικά ο πλήρης έλεγχος και η εξέταση όλων των ανωτέρω εγγράφων και δια τούτο ούτε και η πλήρης και πραγματική γνώση και ο ορθός έλεγχος των πραγματικών οικονομικών δεδομένων και υποθέσεων της για όλο το ανωτέρω διάστημα και συναφώς ούτε και της διαχείρισης που διενεργούσε η εναγόμενη. Για τον λόγο αυτό δεν τα παρέλαβα και άλλωστε αυτή ακριβώς η ενέργειά της, δηλ. η προσκόμιση «δύο τριών βιβλίων» μόνο καταδείκνυε αντικειμενικά την πρόθεσή της να εμποδίσει την άσκηση του δικαιώματος γνώσης και ελέγχου εκ μέρους μας αποκρύπτοντας τα βιβλία και στοιχεία της επιχείρησης επίσημα και πρόχειρα και τις αποδείξεις των συναλλαγών και σύστοιχα της οικονομικής διαχείρισης.

Ενόσω δε ελάμβαναν χώρα τα ανωτέρω, η συμπεριφορά της εναγομένης, όσο και του συζύγου της …………. πρώην ομόρρυθμου εταίρου ο οποίος, παρά την έξοδό του, εξακολουθεί να αναμειγνύεται εν τοις πράγμασι στην δραστηριότητα της εταιρίας, δυναμίτιζε καθημερινά το κλίμα συνεργασίας και τις προσωπικές σχέσεις αλληλοσεβασμού και αμοιβαίας εμπιστοσύνης που πρέπει να υπάρχουν σε μία προσωπική εταιρία για την ευόδωση του εταιρικού σκοπού, που σε συνδυασμό με την αδικαιολόγητη αντικειμενικά και με βάση την εταιρική σύμβαση και την καλή πίστη, άρνηση παράδοσης των ανωτέρω βιβλίων και στοιχείων της, επιδείνωσε και τις σχέσεις των εταίρων στον χώρο της εργασίας. Μάλιστα δε και ρηματικά ακόμη μας έλεγαν ότι «δεν πρόκειται να πάρεις τα βιβλία, δεν πρόκειται να σου τα δώσουμε» και άλλα παρόμοια. Έτσι, ενδεικτικά αναφέρουμς ότι την … αφήρεσαν αδικαιολόγητα τα κλειδιά του οχήματος της εταιρίας για να μην μπορώ να το χρησιμοποιήσω για εργασίες της, ενώ την … και περί ώρα 13.30 στα γραφεία της εταιρίας, επιτέθηκαν τόσο στον 1ο από εμάς, όσο και στον υιό μου …………., μας εξύβρισαν χυδαιότατα και επιχείρησαν να επιτεθούν εναντίον μου προκαλώντας μου σωματικές βλάβες και εν τέλει με εκδίωξαν από τα γραφεία. 

Επειδή όμως σκοπός μας, παρά τα ανωτέρω προβλήματα και περιστατικά βίας, δεν ήταν να λυθεί η εταιρία, αλλά να διασωθεί  εφόσον είναι εφικτό η λειτουργία της, δια της ομαλοποίησης των σχέσεων και της εκ νέου οικοδόμησης εμπιστοσύνης κάτι που φυσικά πιστεύαμε ότι θα επιτευχθεί ιδίως με την παράδοση και έλεγχο από εμάς των ανωτέρω βιβλίων και στοιχείων της εταιρίας έτσι ώστε να λάβουμε γνώση και των οικονομικών δεδομένων και της ορθότητας της διαχείρισης από την εναγομένη, ο 1ος από εμάς επέδωσα στην ανωτέρω την από … εξώδικη διαμαρτυρία, κλήση και επιφύλαξή μου (αρ. εκθ. επιδ. ………. του δικ. επιμ. ………..), με την οποία καλούσα  την εναγομένη «όπως μου παραδώσετε εντός 3 ημερών όλα τα ανωτέρω βιβλία εσόδων και εξόδων και τις πρόχειρες αλλά αληθείς και πραγματικές καταγραφές αυτών για όλο το ανωτέρω διάστημα (σ.σ από το έτος 2014) μέχρι σήμερα, αλλά και τα μπλόκ επιταγών αυτής και τις ημερομηνίες και ποσά πληρωμής τους καθώς και τα σχετικά παραστατικά για την ανάγκη έκδοσής τους, συνταχθησομένου προς τούτο του σχετικού εγγράφου παράδοσης και παραλαβής ...» 

