ΑΠ 952/2014.Επεκατατικό αποτέλεσμα ενδίκου μέσου-αναίρεσης.469ΚΠΔ.ακάλυπτη επιταγή.συναυτουργία

Αριθμός 952/2014 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παναγιώτη Ρουμπή Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Βασίλειο Καπελούζο και Πάνο Πετρόπουλο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 17-9-2014, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θεοδώρου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αιτούντος ++ του ++, κατοίκου ++, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ανδρέα Βρόντο, για επέκταση του αναιρετικού αποτελέσματος της υπ'αριθ. 1268/201 3 αποφάσεως του Αρείου Πάγου.

Ο Άρειος Πάγος με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και αιτών ζητεί την επέκταση του αναιρετικού αποτελέσματος αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 3 Απριλίου 2014 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 416/2014.

Αφού άκουσε

Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 145 παρ. 1 και παρ. 2 ΚΠΔ, σε συνδυασμό με εκείνες περί ενδίκων μέσων, σαφώς συνάγεται ότι ως διόρθωση ή συμπλήρωση της απόφασης εννοείται η αποκατάσταση της πραγματικής βούλησης του δικαστηρίου, με την αποβολή στοιχείων ξένων προς αυτήν, που παρεισέφρησαν στο κείμενο της ή με την παράθεση σ' αυτό στοιχείων αναγκαίων που παραλείφθηκαν από αυτό, από παραδρομή ή αβλεψία ή από άλλη παρόμοια αιτία και όχι η άρση των σφαλμάτων που δημιουργούν ακυρότητα ή των ουσιαστικών σφαλμάτων, τα οποία είναι αντικείμενο της κρίσης του ανώτερου δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της υπόθεσης μετά από άσκηση ένδικου μέσου. Έτσι, απαραίτητη προϋπόθεση της διόρθωσης ή της συμπλήρωσης είναι η ύπαρξη ή παράλειψη τέτοιου στοιχείου και η αιτία στην οποία οφείλεται αυτό. Η διάταξη του άρθρου 145 ΚΠΔ εφαρμόζεται και επί των αποφάσεων του Αρείου Πάγου.

