ΠΠρΚαρδ 13/2018.διατάραξη κυριότητας.αρνητική αγωγή 1108ΑΚ.σχέση με αξιώσεις 1003,1004ΑΚ.ειδική αγωγή απο ΓΟΚ.συνένωση αγωγών.αρμοδιότητα αναγνωριστικής αγωγής.παραγραφή αξιώσεων γειτονικού δικαίου

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης
13/2018

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Παναγιώτα Ράπτη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Βασδέκη Μαρία, Πρωτόδικη - Εισηγήτρια, Ελένη Σούρλα, Πρωτόδικη και από τη Γραμματέα ++.

          Συνεδρίασε      δημόσια στο ακροατήριό του, στις ++, για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ:

Του καλούντος - ενάγοντος: ++, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου, Ανδρέα Βρόντου.

Του καθ'ού η κλήση - εναγομένου: ++, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου, ++. Ο καλών - ενάγων, άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Καρδίτσας την από ++ και με αύξοντα αριθμό καταθέσεως ++ αγωγή του, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε η ++. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε η με αριθμό ++ απόφαση του Ειρηνοδικείου Καρδίτσας, με την οποία το Δικαστήριο κηρύχθηκε καθ' ύλην αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Ήδη ο καλών - ενάγων, με την από ++ κλήση του (αριθμ.εκθ.κατ. ++) φέρει ενώπιον του δικαστηρίου τούτου προς εκδίκαση την από ++ αγωγή του - δικάσιμος της οποίας ορίστηκε, κατόπιν αναβολής, η αναγραφόμενη στην αρχή της  παρούσας - και ζητεί να γίνει δεκτή.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και την εκφώνηση αυτής από τη σειρά που είχε στο πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους και ζήτησαν όσα αναγράφονται σε αυτές.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Ι)Σύμφωνα με το άρθρο 46 του ΚΠολΔ., προβλέπεται ότι «αν το δικαστήριο δεν είναι καθ' ύλην ή κατά τόπο αρμόδιο, αποφαίνεται για αυτό αυτεπαγγέλτως και προσδιορίζει το αρμόδιο δικαστήριο στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση. Η παραπεμπτική απόφαση, όταν τελεσιδικήσει είναι υποχρεωτική, τόσο για την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου, που παρέπεμψε, όσο και για την αρμοδιότητα του δικαστηρίου στο οποίο γίνεται η παραπομπή...». Κατά δε την διάταξη του άρθρου 513 παρ. 1 εδ. α' του ΚΠολΔ ορίζεται ότι «Έφεση επιτρέπεται μόνο κατά των αποφάσεων που εκδίδονται στον πρώτο βαθμό: εκείνων που παραπέμπουν την υπόθεση στο αρμόδιο δικαστήριο λόγω αναρμοδιότητας...». Από τον συνδυασμό των ως άνω διατάξεων συνάγεται ότι η απόφαση, που αποφαίνεται για την υλική αρμοδιότητα του δικαστηρίου και καθορίζει το αρμόδιο δικαστήριο στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση, υπόκειται σε έφεση, όταν δε η απόφαση του παραπέμποντος δικαστηρίου καταστεί τελεσίδικη, είναι υποχρεωτική τόσο για την αναρμοδιότητα του παραπέμψαντος, όσο και για την αρμοδιότητα του δικαστηρίου στο οποίο γίνεται η παραπομπή. Η διάταξη του άρθρου 46 εδ.β' του ΚΠολΔ αποσκοπεί στην αποφυγή αρνητικής σύγκρουσης της αρμοδιότητας και έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, στην περίπτωση που, παράλληλα με την συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του δικαστηρίου της παραπομπής ασκούσε κάποιος από τους διαδίκους έφεση κατά της απόφασης του παραπέμψαντος δικαστηρίου. Σε περίπτωση κατά την οποία η υπόθεση εισάγεται για να συζητηθεί στο δικαστήριο, στο οποίο έγινε η παραπομπή, πριν από την τελεσιδικία της απόφασης περί παραπομπής το ζήτημα της τύχης αυτής της αγωγής στασιάζει στη νομολογία (βλ. σχετικά Νικάς σε ΕρμΚΠολΔ, Κεραμέα- Κονδύλη-Νίκα, έκδοση 2000, υπό το 46, παρ. 11, σελ. 108, όπου παρατίθενται οι σχετικές απόψεις). Κατά μία άποψη το αρμόδιο δικαστήριο δεν δεσμεύεται στο πρώιμο αυτό στάδιο από την απόφαση περί παραπομπής και μπορεί όχι μόνο να εκδικάσει, αλλά και να αναπέμψει την αγωγή στο δικαστήριο, που την παρέπεμψε (ΕφΑΘ 513/1997, ΝΟΜΟΣ, ΕφΚρήτης 502/1991, ΕλλΔνη 33, σελ. 1273), κατά άλλη δε άποψη θεωρείται αδύνατη η εκδίκαση αυτή και είτε κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση αυτής (ΕφΠατρ 719/2003, ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 1644/1988, ΕλλΔνη 30, σελ. 631, ΕφΑΘ 6104/1982, ΕλλΔνη 24, σελ. 55, ΠΠρΑΘ 1213/1989, ΑρχΝ 1989, σελ. 241), είτε αναβάλλεται η έκδοση απόφασης κατά την διάταξη του άρθρου 249 του ΚΠολΔ (ΠΠρΑΘ 1213/1989, ΝΟΜΟΣ), είτε τέλος διατάσσεται η επανάληψη της συζήτησης αυτής κατά την διάταξη του άρθρου 254 του ΚΠολΔ (ΕφΑΘ 1092/1977, ΕλλΔνη 1977, σελ. 252). Πάντως, σε κάθε περίπτωση και ανεξαρτήτως της ανωτέρω διχοστασίας στην νομολογία, κατά την άποψη, που το παρόν Δικαστήριο θεωρεί ως ορθότερη, η εισαγωγή από τον ένα διάδικο της αγωγής (ή ανακοπής αντίστοιχα) με κλήση στο δικαστήριο, που αυτή έχει παραπεμφθεί, συνιστά σιωπηρή αποδοχή της παραπεμπτικής απόφασης και επομένως παραίτηση από το δικαίωμα για άσκηση έφεσης τόσο για τον επισπεύδοντα, όσο και για τον αντίδικο, εφ' όσον και αυτός δεν αντιλέγει (βλ. σχετικά ΑΠ 321/1989, ΝοΒ 1990, σελ. 1182, ΕφΔωδ 185/2009, ΕφΠατρ 719/2003, ΝΟΜΟΣ, με περαιτέρω παραπομπές σε νομολογία). Η παραίτηση αυτή είναι έγκυρη και χωρίς να τηρηθεί ο τύπος που προβλέπει το άρθρο 297 του ΚΠολΔ, ο οποίος απαιτείται αποκλειστικά για την παραίτηση από το δικόγραφο ή το δικαίωμα του ενδίκου μέσου, που έχει ασκηθεί (ΟλΑΠ 626/1980).