          Όμως η εναγομένη αρνήθηκε και πάλι αδικαιολόγητα παρά τις συνεχιζόμενες οχλήσεις μας να ικανοποιήσει το ανωτέρω αίτημά μας. Μου κοινοποίησε δε (στον 1ο από εμάς) την … την από … εξώδικη απάντησή της με την οποία ομολογούσε την έκδοση των ανωτέρω δύο μεταχρονολογημένων επιταγών εν αγνοία μου και επέμενε ότι είχε παραδώσει τα βιβλία της ΟΕ κατά τον ανωτέρω τρόπο στον δικηγόρο της και μπορούσα να τα ελέγξω, που φυσικά ήταν ένα προσχηματικό τέχνασμα να αποφύγει τον έλεγχο αυτών, αφού όπως ειπώθηκε, μόνο «δυό-τρία βιβλία» είχε προσκομίσει στον δικηγόρο της και έτσι ήταν αδύνατος ο πραγματικός και πλήρης έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων της ΟΕ που φανερά έτσι επιχειρούσε να αποφύγει.

           Άλλωστε, όταν ζήτησα την … να μου γνωστοποιήσει τα εμβάσματα πελατών σε τραπεζικούς λογαριασμούς από το πρόγραμμα ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ ΚΑΤ` ΟΙΚΟΝ, αλλά και τα παραστατικά πληρωμής των επιταγών εκδόσεως ΟΕ στους δικαιούχους αυτών για την περίοδο του καλοκαιριού … (Ιουλίου-Σεπτεμβρίου), μου απάντησε (όπως και ο σύζυγός της που ήταν ο πρώην διαχειριστής) «πολύ ξύνεσαι πήγαινε εσύ στις τράπεζες και στις εταιρείες και πάρτα».

          Συνεπεία των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών και εξ` αιτίας του ότι αρνούνταν να ικανοποιήσει τα ανωτέρω δικαιολογημένα και βάσιμα αιτήματά μας, γεγονός που γεννούσε αντικειμενική αμφισβήτηση ως προς την επιμελή και ορθή ή μη διαχείριση, ο 1ος από εμάς άσκησα εναντίον τους την από …………. αίτησή μου ασφαλιστικών μέτρων (αρ. κατ. ……..) στο ΜΠρ……, ζητώντας κατ` άρθρα 755ΑΚ και 731 ΚΠολΔ «Να υποχρεωθούν οι καθ` ων σε ανοχή ώστε να μπορέσω να ελέγξω και πληροφορηθώ αυτοπρόσωπα και συνεπικουρούμενος από τον ιδιώτη λογιστή …….., κάτοικο ………, με ΑΦΜ …….., αδτ ………, ή άλλον που θα ορίσει το δικαστήριό σας λόγω της φύσης και του είδους του ελέγχου (λογιστικά), την πορεία των εταιρικών υποθέσεων της 2ης των καθ` ων ΟΕ και να λάβω γνώση του περιεχομένου όλων ανεξαιρέτως των ανωτέρω επίσημων και ανεπίσημων και πρόχειρων βιβλίων, εγγράφων, καταστάσεων, τραπεζικών λογαριασμών καταθέσεων και αναλήψεων της ΟΕ, καθώς και κατάσταση-αρχείο των επιταγών και των αιτιών-παραστατικών έκδοσής τους και των ληπτών τους, και εν γένει  όλων των λογιστικών βιβλίων, εγγράφων στοιχείων, φορολογικών της βιβλίων, αρχείων, επιταγών και αποδείξεων των συναλλαγών της, έγγραφων και ηλεκτρονικών, που αφορούν στην διαχείριση της ΟΕ και σχετίζονται με την οικονομική της κατάσταση και την πορεία των υποθέσεών της, από την 1-1-2014 και για όλο ανεξαιρέτως το ανωτέρω διάστημα μέχρι την συζήτηση της παρούσης, άλλως μέχρι και σήμερα, δια της προσκομίσεως στα γραφεία της εταιρίας απάντων τούτων από την καθ` ης που τα διακρατεί και να φωτοτυπήσω τα αναγκαία έγγραφα ως εκ τους είδους και της φύσεως του ελέγχου των εγγραφών, της πολυπλοκότητας και της ποσότητας των στοιχείων