 Εξάλλου κατά τις διατάξεις του άρθρου 469 ΚΠΔ. «Αν στο έγκλημα συμμετείχαν περισσότεροι ή αν η ποινική ευθύνη ενός κατηγορουμένου εξαρτάται σύμφωνα με το νόμο από την ευθύνη του άλλου, το ένδικο μέσο που ασκεί κάποιος από τους κατηγορουμένους, ακόμα και όταν χορηγείται μόνο σ' αυτόν από το νόμο, καθώς και οι λόγοι τους οποίους προτείνει, αν δεν αναφέρονται αποκλειστικά στο πρόσωπο του, ωφελούν και τους υπόλοιπους κατηγορουμένους. Στην περίπτωση της συνάφειας(άρθρα 128 και 131) ισχύει ο ίδιος κανόνας, μόνο αν οι λόγοι που προβάλλονται με το ένδικο μέσο αφορούν παραβάσεις της διαδικασίας και δεν αρμόζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο εκείνου που το άσκησε. Για τη συζήτηση του ένδικου μέσου δεν είναι αναγκαία η κλήτευση των ωφελουμένων κατηγορουμένων, οι οποίοι όμως μπορούν να εμφανισθούν και να συμμετάσχουν στη δίκη. Σε περίπτωση που το δικαστήριο παρέλειψε να αποφανθεί για το επεκτατικό αποτέλεσμα του ένδικου μέσου, μπορεί μετά από αίτηση αυτών ή του εισαγγελέα να επιληφθεί εκ νέου προς συμπλήρωση της αποφάσεως του». Κατά την έννοια της παραπάνω διάταξης, δικαιολογητικός λόγος, της οποίας είναι η αρχή της ισότητας και η εναρμόνιση των ευνοϊκών αποτελεσμάτων για όλους τους συμμέτοχους, γενικές προϋποθέσεις για όλες τις άνω προβλεπόμενες περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου αυτού είναι: α) να ασκήθηκε το ένδικο μέσο από συγκατηγορούμενο που εδικαιούτο να ασκήσει αυτό και δεν κρίθηκε για οποιονδήποτε λόγο απαράδεκτο, β) οι προταθέντες από αυτόν λόγοι να μην άρμοζαν αποκλειστικά στο πρόσωπο του και γ) οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι είτε δεν δικαιούνται να ασκήσουν το ένδικο μέσο, είτε δικαιούνται μεν, αλλά δεν το άσκησαν εντός της νόμιμης προθεσμίας ή το άσκησαν, και τούτο απορρίφθηκε ως απαράδεχτο ή ανυποστήρικτο. Δηλαδή καθιερώνεται υπέρ του συγκατηγορουμένου, έστω και αν δεν χορηγείται σε αυτόν από τον ΚΠΔ., το ένδικο μέσο τόσο της έφεσης όσο και της αναίρεσης, επέκταση της ευνοϊκής κρίσης του ανώτερου δικαστηρίου, αν οι λόγοι που έγιναν δεκτοί, με απόφαση ή με βούλευμα, δεν αρμόζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο αυτού που άσκησε παραδεκτά το ένδικο μέσο, το οποίο τελικά έγινε δεκτό ως βάσιμο. Εάν συντρέχουν οι όροι αυτοί, εφ'οόσον με το ασκηθέν ένδικο μέσο βελτιώθηκε η θέση αυτού που το άσκησε, ωφελούνται και οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι , αλλά μόνον για αντικειμενικούς λόγους, που δεν αρμόζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του ασκήσαντος το ένδικο μέσο, όπως είναι το μη αξιόποινο της πράξης, το κατ' ουσία ανύπαρκτο της κατηγορίας και όχι για λόγους προσωπικούς. Οι ωφελούμενοι κατά τα παραπάνω από το επεκτατικό αποτέλεσμα, δικαιούνται: α) να συμμετάσχουν στη δίκη ως διάδικοι, κατά τη συζήτηση του ένδικου μέσου του άλλου και να ζητήσουν εφαρμογή του επεκτατικού αποτελέσματος και σε αυτούς, χωρίς να δικαιούνται να προβάλλουν ίδιους λόγους, κύριους ή πρόσθετους και β) αν δεν συμμετείχαν στη διαδικασία ή στη δίκη επί του ενδίκου μέσου του άλλου ή αν το δικαστήριο δεν επεξέτεινε και σε αυτούς αυτεπάγγελτα, όπως μπορούσε, το ευεργετικό αποτέλεσμα, να ασκήσουν μεταγενέστερα αυτοτελή αίτηση στο δικάσαν το ένδικο μέσο και να ζητήσουν συμπλήρωση της εκδοθείσας απόφασης ή του βουλεύματος, ώστε να ωφεληθούν από το τυχόν ευεργετικό αποτέλεσμα που προέκυψε από το ένδικο μέσο του άλλου.  