Στην προκειμένη περίπτωση ασκήθηκε η από ++ και με γενικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου ++ αγωγή ενώπιον του Ειρηνοδικείου Καρδίτσας, η οποία και συζητήθηκε, την ++, αντιμωλία των διαδίκων ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου, το οποίο εξέδωσε την υπ'αριθμ. ++ οριστική απόφασή του, με την οποία κηρύχθηκε αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ως καθ' ύλην αρμόδιου. Η απόφαση αυτή επιδόθηκε, επιμελεία του ενάγοντος στον εναγόμενο, στις ++, οπότε και παρέλαβε ο ίδιος ( ο εναγόμενος) σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 122,124,125,126 και 127 του ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από τον καλούντα - ενάγοντα, υπ'αριθμ. ++ έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Λάρισας, με έδρα το Πρωτοδικείο Καρδίτσας, Δημητρίου Σφήκα. Ακολούθως, με την από ++  και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ++ κλήση, ο ενάγων επανέφερε την υπόθεση για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Από την παραδεκτή προεπισκόπηση των εγγράφων του φακέλου της δικογραφίας δεν προέκυψε ότι ασκήθηκε έφεση κατά της ως άνω οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Καρδίτσας εντός της νομίμου εκ του άρθρου 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επομένη της επίδοσης της απόφασης αυτής από οποιονδήποτε των διαδίκων, ούτε, άλλωστε, οι διάδικοι ισχυρίστηκαν τούτο με τις νομοτύπως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις τους, όπως αυτό προκύπτει από το σύνολο του περιεχομένου τους. Συνεπώς, δεδομένης της παρέλευσης, κατά τα ανωτέρω, της προθεσμίας για την άσκηση έφεσης κατά της ως άνω παραπεμπτικής απόφασης, χωρίς να γίνεται επίκληση από κανένα από τα διάδικα μέρη ότι ασκήθηκε εντός αυτής έφεση, αλλά και σε κάθε περίπτωση δεδομένης της επαναφοράς του δικογράφου της αγωγής προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, επιμελεία του ενάγοντος και της παράστασης του εναγομένου στην συζήτησή της, χωρίς να αντιλέγει ειδικώς προς τούτο, από την οποία συνάγεται, σύμφωνα και με τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη της παρούσας, σιωπηρή αποδοχή της παραπεμπτικής απόφασης εκ μέρους απάντων των διαδίκων και εντεύθεν παραίτηση από το δικαίωμά τους για άσκηση έφεσης, προκύπτει συνεκδοχικά ότι η ως άνω παραπεμπτική απόφαση έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη και νομίμως φέρεται για συζήτηση στο παρόν Δικαστήριο η ένδικη αγωγή, δεσμευόμενου πλέον του παρόντος Δικαστηρίου τόσο ως προς την αναρμοδιότητα του παραπέμψαντος δικαστηρίου, όσο και ως προς την αρμοδιότητα του ίδιου, δέσμευση, η οποία, βέβαια, σε κάθε περίπτωση περιορίζεται μόνο στο επίπεδο της αρμοδιότητας και δεν περιλαμβάνει και το ορισμένο και το νόμω βάσιμο της αγωγής (βλ. σχετικά Νικάς, ό.π., παρ. 14, σελ. 109).

II) Κατά τη διάταξη του άρθρου 1108 παρ.1 εδ. α’ του ΑΚ, αν η κυριότητα προσβάλλεται με άλλο τρόπο εκτός από αφαίρεση ή κατακράτηση του πράγματος, ο κύριος δικαιούται να απαιτήσει από εκείνον που προσέβαλε την κυριότητα, να άρει την προσβολή και να την παραλείπει στο μέλλον, δεν αποκλείεται δε περαιτέρω αξίωση αποζημίωσης κατά τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες (ΑΠ 959/2005 ΕλλΔνη 46. 1395). Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι η αρνητική αγωγή, της οποίας βάση είναι η κυριότητα του ενάγοντος επί του πράγματος και η προσβολή της με πράξεις διατάραξης ή επέμβασης, ασκείται στην περίπτωση μερικής και όχι ολικής προσβολής της κυριότητας, δηλαδή όταν ο κύριος διαταράσσεται στη νομή του που ασκεί επί του πράγματος και όχι όταν προσβάλλεται με άλλο τρόπο, όπως με την αφαίρεση ή κατακράτηση του πράγματος, οπότε προστατεύεται με τη διεκδικητική αγωγή κατ’ αυτού που κατέχει το πράγμα. Διατάραξη της κυριότητας (ή συγκυριότητας) αποτελεί κάθε έμπρακτη εναντίωση στο θετικό ή αποθετικό περιεχόμενο της κυριότητας, δηλαδή όταν ο εναγόμενος ενεργεί στο πράγμα πράξεις, τις οποίες μόνο ο κύριος δικαιούται να ενεργήσει ή όταν εμποδίζει τον κύριο να ενεργήσει στο δικό του πράγμα, η δε διατάραξη αυτή έχει ως συνέπεια τη μη ελεύθερη και ανενόχλητη χρησιμοποίηση, εκμετάλλευση και απόλαυση ορισμένων μόνο εξουσιών από την κυριότητα επί του πράγματος (ΑΠ 1792/2009 ΝΟΜΟΣ. ΑΠ 1026/2006 ΝοΒ 56 618. ΑΠ 399/2006 ΕλλΔνη 47. 828. ΕφΑΘ 3770/2004 ΕλλΔνη 45. 1692, ΕφΘεσ 2618/2006 Αρμ 61. 1924. ΕφΠειρ 766/2005 ΕλλΔνη 47. 845). Τέτοιες πράξεις διατάραξης ή επέμβασης είναι και οι επενέργειες που προέρχονται από το γειτονικό ακίνητο (Α.Π.. 901/2015, Νόμος). Επί ομόρων ακινήτων, παράνομη προσβολή της κυριότητας (διατάραξη) θα στοιχειοθετείται κατά νόμο, μόνον εφόσον ο κύριος του ενός ακινήτου κινείται εκτός των ορίων που οριοθετούν το οικείο δικαίωμά του, αφού μόνον τότε διαταράσσει παρανόμως την κυριότητα του γείτονα του. Εξάλλου, αν η διατάραξη που στηρίζει αρνητική αγωγή ή αγωγή περί προστασίας νομής ή κατοχής, οφείλεται σε εκπομπές ή άλλες παρόμοιες επενέργειες από γειτονικό ακίνητο κατά την έννοια των άρθρων 1003 και 1004 Α.Κ τότε μόνο οι υλικές εκπομπές ή άλλες παρόμοιες επενέργειες ήτοι εκείνες που αφορούν μόρια ή άτομα ή μέρη ατόμων ή κύματα όπως καπνό, αιθάλη, αναθυμιάσεις, θόρυβο, εκτυφλωτικό φως, δονήσεις, σκόνη, υγρασία, ψύξη, θερμότητα, ηλεκτρική ενέργεια, ραδιενέργεια κ.λ.π , συνιστούν διατάραξη που παρέχει στο κύριο την αρνητική αγωγή και στο νομέα ή κάτοχο την περί διαταράξεως της νομής ή κατοχής αγωγή, όχι όμως και οι επεμβάσεις που είναι απλώς ιδεατές (π.