          Η συζήτηση της υπόθεσης ορίστηκε για την … και μετά από αναβολή για την …. Λίγες δε ημέρες πρίν τη συζήτηση, δηλ. την …., η εναγομένη μου κοινοποίησε και άλλο εξώδικο με το οποίο με καλούσε την προτεραία της δικασίμου, δηλ. την …. να λάβω γνώση και να ελέγξω «όλα τα βιβλία και στοιχεία και οτιδήποτε άλλο αφορά την λειτουργία της εταιρείας και την οικονομική της κατάσταση από όποιο χρονικό διάστημα επιθυμείτε χωρίς κανένα απολύτως περιορισμό».  Σε αντίθεση δε με το ανωτέρω 1ο εξώδικό της από …, δεν διετείνετο πλέον ότι έχω λάβει γνώση ή ότι μου τα είχε δώσει ή ότι είχα ελέγξει τα αιτούμενα βιβλία και στοιχεία, κάτι που φυσικά αποκάλυπτε την προσχηματικότητα τόσο του 1ου εξωδίκου αφού αφορούσε 2-3 βιβλία χωρίς προσκομιδή κανενός παραστατικού εγγράφου προς έλεγχο, όσο και του 2ου την προτεραία της δικασίμου, γιατί και στο ακροατήριο θα μπορούσε να συναινέσει και να εκδοθεί απόφαση σύστοιχα και με το ανωτέρω εξώδικό της, αλλά δεν το έκανε. Διότι σκοπός της με το ανωτέρω 2ο εξώδικο ήταν να ματαιώσω το δικαστήριο (και να παραπεμφθεί στις καλένδες ο όποιος έλεγχος δια της προσκομιδής κάποιων στοιχείων στο μέλλον) και όχι να λάβω πραγματική γνώση των όλων των δεδομένων της και πραγματικών οικονομικών στοιχείων της επιχείρησης, αφού αυτό είναι αδύνατο να γίνει μία μέρα πριν την δικάσιμο και άλλωστε, όπως ειπώθηκε ήδη από το 1ο της εξώδικο ισχυρίζονταν αντίθετα.

          Εξεδόθη μετά ταύτα η με αρ. ……… απόφαση ασφαλιστικών μέτρων που απέρριψε την αίτησή μου, δεχθείσα ότι ευχερώς θα μπορούσα να προστρέξω στα τραπεζικά ιδρύματα και να λάβω γνώση της έκδοσης των επιταγών της ΟΕ (όχι όμως και της αναγκαιότητάς έκδοσής τους) και να αναζητήσω τα επίσημα φορολογικά στοιχεία της ΟΕ και έτσι δεν υπάρχει επείγουσα περίπτωση για λήψη των αιτούμενων ασφαλιστικών μέτρων καθόσον άλλωστε «η οποιαδήποτε παρέμβαση του δικαστηρίου στις μεταξύ τους σχέσεις με την κρινόμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, θα υποκαθιστούσε την διαδικασία λογοδοσίας». Σημειώνεται δε εδώ ότι οι τράπεζες, αν και ζητήσαμε, δεν μας έδωσαν κατάσταση των επιταγών της ΟΕ.