Στην προκειμένη περίπτωση με την 665/2012 απόφαση του Τριμελούς Πλημ/κείου Καρδίτσας, καταδικάστηκαν, σε δεύτερο βαθμό, για παράβαση του άρθρου 79 Ν.5960/1933, η ++ και ο νυν αιτών ++, ως συναυτουργοί, σε ποινή φυλακίσεως οκτώ (8) μηνών ο καθένας Κατά της παραπάνω απόφαοης άσκησεν αναίρεση μόνον η πρώτη κατηγορουμένη και εκδόθηκε η με αρ.1268/2013 απόφαση του Αρείου Πάγου, από την παραδεκτή επισκόπηση της οποίας προκύπτει ότι αναιρείται η άνω καταδικαστική απόφαση και παραπέμπεται η υπόθεση για νέα συζήτηση, μόνον ως προς την ανωτέρω αναιρεσείουσα, κατά παραδοχή ως βάσιμου, αντικειμενικού λόγου, εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Ε'ΚΠΔ, έλλειψης νόμιμης βάσης, για ανέφικτο ελέγχου ορθής εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 45 ΠΚ και 79 παρ. 1 Ν.5960/1933. Με την κρινόμενη από 7/4/2014 αίτηση, ο μη συμμετασχών στην άνω δίκη του Αρείου Πάγου, δεύτερος καταδικασθείς κατηγορούμενος ++ ζητεί τη συμπλήρωση της ανωτέρω απόφασης του Αρείου Πάγου, ώστε εφαρμοζομένου, κατ' άρθρο 469 ΚΠΔ., του επεκτατικού αποτελέσματος, να αναιρεθεί η 665/2012 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Καρδίτσας και ως προς αυτόν. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η υπό κρίση αίτηση κατατέθηκε απαραδέκτως στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Καρδίτσας, ο Άρειος Πάγος βάσει του άρθρου 145 ΚΠΔ δύναται και αυτεπάγγελτα να προβαίνει στη διόρθωση των αποφάσεών του. Από την απλή επισκόπηση της ανωτέρω απόφασης 1268/2013 του Αρείου Πάγου καθίσταται πρόδηλο, ότι ο λόγος αναίρεσης που έγινε δεκτός είναι αντικειμενικός καθόσον δεν αφορά αποκλειστικά στο πρόσωπο της αναιρεσείουσας ++. Ειδικότερα η συγκεκριμένη απόφαση έκρινε ότι: «Υπό τις ανωτέρω όμως εκτεθείσες παραδοχές και εν όψει του ότι σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, δεν συγκροτείται συναυτουργική συμμετοχή όταν οι κατηγορούμενοι δεν εκδίδουν την επιταγή από κοινού, ως συνεκδίδοντες, στερείται η προσβαλλόμενη νόμιμης βάσης, καθόσον στο πόρισμά της έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αναφορικά με την συναυτουργική συμμετοχή της αναιρεσείουσας στην τέλεση του αδικήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, ενόψει του προβληθέντος, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης απόφασης, ισχυρισμού αυτής, ότι στο σώμα της ένδικης επιταγής υφίσταται μία μόνο υπογραφή, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος περί της ορθής ή μη εφαρμογής των ουσιαστικών διατάξεων των άρθρων 45 του ΠΚ και 79 παρ. 1 του ν. 5960/1933». Το Δικαστήριο όμως του Αρείου Πάγου παρέλειψε να αποφανθεί όπως όφειλεν αυτεπάγγελτα για το επεκτατικό αποτέλεσμα του ως άνω ασκηθέντος ενδίκου μέσου της αναίρεσης και στον μη ασκήσαντα αυτό και μη παρεμβάντα στη δίκη αιτούντα. Επομένως, σύμφωνα με τα εκτεθέντα, το επωφελές για την αναιρεσείουσα ++ αποτέλεσμα του ένδικου μέσου της αναίρεσης, που άσκησε μόνον αυτή, πρώτη κατηγορουμένη, πρέπει κατ' άρθρο 469 του ΚΠΔ. να επεκταθεί αυτεπάγγελτα και στον αιτούντα μη ασκήσαντα αναίρεση, συγκατηγορούμενο και συγκαταδικασθέντα ++. Κατ' ακολουθία, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση, να συμπληρωθεί αυτεπάγγελτα η 1268/2013 απόφαση του Αρείου Πάγου και κατ' εφαρμογή του άρθρου 469 ΚΠΔ να κριθεί ότι ο ++ του ++ ωφελείται από την ασκηθείσα και γενόμενη δεκτή αίτηση αναίρεσης της συγκατηγορουμένης του ++ του ++, να αναιρεθεί η με αριθ 665/2012 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Καρδίτσας και ως προς τον αιτούντα και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο συντιθέμενο όμως από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συμπληρώνει τη με αριθ. 1268/2013 απόφαση του.

Επεκτείνει το αναιρετικό αποτέλεσμα της ανωτέρω αποφάσεως του Αρείου Πάγου και στον καταδικασθέντα αιτούντα ++ του ++.

Αναιρεί τη με αριθ. 665/2012 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Καρδίτσας και ως προς τον αιτούντα - συγκαταδικασθέντα ++ του ++.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση, και κατά το αναιρούμενο ως παραπάνω μέρος της, στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν την παρούσα υπόθεση.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 1 Οκτωβρίου

ακροατήριό του στις 2 Οκτωβρίου2014.

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013