χ λειτουργία στο γειτονικό ακίνητο σχολής γυμνιστών κολυμβητών, ή κακόφημου οίκου). Επομένως δεν συνιστά εκπομπή ή άλλη παρόμοια επενέργεια, κατά την έννοια των άρθρων 1003 και 1004 Α.Κ, και συνεπώς δεν αποτελεί διατάραξη της νομής ή κατοχής η διάνοιξη και        διατήρηση παραθύρου σε υφιστάμενο εντός γειτονικού ακινήτου οίκημα, οσοδήποτε και αν το παράθυρο προσεγγίζει προς το γειτονικό ακίνητο Α.Π. 810/2005, Εφ.ΑΘ. 2579/2003,Νόμος).Για το ορισμένο και την πληρότητα της πιο πάνω αρνητικής της κυριότητας αγωγής απαιτείται να εκτίθενται συνοπτικά τα εξής στοιχεία: α) η κυριότητα του ενάγοντος πάνω στο πράγμα, β) η διατάραξη της κυριότητάς του από τον εναγόμενο, γ) το παράνομο της διατάραξης, δ) αίτημα για άρση της προσβολής και παράλειψής της στο μέλλον. Ειδικότερα, πρέπει να εκτίθενται, μεταξύ άλλων, τα περιστατικά που συνιστούν την παράνομη διατάραξη της κυριότητας του ενάγοντος, η οποία συνίσταται σε κάθε έμπρακτη εναντίωση στις εξουσίες που παρέχει ο νόμος στον κύριο, που δεν φτάνει, όμως, μέχρι την καθολική αποστέρηση της νομής αλλά έχει ως συνέπεια την παρεμπόδιση της ελεύθερης χρησιμοποίησης, εκμετάλλευσης και απόλαυσης του πράγματος ως προς τις παραπάνω εξουσίες ή ορισμένες από αυτές. Η διατάραξη είναι παράνομη, αν εκείνος που έκανε την προσβολή ενήργησε χωρίς δικαίωμα (βλ. Παπαδόπουλου, Η Αρνητική Αγωγή, έκδ. 1984. σελ. 153, Α. Γεωργιάδη, σε Γεωργιάδη - Σταθόπουλου Αστικός Κώδιξ, άρθρο 1108, αριθμ 28, σελ. 623, ΕφΠατρ 256/2006 ΑΧΑΝΟΜ 2007. 149, ΕφΑΘ 2067/2005 ΕλλΔνη 47.534, ΕφΑΘ 5518/2003 ΕλλΔνη 46.181, ΕφΛαρ 69/2001 Δικογραφία 2001. 84.).Τέλος, η ΑΚ 1004 ορίζει ότι ο κύριος του κτήματος δικαιούται ν' απαγορεύσει την κατασκευή ή διατήρηση εγκαταστάσεων στο γειτονικό ακίνητο, εφόσον από την ύπαρξη ή την χρήση τους προβλέπονται με βεβαιότητα παράνομες ενέργειες στο ακίνητό του. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, ως "εγκατάσταση" νοείται κάθε χειροποίητο έργο ή κατασκεύασμα στο ακίνητο με διαρκή χαρακτήρα, το οποίο θα έχει ως άμεση συνέπεια την επέλευση παράνομων ενεργειών στο ακίνητό του. Το παράνομο των ενεργειών αυτών θα κριθεί σύμφωνα με τις ΑΚ 914 και 1003. Επομένως, παράνομες θα είναι εκείνες οι επενέργειες οι οποίες αφενός πλήττουν απόλυτα δικαιώματα ή "προστατευόμενα συμφέροντα" (βλ. για την στοιχειοθέτηση του "παρανόμου", Απ. Γεωργιάδη, στον ΑΚ των Γεωργιάδη/Σταθόπουλου, υπό το άρθρο 914 περιθ. αριθ. 33 επ.) και αφετέρου βλάπτουν ουσιωδώς την χρήση του ακινήτου του γείτονα και δεν είναι συνήθεις στην περιοχή του βλάπτοντος κτήματος (Απ. Γεωργιάδης, ΕμπρΔ, τ. 1ος, παρ. 32 περιθ. αριθ. 6 σελ. 300-301). Κατά τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 9 και 11 της 3046/304/30-1-1989 απόφαση "Κτιριοδομικός Κανονισμός", όπως αντί καταστάθηκαν με το άρθρο 5 της 49977/3089 απόφασης του Υπουργού Δημόσιων Έργων (της 27- 6/30-6-1989), που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 26 του ν. 1577/1985 (ΓΟΚ 1985), αναριθμήθηκε η παρ. 10 σε 11 με το άρθρο 1 παρ. β' της ΥΑ 13448/2012 ορίζεται ότι: "Στους μεσότοιχους και τους εξωτερικούς τοίχους του κτιρίου που ανεγείρονται σε επαφή με το κοινό όριον των ιδιοκτησιών απαγορεύεται η διάνοιξη ανοιγμάτων” (παράγραφος 9). “Ανοίγματα που προϋπήρχαν του ν.δ. 8/1973 (ΓΟΚ 1973) και αντιβαίνουν στην απαγόρευση της προηγούμενης παραγράφου, δεν κλείνονται με πράξη της διοικήσεως, αλλά ύστερα από δικαστική απόφαση, που εκτελείται σύμφωνα με τις διατάξεις της πολιτικής δικονομίας" (παράγραφος 10). Οι όμοιου περιεχομένου αμέσως πιο πάνω διατάξεις αποβλέπουν κυρίως στην προστασία του όμορου ιδιοκτήτη, όπως προκύπτει από τη διατύπωση τους και ιδιαίτερα από το γεγονός ότι ορίζουν, ότι τα ανοίγματα κλείνονται όχι με πράξη της Διοίκησης, αλλά με δικαστική απόφαση, η έκδοση της οποίας προϋποθέτει δίκη κατά την οποία μόνοι νομιμοποιούμενοι ως διάδικοι είναι οι κύριοι των γειτονικών ακινήτων, περιέχουν κανόνα γειτονικού δικαίου, αφού εισάγουν περιορισμό της κυριότητας του γείτονα χωρίς επιβάρυνση της ιδιοκτησίας του με εμπράγματα υπέρ τρίτου δικαιώματα και παρέχουν στον κύριο του γειτονικού ακινήτου το δικαίωμα να απαιτήσει να κλείσουν τα ανοίγματα. Το δικαίωμα αυτό συνίσταται στην αξίωση κατά του εκάστοτε ιδιοκτήτη στον οποίο και επιβάλλεται η υποχρέωση να προβεί στο κλείσιμο κενού λόγω ανοιγμάτων. Θεμελιώνει, δηλαδή, η καθεμιά από τις παραπάνω διατάξεις αγωγή ενοχικού χαρακτήρα, η οποία διαφέρει από την αρνητική αγωγή του άρθρου 1108 ΑΚ ως προς την ιστορική βάση, τη νομιμοποίηση και το αίτημα, γιατί, ενώ η τελευταία προϋποθέτει επενέργεια στο ακίνητο του ενάγοντος διαταρακτική της κυριότητας του, απευθύνεται εναντίον εκείνου από τον οποίο προήλθε η διατάραξη (προσβολή), ανεξάρτητα εάν αυτός συνδέεται με συγκεκριμένο ακίνητο ως κύριος, νομέας ή επικαρπωτής κ.λ.π. και έχει ως αίτημα την άρση της προσβολής και την παράλειψη της στο μέλλον, η από το Γ.Ο.Κ ή το άρθρο 10 παρ. 9 της πιο πάνω υπουργικής απόφασης αυτοτελής αγωγή στηρίζεται απλώς και μόνο στο γεγονός της ύπαρξης ανοιγμάτων στο μεσότοιχο ή στον τοίχο του οικοδομήματος που εφάπτεται στο όριο γειτονικού ακινήτου, έστω και αν καμιά βλαπτική ενέργεια (διατάραξη) δεν προκαλείται από τα ανοίγματα αυτά στην ιδιοκτησία του ενάγοντος-γείτονα, στρέφεται κατά του εκάστοτε κυρίου του παραπάνω οικοδομήματος, αδιαφόρως αν είναι εκείνος που κατασκεύασε τα ανοίγματα και το αίτημα της περιορίζεται μόνο στο κλείσιμο των εν λόγω ανοιγμάτων (ΑΠ 819/2014, Α.Π. 399/2006, Εφ.Ααρ.95/2016, Νόμος).