          Οι υποψίες μας ως προς την μη επιμελή διαχείριση της   εναγομένης διαχειρίστριας, επιτάθηκαν εκ του ότι κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο της ανωτέρω αίτησή μου, ο μάρτυρας της και σύζυγός της ………….. κατέθεσε ότι η εναγομένη διαχειρίστρια δεν εξέδωσε επιταγές επ` ονόματι της ΟΕ από την αρχή της οικονομικής κρίσης (2010-2011 περίπου) μέχρι και το καλοκαίρι του 2019.

          Ωστόσο στο πρόχειρο τετράδιο εσόδων-εξόδων που τηρούσε η εναγομένη και στο οποίο ανέγραφε υπό τη μορφή εσόδων, εξόδων και εβδομαδιαίου υπολοίπου τα σχετικά κονδύλια και επι τη βάσει αυτού, το οποίο μας επεδείκνυε ανα εβδομάδα περίπου, γίνονταν υπ` αυτής και η διανομή του «βδομαδιάτικου» στους εταίρους (βλ. αναλυτικά κατωτέρω),   καταχωρούσε ως έξοδο και τις επιταγές της ΟΕ που έπρεπε να πληρωθούν και πράγματι πληρώνονταν στους τρίτους (και άρα αποτελούσαν δαπάνη που έπρεπε να αφαιρεθεί από τις εισπράξεις για την εξεύρεση του όποιου καταλοίπου). Προκύπτει έτσι απ` αυτό, ότι παρά τα όσα αντίθετα κατέθεσε, η εναγομένη ως διαχειρίστρια της εταιρείας, εξέδωσε σωρεία επιταγών προς τρίτους (βλ. αναλυτικά κατωτέρω). Εξ` αυτού δε και μόνο ήταν πλέον φανερό ότι προέκυπταν σοβαρές υπόνοιες και αμφισβητήσεις περί του εάν τα ανωτέρω ποσά επιταγών που εξέδιδε, ανταποκρίνονταν και αφορούσαν σε αληθείς συμβατικές υποχρεώσεις της ΟΕ προς τρίτους, ή εάν ήταν πλασματικά έξοδα, γιατί ενώ από την μία δεν γίνονταν δεκτή καν η έκδοσή τους από την ίδια, από την άλλη τα ποσά τους είχαν καταχωριστεί υπ` αυτής στο πρόχειρο τετράδιο ως έξοδα αυτής που έπρεπε να πληρωθούν ως δαπάνη-έξοδα, χωρίς ταυτόχρονα να προσκομιστούν ποτέ μέχρι τότε τιμολόγια ή οποιοδήποτε άλλο παραστατικό που να δικαιολογεί την αναγκαιότητα έκδοσης και πληρωμής του ποσού τους.   

          Επιπλέον από τις καταστάσεις αναλήψεων και καταθέσεων που ζήτησα και έλαβα το ίδιο διάστημα από τις τράπεζες (σημειώνεται ότι εξ` αυτών προκύπτει λόγω αναγραφής του ονόματός της, ότι η εναγόμενη ήταν αυτή που έκανε τις αναλήψεις και καταθέσεις, δηλ. τις συναλλαγές, η δε μόνη φορά που συναλλάχθηκα ο 1ος από εμάς ήταν τον 7ο/2019, όταν, όπως προκύπτει και από το ανωτέρω 1ο εξώδικό της η ίδια απουσίαζε σε υπερμηνιαίες καλοκαιρινές διακοπές), σε συνδυασμό με όσα η εναγόμενη ανέγραφε στο πρόχειρο τετράδιο εσόδων-εξόδων για τα έσοδα και τα έξοδα της εταιρείας και συγκεκριμένα από την αντιστοίχιση και αντιπαραβολή τους, προέκυψε για πρώτη φορά ότι η εναγομένη στα πλαίσια της διαχείρισης των υποθέσεων και συναλλαγών της εταιρείας που συνεπάγονταν εισπράξεις και δαπάνες, δεν καταχωρούσε ως έσοδα στο πρόχειρο αυτό τετράδιο τα αληθή ποσά των εισπράξεων που κατέθεταν οι πελάτες στους λογαριασμούς της εταιρείας, αλλά μικρότερα ποσά και έτσι προέκυπτε ότι απέκρυπτε τα αληθή υπέρτερα κατατεθέντα απ` αυτούς, ενώ καταχωρούσε ως δαπάνες ποσά μεγαλύτερα σε σχέση με τα αληθή μικρότερα που πλήρωνε σε τρίτους ως έξοδα της εταιρείας και έτσι προέκυπτε ότι διόγκωνε τα έξοδα πλασματικά και αναληθώς, με αποτέλεσμα το παρουσιαζόμενο υπ` αυτής εβδομαδιαίως με το ανωτέρω πρόχειρο τετράδιο, κατάλοιπο, να μην είναι πραγματικό. Ειδικότερα: 