Ο ενάγων, με την υπό κρίση αγωγή του και κατ'εκτίμηση του περιεχομένου αυτής, εκθέτει ότι είναι ιδιοκτήτης, νομέας και κάτοχος ενός ακινήτου (οικοπέδου) μετά της επ' αυτού ισογείου οικίας, κείμενου εντός του οικισμού του χωριού ++, εκτάσεως, μετά από ακριβή καταμέτρηση, 433,68 τ.μ, το οποίο ( ακίνητο) συνορεύει βόρειο - βορειοανατολικά και νοτιοανατολικά με ιδιοκτησία-ακίνητο του εναγομένου, όπως αυτό εμφαίνεται στο επσυναπτόμενο με την υπό κρίση αγωγή, από ++,τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ++, ++. Ότι το προπεριγραφόμενο ακίνητο απέκτησε ο ενάγων πρωτίστως με παράγωγο τρόπο και δη λόγω γονικής παροχής και δωρεάς, δυνάμει του με αρ, ++ συμβολαίου της συμβολαιογράφου ++, που μεταγράφηκε νόμιμα στα οικεία βιβλία μεταγραφών. Ότι σε κάθε περίπτωση, ο ίδιος κατέστη κύριος του προπεριγραφόμενου ακινήτου και με πρωτότυπο τρόπο, αφού από το έτος 1990 και μέχρι την άσκηση της υπό κρίση αγωγής, ασκούσε διανοία κυρίου τις προσιδιάζουσες στην φύση και στον προορισμό του ακινήτου αυτού πράξεις νομής, ως ειδικότερα οι πράξεις αυτές περιγράφονται στην υπό κρίση αγωγή. Ότι ο εναγόμενος στην νοτιοανατολική πλευρά του ευρύτερου, υπερυψωμένου σε σχέση με αυτό του ενάγοντος όμορου ακινήτου του, ανήγειρε διώροφη οικοδομή, της οποίας η βορειοδυτική πλευρά-τοιχοποιία και νοτιοδυτική και νοτιοανατολική πλευρά-τοιχοποιία αυτής, εφάπτονται στο κοινό όριο των δύο όμορων ακινήτων και αποτελούν οι εξωτερικές αυτές πλευρές της οικίας του και το όριο των ακινήτων των διαδίκων στα ανωτέρω σημεία και πλευρές. Ότι ο εναγόμενος στην νότια πλευρά της διώροφης οικοδομής του επί της εξωτερικής τοιχοποιίας της και προς την πλευρά του ακινήτου του ενάγοντος κατασκεύασε και διατηρεί παράνομα και χωρίς άδεια της πολεοδομικής αρχής, αλλά και χρησιμοποιεί τα          κατωτέρω περιγραφόμενα κατασκευάσματα και εγκαταστάσεις που, αν και αποτελούν συστατικά και παραρτήματα της οικοδομής του, εν τούτοις, εισέρχονται και επεκτείνονται στο ακίνητο ιδιοκτησίας του ενάγοντος και δη στην αέρινη στήλη του και από τα οποία (κατασκευάσματα) προκλήθηκαν και πρόκειται να προκληθούν διαταρακτικές της κυριότητας του ενάγοντος συνέπειες: Ότι ειδικότερα, ο εναγόμενος: 1) εγκατέστησε προ τετραετίας, δίκτυο αποχέτευσης, ήτοι πλαστικούς σωλήνες αποχέτευσης και απόληξης ακάθαρτων υδάτων της οικοδομής του, διαμέτρου 12-15 εκ. και συγκεκριμένα τρεις κάθετους σωλήνες στη νοτιοδυτική γωνία της οικοδομής, τους οποίους συνέδεσε σε κεντρικό οριζόντιο και κεκλιμένο προς ανατολικά σωλήνα αποχέτευσης μήκους 10 μέτρων περίπου. Ότι με το σύστημα αυτό αποχέτευσης που έχει κατασκευάσει, επι της τοιχοποιίας του μεν, αλλά που κατασκευαστικά εισέρχεται εντός του ακινήτου του ενάγοντος και στην αέρινη στήλη αυτού, όσο και το πλάτος των σωληνώσεων, ήτοι περί τα 15 εκατοστά περίπου, διοχετεύει τα λύματα της οικοδομής του σε υπόγειο τσιμεντένιο φρεάτιο, το οποίο κατασκεύασε εντός του ακινήτου του ενάγοντος. Ότι στο στόμιο του φρεατίου αυτού, προσάρμοσε άλλον εύκαμπτο σωλήνα (ποτίσματος) διαμέτρου περί τα 2-3 εκ. μέσω του οποίου διοχετεύει τα λύματα περαιτέρω προς την ανατολική πλευρά του ακινήτου του ενάγοντος και προς τον εφαπτόμενο από την πλευρά αυτή, δημόσιο δρόμο, με αποτέλεσμα να γεμίζει το ανωτέρω φρεάτιο με λύματα, υγρά απόβλητα και ακαθαρσίες και να αναδύεται δυσοσμία. Ότι με τον τρόπο αυτό προσβάλλεται το δικαίωμα κυριότητας του ενάγοντος επί του ακινήτου, ενώ εξ' αιτίας της ανωτέρω κατασκευής, φύσης και χρήσης του συστήματος αποχέτευσης και της απαγωγής των λυμάτων, δύναται, όπως είναι φυσικό, να πηγάσουν ανα πάσα στιγμή οι ανωτέρω επιβλαβείς για το ακίνητο του

συνέπειες, 2) ότι κατά τον ίδιο ανωτέρω χρόνο, ο εναγόμενος διάνοιξε στην εξωτερική τοιχοποιία της οικοδομής του, οπή προς την πλευρά του ακινήτου του ενάγοντος και έχει εφαρμόσει σωλήνα αποχέτευσης, που μέσω αυτού δύναται να διοχετεύει λύματα και απόβλητα από το εσωτερικό της οικοδομής του, απ' ευθείας στο ακίνητό του ενάγοντος και στο έδαφος του, όπως και έχει πράξει ήδη κατά το παρελθόν κατ' επανάληψη από του χρόνου κατασκευής της οπής, 3)νοτιοδυτικά  και νοτιοανατολικά της οικοδομής του κατασκεύασε και εφάρμοσε υδρορροές για απορροή των όμβριων υδάτων της στέγης της οικοδομής, οι οποίες αφενός εξέχουν προς το ακίνητό του ενάγοντος και υπεράνω της αέρινης στήλης του περιγραφόμενου στην υπό κρίση αγωγή ακινήτου του τελευταίου, αφετέρου, απολήγουν στο ακίνητό του ενάγοντος, με αποτέλεσμα να πλημμυρίζει αυτό από μεγάλες ποσότητες ύδατος που κατακλύζουν και το υπόλοιπο ακάλυπτο τμήμα του,4)προ πενταετίας περίπου, προέβη σε αντικατάσταση στέγης και διαμόρφωσης ισογείου και α' ορόφου με ανοίγματα και κλείσιμο χώρου, την οποία όμως ( στέγη) επεξέτεινε περί τα 40 εκ. περίπου προς την πλευρά και ύπερθεν της αέρινης στήλης του ακινήτου του ενάγοντος και δη καθ' όλο το μήκος της νοτιοδυτικής και νοτιοανατολικής τοιχοποιίας της οικοδομής του, 5)προ τετραετίας περίπου και σε ύψος περί το 1,20εκ από το επίπεδο του εδάφους του ακινήτου του, ο εναγόμενος διάνοιξε οπήστην τοιχοποιία και τοποθέτησε-συνέδεσε κάθετα και εξωτερικά τσιμεντένια καμινάδα-καπνοδόχο, μήκους 8- 9 μέτρων και διαστάσεων 40X40 εκ. περίπου, η οποία αν και είναι στερεωμένη στην τοιχοποιία της οικοδομής του, εν τούτοις, προεξέχει και επεκτείνεται καθ' όλο το μήκος και πλάτος της προς το ακίνητό του ενάγοντος και στην αέρινη στήλη του. Ότι στην βάση της καμινάδας αυτής συγκεντρώνονται ρυπογόνα, τοξικά και βλαβερά για την υγεία, υπολείμματα της καύσης, τα οποία ρέουν στο ακίνητο του ενάγοντος. 6)επί όλης της ανωτέρω τοιχοποιίας της διώροφης οικοδομής του, ο εναγόμενος διάνοιξε προ τετραετίας περίπου και διατηρεί παράνομα και αυθαίρετα, ανοίγματα παραθύρων, πορτοπαραθύρων και πορτών αλλά και ακαλύπτου χώρου προς το ακίνητο του ενάγοντος και συγκεκριμένα: ι) επί του δευτέρου ορόφου έχει διανοίξει τέσσερα παράθυρα και ένα πορτοπαράθυρο, ως αυτά περιγράφονται αναλυτικότερα στην υπό κρίση αγωγή κατά τις διαστάσεις τους και τα σημεία κατασκευής τους ιι) επί του ισογείου τμήματος της οικοδομής του, έχει διαμορφώσει στην τοιχοποιία του με τσιμεντόλιθους ακάλυπτο χώρο άνοιγμα ως αυτό περιγράφεται στην υπό κρίση αγωγή προς το ακίνητο του ενάγοντος, έτσι ώστε η τοιχοποιία του στο σημείο αυτό να μην έχει κλείσει, ενώ ανατολικότερα απ' αυτό το άνοιγμα ο εναγόμενος διάνοιξε παράθυρο και πορτοπαράθυρο, 7) σε σημείο του συνόρου μεταξύ του ακινήτου του ενάγοντος και του ακινήτου του εναγομένου, ο τελευταίος τοποθέτησε προ πενταετίας περίπου, σιδερένια αυλόπορτα, έτσι ώστε να δύναται να εισέρχεται από το δικό του ακίνητό στο ακίνητο του ενάγοντος, προσβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο ήτοι εμπράκτως το δικαίωμά κυριότητάς του ενάγοντος, συνοδεύει δε την αμφισβήτηση αυτή και με ανακοινώσεις προς τον ενάγοντα και προς τρίτους, ότι δικαιούται και δύναται να εισέλθει οποτεδήποτε μέσω της ανωτέρω πόρτας στο ακίνητο ιδιοκτησίας του ενάγοντος, 8)σε έτερο σημείο του συνόρου των δύο ακινήτων, που αποτελείται από τοιχίο, ο εναγόμενος διάνοιξε προ τριετίας περίπου, οπή στο τοιχίο, στην οποία εφάρμοσε σωλήνα αποχέτευσης ελαυνόμενη από το ακίνητό του και μέσω της οποίας μπορεί ανα πάσα στιγμή να διοχετεύει, όπως πράγματι κατά το παρελθόν κατ' επανάληψη έπραξε με συχνότητα 2-3 φορές το χρόνο, λύματα και άλλα ακάθαρτα ύδατα του ακινήτου του (από καθαρισμό της αυλής κλπ) στο ακίνητο του ενάγοντος. Εκθέτει περαιτέρω, ο ενάγων ότι ήδη από τον χρόνο κατασκευής των εγκαταστάσεων αυτών και από την χρήση των ανωτέρω επιβλαβών εγκαταστάσεων του εναγομένου, έχουν επέλθει κατά καιρούς βλαβερές και δυσμενείς συνέπειες εις βάρος του ακινήτου του ενάγοντος, αφού κάθε φορά που βρέχει διοχετεύονται τα ύδατα της στέγης αλλά και τα λύματα εντός του ακινήτου του ενάγοντος, με αποτέλεσμα να εμποτίζεται ζημιογόνα και επιβλαβώς το ακίνητό του με τα ανωτέρω νερά και υγρά. Ότι επίσης, από τις ως άνω επιβλαβείς και διαταρακτικές εγκαταστάσεις- κατασκευές του εναγομένου τις οποίες ο τελευταίος κατασκεύασε παρανόμως και χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής, απειλούνται και στο μέλλον βλαβερά αποτελέσματα και συνέπειες στο ακίνητό του ενάγοντος, αφού κάθε φορά που βρέχει τα ύδατα θα διοχετεύονται στο ακίνητό του ενάγοντος, όπως επίσης θα καταλήγουν στο ακίνητο του τελευταίου και τα ακάθαρτα ύδατα και θα προκληθεί ανεπανόρθωτη ζημία στο έδαφος του ακινήτου του, με αποτέλεσμα αφενός μεν να μην δύναται να καλλιεργηθεί, αφετέρου, θα αναπτυχθεί δυσοσμία αλλά και ανθυγιεινή κατάσταση, που θα θέσει σε άμεσο κίνδυνο την υγεία του ενάγοντος και των συνοικούντων με αυτόν στο ακίνητο και θα καταστήσει αδύνατη την απόλαυση εν γένει των ωφελειών του. Ότι επιπροσθέτως, ο διαποτισμός του υπεδάφους από το σύνολο των υδάτων και υγρών ακαθαρσιών, θα βλάψει την σύστασή του ακινήτου και θα καταστήσει εξαιρετικά δυσχερή την μελλοντική θεμελίωση οποιουδήποτε οικοδομήματος επί του ακινήτου του. Ότι επιπροσθέτως, από την κατασκευή, την διατήρηση και την χρήση των ανοιγμάτων (παραθύρων και πορτοπαραθύρων) στην εξωτερική τοιχοποιία της οικοδομής του εναγομένου, που είναι απολύτως παράνομα κατά τον ΓΟΚ, απειλούνται μετά βεβαιότητας παράνομες προσβολές του δικαιώματος της κυριότητάς του ενάγοντος και δη από το ρίψιμο αντικειμένων στο ακίνητό του τελευταίου. Ότι από την κατασκευή της πόρτας στο ακίνητο του εναγομένου με την οποία ο εναγόμενος δύναται να έχει πρόσβαση στο ακίνητο του ενάγοντος, ο τελευταίος θα παρεμποδιστεί στην άσκηση φυσικής εξουσίας του και θα παρενοχληθεί στην ανεμπόδιστη απόλαυση του δικαιώματος της κυριότητάς του επι του ακινήτου, ως έχει συμβεί κατ' επανάληψη και στο παρελθόν. Ότι από την τοποθέτηση της καπνοδόχου στην εξωτερική τοιχοποιία του κτιρίου του εναγομένου, επήλθαν κατ' επανάληψη και στο παρελθόν και κυρίως κατά τους χειμερινούς μήνες, επιβλαβείς ενέργειες στο ακίνητο του ενάγοντος ενώ απειλούνται, αναπάσα στιγμή, εκπομπές δυσοσμίας και εναπόθεσης τοξικών αποβλήτων της καύσης, με αποτέλεσμα να παραβλάπτεται όπως είναι φυσικό, ουσιωδώς η χρήση του ακινήτου του ενάγοντος. Ότι οι ως άνω κατασκευές πέραν του ότι προκαλούν αυτές καθ' εαυτές βλαπτικές συνέπειες επί του ακινήτου του, σε κάθε