Αρ.Απ.654/2020

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΒΟΛΟΥ
Τμήμα Α' - Μονομελές

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου στις 4 Ιουνίου 2020, με δικαστή την Βαλεντίνη Σόμπολου, Πρωτόδικη Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Κωνσταντία Ζμα, δικαστική υπάλ­ληλο,

για να δικάσει την προσφυγή με ημερομηνία κατάθεσης ……………… (αρ. κατ. ΠΡ …………………..),του ……………. του ………………….. και της ……………., κατοίκου ……………….(οδός ……………….), ο οποίος λογίζεται ότι παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Ανδρέα Βρόντου, με την κατατεθείσα στις …………… δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Διοικ.Δικ.,

κατά του Ελληνικού Δημοσίου, όπως νομίμως εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος λογίζεται ότι παραστάθηκε διά της Δικαστικής Πληρεξούσιας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ……………..…., με την κατατεθείσα στις ……………… δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Διοικ.Δικ..

Η κρίση του Δικαστηρίου είναι η εξής:

  • Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας κατα­τέθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. το με κωδικό ………………… ηλε­κτρονικό παράβολο ποσού 100 ευρώ, σε συνδυασμό με την από ………….. απόδειξη εντολής πληρωμής της Τράπεζας ………………..), ζητείται, παραδεκτώς, η ακύρωση της ………………….. πράξης καταλογισμού προστίμου του Δασάρχη …………., με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 271 του Δασικού Κώδικα, πρόστιμο ύψους 16.308 ευρώ για παράνομη υλοτομία.
  • Επειδή, το ν.δ. 86/1969 (Α' 7), με τίτλο «Δασικός Κώδιξ», ορίζει στην παράγραφο 8 του άρθρου 271, όπως η εν λόγω παράγραφος [η οποία είχε προστεθεί ως νέα παράγραφος 8, κατόπιν αναρίθμησης της παραγράφου 8 σε 9, με την περ. στ' του άρθρου 2 του ν. 4138/2013 (Α' 72) και στη συνέχεια τρο­ποποιηθεί με την παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4180/2013 (Α' 182)] αντικαταστάθηκε εκ νέου με την παρ. 4 του άρθρου 47 του ν. 4280/2014 (Α' 159) και ισχύει, ότι: «α. Επίσης, επιβάλλεται σε έκαστον των παραβατών και εις ολόκλη­ρον με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη πρόστιμο ανά μονάδα μέτρη­σης της παρανόμως υλοτομηθείσας ή μεταφερόμενης ξυλείας ή των καυσοξύ­λων, ίσο με το πενταπλάσιο της αγοραίας τιμής, της προβλεπομένης από τον πίνακα διατίμησης δασικών προϊόντων για την αντίστοιχη κατηγορία. ... β. ... Το πρόστιμο βεβαιώνεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., εισπράττεται κατά τα ισχύοντα για την είσπραξη δημοσίων εσόδων και αποδίδεται στον Ειδικό Φορέα Δασών του Πράσινου Ταμείου. ... γ. ... δ. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης από το ποινικό δικαστήριο ..., το επιβληθέν πρόστιμο διαγράφεται και το καταβληθέν ποσό αυτού επιστρέφεται από τον φορέα στον οποίο απο­δόθηκε. ...».