περίπτωση, εισέρχονται και επεκτείνονται στο χώρο της αέρινης στήλης του ακινήτου του ενάγοντος και συνεπώς παρεμποδίζεται ο τελευταίος κατά τούτο σοβαρά και στην ακώλυτη άσκηση φυσικής του εξουσίας επί του ακινήτου του και αδυνατεί να ανεγείρει οποιοδήποτε κτίσμα και να κατασκευάσει οποιαδήποτε κατασκευή στο χώρο της αέρινης στήλης του ακινήτου του. Ζητεί λοιπόν ο ενάγων, να απαγορευτεί στον εναγόμενο η διατήρηση και χρήση των ανωτέρω επιβλαβών εγκαταστάσεων και έργων στο ακίνητο του και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να άρει και να απομακρύνει τα κατασκευάσματα αυτά και συγκεκριμένα να υποχρεωθεί στην άρση και απομάκρυνση της προεξοχής της στέγης, των υδρορροών, των σωλήνων-δικτύου αποχέτευσης, της καπνοδόχου και της σιδερένιας πόρτας, καθώς και στο κλείσιμο των ανοιγμάτων (πορτών, παραθύρων και των οπών αποχέτευσης) στην τοιχοποιία. Ζητεί επίσης για την περίπτωση που ο εναγόμενος δεν εκπληρώσει σύμφωνα με το διατακτικό της απόφασης που θα εκδοθεί την υποχρέωσή του να άρει και να απομακρύνει το καθένα από τα ανωτέρω κατασκευάσματα (ενέργειες που μπορεί να γίνουν μόνο από αυτόν) εντός της προθεσμίας που θα τάξει το δικαστήριο, να καταδικαστεί σε χρηματική ποινή 50.000 ευρώ υπέρ του ενάγοντος και σε προσωπική κράτηση ενός (1) έτους, αναφορικά με καθένα από τα κατασκευάσματα. Άλλως, για την περίπτωση που κριθεί ότι πρόκειται για πράξεις που μπορεί να γίνουν και από τρίτο πρόσωπο, στην περίπτωση που δεν θα εκπληρώσει την ανωτέρω υποχρέωσή του ο εναγόμενος, σύμφωνα με το διατακτικό της εκδοθησομένης απόφασης, να επιτραπεί τούτο στον ενάγοντα, καταδικαζομένου του εναγομένου, να προκαταβάλλει το ποσό των 4.000 ευρώ για την δαπάνη που απαιτείται για την απομάκρυνση και άρση της προεξοχής της στέγης, το ποσό των 500 ευρώ για την άρση και απομάκρυνση των υδρορροών, το ποσό των 1.000 ευρώ για την άρση και απομάκρυνση των σωληνώσεων και εν γένει δικτύου αποχέτευσης, το ποσό των 500 ευρώ για την άρση και απομάκρυνση της καπνοδόχου, το ποσό των 100 ευρώ για την άρση και απομάκρυνση της πόρτας, το ποσό των 2.000 ευρώ για το κλείσιμο των παραθύρων, πορτοπαραθύρων και ακαλύπτου ανοίγματος και το ποσό των 100 ευρώ για το κλείσιμο των οπών αποχέτευσης και να απειληθεί εναντίον του και υπέρ του ενάγοντος χρηματική ποινή 100.000 ευρώ και προσωπική κράτηση στην περίπτωση που δεν ανεχθεί ή που παρεμποδίσει τον ενάγοντα να προβεί στις ενέργειες αυτές. Ζητεί, επίσης, να απειληθεί εναντίον του εναγομένου και υπέρ του ενάγοντος, χρηματική ποινή 100.000 ευρώ και προσωπική κράτηση στην περίπτωση που ο εναγόμενος παρεμποδίσει ή δεν ανεχθεί την διενέργεια των ως άνω πράξεων από τον ενάγοντα και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να παραλείπει κάθε στο μέλλον προσβολή του ενάγοντος με την απειλή εναντίον του και υπέρ του ενάγοντος, χρηματικής ποινής 100.000 ευρώ και προσωπικής κράτησης για κάθε παράβαση του διατακτικού της απόφασης. Ζητεί τέλος ο ενάγων να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην δικαστική δαπάνη του ενάγοντος.

 Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, η οποία έχει το χαρακτήρα της αρνητικής αγωγής του άρθρου 1108 ΑΚ (καθώς τα εκτιθέμενα με αυτή πραγματικά περιστατικά συνιστούν παράνομη διατάραξη της κυριότητάς του ενάγοντος στο ακίνητό του , αφού οι κατασκευές φέρονται να εισέρχονται εντός του ακινήτου του ενάγοντος και να περιορίζεται η απόλαυση του δικαιώματος της κυριότητάς του), με την οποία ενώνεται και α) αγωγή του άρθρου 1004 Α.Κ, διότι στο ιστορικό αυτής γίνεται αναφοράόχι μόνο στο γεγονός της επέκτασης των κατασκευασμάτων στο ακίνητο τουενάγοντος, αλλά και στο ότι τα κατασκευάσματα ακόμα και στην περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι βρίσκονται εντός της ιδιοκτησίας του εναγομένου, αυτά καθ' εαυτά επιφέρουν βλαπτικές συνέπειες στο ακίνητο του ενάγοντος, και β) η αυτοτελής ενοχική αγωγή από το άρθρο 10 παρ. 10 της υπ' αριθμ. 3046/1989 απόφασης «Κτιριοδομικού Κανονισμού», σε συνδυασμό με το άρθρο 26 του ν. 1577/1985 (ΓΟΚ 1985), το οποίο εφαρμόζεται για οικισμούς με εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο ( η οποία και είναι νόμιμη καθώς το γεγονός ότι το κλείσιμο των παραπάνω ανοιγμάτων με δικαστική απόφαση και όχι με πράξη της διοίκησης, ισχύει και για τα προϋφιστάμενα τον ΓΟΚ/1973 ανοίγματα δε σημαίνει ότι εφεξής για τα διανοιχθέντα μετά του ΓΟΚ/1973 ανοίγματα, δεν υπάρχει αξίωση δικαστικά επιδιώξιμη ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων για το κλείσιμο τους, απορριπτομένων των αντίθετων αιτιάσεων του εναγομένου). Αρμοδίως δε εισάγεται κατά τόπον αλλά και καθ' ύλην προς εκδίκαση ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, το οποίο και δεσμεύεται πλέον μετά την έκδοση της υπ' αριθμ. ++ απόφασης του Ειρηνοδικείου ++, τόσο ως προς την αναρμοδιότητα του παραπέμψαντος δικαστηρίου, όσο και ως προς την αρμοδιότητα του ίδιου (κατά τα αναγραφόμενα στην ανωτέρω (I) μείζονα σκέψη), ήτοι τόσο προς εκδίκαση της αρνητικής αγωγής, όσο και για τις σωρευόμενες αγωγές ( ήτοι αυτού του άρθρου 1004 Α.Κ. και26 του ν. 1577/1985 και άρθρο 10 παρ. 10 της υπ' αριθμ. 3046/1989 απόφασης «Κτιριοδομικού Κανονισμού»), παρά το ότι οι τελευταίες υπάγονται στην καθ' ύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου, αλλά λόγω συνάφειας (31 παρ. 3 ΚΠολΔ), εκδικάζονται από το ιεραρχικά ανώτερο αυτό Δικαστήριο, προς το σκοπό ακριβώς ενιαίας κρίσης και αποφυγής αντιφατικών αποφάσεων (βλ. Π.Πρωτ.ΑΘ. 1288/2011, Νόμος, Κεραμέας - Κονδύλης - Νίκας, Ερμ. ΚΠολΔ, αρθρ. 31, σελ. 76, Βαθρακοκοίλης, ΚΠολΔ, αρθρ. 31, σελ. 243). Παραδεκτώς δε στρέφονται κατά του εναγομένου, ο οποίος κατά τα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο είναι ιδιοκτήτης του ακινήτου από το οποίο προέρχονται οι διαταρακτικές ενέργειες αλλά και το πρόσωπο που κατασκεύασε αυτές ενώ περαιτέρω είναι και ορισμένες και ως προς την σωρευόμενη αρνητική της κυριότητας αγωγή αφού σε αυτήν περιέχονται όλα τα απαιτούμενα για την πληρότητα του δικογράφου στοιχεία και συγκεκριμένα: α) η κυριότητα του ενάγοντος πάνω στο ακίνητο, β) η διατάραξη της κυριότητάς του από τον εναγόμενο, γ) το παράνομο της διατάραξης, δ) αίτημα για άρση της προσβολής και παράλειψής της στο μέλλον, απορριπτομένων συνεπώς των αντίθετων αιτιάσεων ( περί αοριστίας της αρνητικής αγωγής) του εναγομένου. Είναι επίσης νόμιμες, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, στηριζόμενες στις διατάξεις των άρθρων 974, 984, 989, 1004, 1005,1033, 1192, 1108 του ΑΚ, και26 του ΓΟΚ και άρθρο 10 παρ. 9 και 10 της υπ'αριθμ. 3046/1989 απόφασης «Κτιριοδομικού Κανονισμού»και των άρθρων 70,176,945, 946, 947, 218 του ΚΠολΔ.Για το παραδεκτό δε της συζήτησης της αρνητικής της κυριότητας αγωγής και της αγωγής του 1004 Α.Κ: (α) περίληψη του δικογράφου αυτής έχει καταχωρηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 220 ΚΠολΔ., εμπροθέσμως στα οικεία βιβλία διεκδικήσεων, και δη στον τόμο ++ και με αριθμό ++ (βλ. το προσκομιζόμενο από τον ενάγοντα, από ++, πιστοποιητικό της Υποθηκοφύλακα ++), και (β) προσκομίστηκαν από τον ενάγοντα, οι δηλώσεις ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων των ετών 2013-2016 και η βεβαίωση δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης του έτους 2017, κατ` άρθρο 54Α παρ. 5 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), από τα οποία και προκύπτει ότι ο ενάγων συμπεριέλαβε το επίδικο ακίνητο στη δήλωση Φόρου Ακίνητης Περιουσίας και Ενιαίου φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων. Πρέπει, επομένως, οι σωρευόμενες στο αυτό δικόγραφο αγωγές, να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσία, καθώς δεν απαιτείται να προσκομιστεί τέλος δικαστικού ενσήμου, λόγω του αντικειμένου αυτών ως ανεπίδεκτου χρηματικής αποτίμησης.

  IΙΙ) Σύμφωνα με το άρθρο 1032 Α.Κ. «Οι αξιώσεις από τα άρθρα 1004 έως 1007, 1012, 1015, 1018, 1019, 1020, 1023 παρ. 2, 1029 και 1031 δεν υπόκεινται σε παραγραφή. Περαιτέρω, η αξίωση του κυρίου από την προσβολή της κυριότητάς του υπόκειται στην εικοσαετή παραγραφή. Αφετήριο σημείο της παραγραφής είναι η επομένη ημέρα που επήλθε η διατάραξη ανεξάρτητα από τυχόν γνώση ή άγνοια του κυρίου. Αν πρόκειται για συνεχή διατάραξη ακινήτου, σημείο παραγραφής είναι η συντέλεση της διατάραξης. Αν πρόκειται για περιοδικές πράξεις καθεμία από αυτές συνιστά ίδια αυθύπαρκτη διατάραξη και συνεπώς με καθεμία αρχίζει νέα παραγραφή ( βλ. ΕνομακΒαθρακοκοίλη, άρθρο 1108 Α.Κ.σελ. 713). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 281 του ΑΚ «η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος». Ειδικότερα δε, το δικαίωμα ασκείται καταχρηστικά, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου, που προηγήθηκε της άσκησης του, σε συνδυασμό με την υπάρχουσα πραγματική κατάσταση, που διαμορφώθηκε κατά το μεσολαβήσαν χρονικό διάστημα, δεν δικαιολογούν την μεταγενέστερη άσκηση του, από την οποία προκύπτει αντιθέτως, προφανώς υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Είναι δε προφανής η υπέρβαση, όταν η άσκηση του δικαιώματος οδηγεί, κατ αντικειμενικά κριτήρια, σε αποτελέσματα που έρχονται σε αντίθεση με το αίσθημα περί δικαίου και την ηθική τάξη, που προκαλεί την έντονη εντύπωση γενόμενης σε βάρος του υπόχρεου αδικίας (βλ. σχετ. ΟλΑΠ 8/2001, ΕλλΔνη 42(2001) σελ. 382). Μόνη όμως η αδράνεια του δικαιούχου και η καλόπιστη πεποίθηση του υπόχρεου, ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα ή δεν πρόκειται τούτο να ασκηθεί κατ' αυτού, δεν αρκεί κατ' αρχήν να καταστήσει καταχρηστική την άσκηση του δικαιώματος. Μόνο αν η αδράνεια συνοδεύεται από ειδικές περιστάσεις, που συνδέονται με προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου και ο ίδιος μεταβάλλοντας την στάση του, επιχειρεί εκ των υστέρων ανατροπή της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί και παγιωθεί, με αποτέλεσμα να επέρχονται δυσμενείς για τα συμφέροντα του υπόχρεου επιπτώσεις, η άσκηση του δικαιώματος μπορεί να καταστεί μη ανεκτή κατά την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη και συνεπώς καταχρηστική και απαγορευμένη (βλ. σχετ. ΟλΑΠ 7/2002 , ΝοΒ 2003.648, 875/2006, ΝοΒ 2006, σελ. 1462, Α.Π 1524/2004, Δ/νη 2005, σελ. 807).