  • Επειδή, περαιτέρω, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Διοικ.Δικ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α' 97), ορίζει στο άρθρο 142 ότι: «1. Η δίκη καταργείται αν, πριν από το πέρας της τελευταίας συζήτη­σης: α) εκλείψει το αντικείμενό της, ή β) ... 2. Η κατάργηση διαπιστώνεται με απόφαση του δικαστηρίου ...».
  • Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Σύμφωνα με την από …………………… έκθεση βεβαίωσης πα­ράβασης του υπαλλήλου του Δασαρχείου …………., Δασοφύλακα ………………………, σε έλεγχο που διενεργήθηκε, ύστερα από καταγγελία, στη θέση ………………….. σπηλιά της τέως Κοινότητας και ήδη Δημοτικής Ενότητας …………….του Δήμου ………………….., διαπιστώθηκε ότι ο προσφεύγων (από κοινού με τον …………………) είχε προβεί σε παράνομη υλοτομία αριάς, ……………………… κ.λπ. συνολικού όγκου 160 χ.κ.μ. χωρίς άδεια αρμόδιας αρχής (βλ. και την σχετικώς συνταχθείσα στις ………………….. έκθεση κατάσχεσης του ιδίου Δασοφύλακα, στην οποία αναγράφεται ότι κατασχέθηκαν αναλυτικά: 60 χ.κ.μ. καυσόξυλα αριάς, 80 χ.κ.μ. καυσόξυλα αγριοκαστανιάς και 20 χ.κ.μ. καυσόξυλα οστρυάς κ.λπ.). Κατόπιν τούτου, το Δασαρχείο …………….. υπέβαλε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών …………….. το με αρ. ………………………. πρωτόκολλο μήνυσης, κατά του προσφεύγοντος (και του …………………….), για παράνομη υλοτομία των ανωτέρω κατασχεθέντων ποσοτήτων καυσόξυλων σε δάσος της τέως Κοι­νότητας …………….του Δήμου …………………, πράξη που τελέσθηκε κατά το χρονικό διάστημα από Ιανουάριο 2013 έως Μάιο του 2013 στη θέση ………………….., προξενώντας ζημία εκτιμηθείσα σε 3.182,11 ευρώ. Επίσης, σε βάρος του προσφεύγοντος εκδόθηκε η προσβαλλόμενη ……………………………. πράξη καταλογισμού του Δασάρχη …………., με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του πρόστιμο ύψους 16.308 ευρώ, για την πα­ράνομη υλοτομία της προαναφερθείσας ποσότητας καυσόξυλων. Επιπλέον, υποβλήθηκε στη Δ.Ο.Υ. …………………όπου υπάγεται ο προσφεύγων (με Α.Φ.Μ. …………………), ο οικείος, από …………………….., χρηματικός κατάλογος του Δασαρχείου ……………….(για βεβαίωση σε βάρος του προσφεύγοντος του κατά τα ανωτέρω επιβληθέντος προστίμου ποσού 16.308 ευρώ), ο οποίος χρηματικός κατάλογος έλαβε αρ. πρωτ. Δ.Ο.Υ. ……………………………. και συντάχθηκε σχετικά η με αριθμό ……………………… ταμειακή βεβαίωση. Κατά της προσβαλλόμενης πράξης καταλογισμού προστίμου, ο προσφεύγων άσκησε, στις ……………….., την υπό κρίση προσφυγή, με την οποία αμφισβητεί τη νομιμότητά της και ζητά την ακύρωσή της. Ωστόσο, μετά την άσκηση της κρινόμενης προσφυγής, εκδόθηκε η …… απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013