Ο εναγόμενος με τις νομίμως και εμπροθέσμους κατατεθείσες προτάσεις του και κατ' εκτίμηση του περιεχομένου αυτών, συνομολογεί την κατασκευή την ύπαρξη και την διατήρηση από μέρους του των επίδικων κατασκευών, ωστόσο ισχυρίζεται ότι όλες οι επίδικες κατασκευές, έχουν κατασκευαστεί περί τα έτη 1986-1988, και ότι συνεπώς από τον χρόνο κατασκευής τους μέχρι τον χρόνο άσκησης της υπό κρίση αγωγής (το έτος 2015) έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας και ως εκ τούτου οι αξιώσεις του ενάγοντος για την άρση και μη χρήση των κατασκευών αυτών έχουν υποπέσει σε παραγραφή, τουλάχιστον για την σωρευόμενη, στο αυτό δικόγραφο, αρνητική της κυριότητας αγωγή. Ο ισχυρισμός του αυτός συνιστά ένσταση (βλ. Α.Π 540/1999, Ελλ. Δικ/νη 2000, σελ. 133-134), η οποία είναι νόμιμη( και μόνο βέβαια κατά το μέρος που αναφέρεται στις αξιώσεις που απορρέουν από την αρνητική της κυριότητας αγωγή, καθώς κατά την σωρευόμενη αγωγή του 1004 του ΑΚ και του άρθρου 26 παρ. 9 του ΓΟΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 10 παρ. 9 και 10 της υπ' αριθμ. 3046/1989 απόφασης «Κτιριοδομικού Κανονισμού», οι αξιώσεις αυτές είναι απαράγραπτες, βλ. Εφ.Πατρ. 998/2006, Νόμος), στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 249,251 του ΑΚ και συνεπώς πρέπει να εξεταστεί κατ' ουσίαν. Κατά τα λοιπά, ο εναγόμενος αρνείται την υπό κρίση αγωγή ισχυριζόμενος ότι όλες οι αναφερόμενες στην υπό κρίση αγωγή κατασκευές όχι μόνο δεν εισέρχονται στο ακίνητο ιδιοκτησίας του ενάγοντος, αλλά βρίσκονται εντός των ορίων του ακινήτου του εναγομένου και δη σε απόσταση περί τα 2,5 μέτρα από την οριογραμμή του ακινήτου του, καθώς μάλιστα μεταξύ του ορίου του ακινήτου του και του ορίου του ακινήτου του ενάγοντος παρεμβάλλεται δημοτική οδός, την οποία και ο ενάγων έχει ενσωματώσει στην ιδιοκτησία του. Ισχυρίζεται περαιτέρω ο εναγόμενος ότι σε κάθε περίπτωση, οι κατασκευές διοχέτευσης των υδάτων και λυμάτων δεν προκαλούν καμία επιβάρυνση στο ακίνητο του ενάγοντος, αφού τα βρόχινα ύδατα αλλά και τα λύματα διοχετεύονται από τις σωληνώσεις που βρίσκονται εντός του ακινήτου του εναγομένου στο φρεάτιο που βρίσκεται στον παρακείμενο δημοτικό δρόμο. Τέλος, επικουρικώς, ο εναγόμενος, ισχυρίζεται ότι ο ενάγων ασκεί καταχρηστικά το προβαλλόμενο με την υπό κρίση αγωγή δικαίωμα, διότι ενώ τουλάχιστον από το έτος 1986 έβλεπε τις επίδικες κατασκευές και δεχόταν αδιαμαρτύρητα την κατάσταση, γεγονός δε που δημιούργησε στον εναγόμενο την εύλογη πεποίθηση ότι ο ενάγων δεν πρόκειται να ασκήσει το εν λόγω δικαίωμα του, εντούτοις αποφάσισε να ασκήσει την υπό κρίση αγωγή μόλις το έτος 2015, ήτοι μετά την παρέλευση 29 ετών από την κατασκευή τους. Ο ισχυρισμός αυτός, με το παραπάνω περιεχόμενο αποτελεί ένσταση, η οποία είναι νόμιμη στηριζόμενη στην διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατουσίαν.

Ο ενάγων, προς απόκρουση της άνω ενστάσεως (παραγραφής) του εναγομένου, αρνείται πρωτίστως αυτή ισχυριζόμενος ότι έλαβε γνώση των ενεργειών του εναγομένου για πρώτη φορά μόλις το έτος 2005, και περαιτέρω προβάλλει παραδεκτώς (με την προσθήκη των προτάσεων του), την αντένσταση περί διακοπής της παραγραφής, ισχυριζόμενος ότι ο εναγόμενος το αυτό έτος (2005) παραδέχθηκε το γεγονός των παράνομων κατασκευών του, καθώς και τις εξ αυτών δυσμενείς συνέπειες επί του ακινήτου του ενάγοντος, διαβεβαιώνοντας τον ενάγοντα, ότι θα άρει σύντομα αυτές, διαβεβαιώσεις που επανέλαβε στον ενάγοντα και το έτος 2011, οπότε και ο τελευταίος εγκαταστάθηκε μόνιμα πια στο ++, Ο εν λόγω ισχυρισμός του ενάγοντος, που συνιστά, ως προαναφέρθηκε, αντένσταση διακοπής της παραγραφής, στηρίζεται στο άρθρο 260 Α.Κ. και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω και κατ ουσίαν.

Εν προκειμένω, από το σύνολο των προσκομιζόμενων αποδεικτικών στοιχείων, το Δικαστήριο δεν μπορεί να σχηματίσει ασφαλή δικανική πεποίθηση, καθώς παρουσιάζονται κενά και αμφίβολα σημεία, πρωτίστως σχετικά με το εάν οι επίδικες κατασκευές εισέρχονται εντός του ακινήτου ιδιοκτησίας του ενάγοντος, σημείου περί του οποίου ερίζουν οι διάδικοι, καθώς ο ενάγων εκθέτει ότι οι επίδικες κατασκευές αρχίζουν από το ακίνητο του εναγομένου καταλήγουν όμως ή διαπερνούν και από το ακίνητο του, ο δε εναγόμενος ισχυρίζεται ότι οι επίδικες κατασκευές έχουν κατασκευαστεί και βρίσκονται εξ ολοκλήρου εντός του ακινήτου του και δη απέχουν περί τα 2,5 μέτρα από το κοινόόριο των ακινήτων. Τα αμφίβολα και κενά σημεία επιτείνει και το γεγονός ότι το ακίνητο του ενάγοντος εμφανίζεται στους τίτλους κτήσης κυριότητάς του και δη στο υπ` αριθμ. ++ συμβόλαιο γονικής παροχής και δωρεάς ακινήτου της Συμβολαιογράφου ++, και στην υπ` αριθμ. ++ δήλωση αποδοχής κληρονομιάς της ίδιας ως άνω Συμβολαιογράφου, ως έχον έκταση 389,09 τ.μ. ενώ στην υπό κρίση αγωγή το ακίνητο του ενάγοντος εμφανίζεται μεγαλύτερο και δη ως έχον έκταση 433,68 τ.μ. ήτοι μεγαλύτερο κατά 44,59 τ.μ., Διαφοροποίηση επίσης ως προς την έκταση του ακινήτου του ενάγοντος παρατηρείται και στα προσκομιζόμενα από τον ίδιο τοπογραφικά διαγράμματα, αφού στο από ++ τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα - μηχανικού, ++ , το ακίνητο του ενάγοντος εμφανίζεται ως έχων έκταση 389,09 τ.μ., ενώ στο ενσωματωμένο με την υπό κρίση αγωγή τοπογραφικό διάγραμμα, από ++, του τοπογράφου μηχανικού ++, το ακίνητο του ενάγοντος εμφανίζεται ως έχον έκταση 433,68 τ.μ. Την διαφορά αυτή ο εναγόμενος αποδίδει στο γεγονός ότι ο ενάγων ενσωμάτωσε στην ιδιοκτησία του δρόμο που διαχωρίζει τα δύο ακίνητα και που υπάρχει στο σημείο όπου ο ενάγων με την υπό κρίση αγωγή του υποστηρίζει ότι τα δύο ακίνητα συνορεύουν. Παραπέμπει μάλιστα ο εναγόμενος προς απόδειξη του ισχυρισμού του ( ήτοι της ύπαρξης δρόμου μεταξύ των δύο ακινήτων) στα προσκομιζόμενο από τον ίδιο ( εναγόμενο) νομίμως μετ' επικλήσεως, υπ` αριθμ. ++ διανεμητήριο συμβόλαιο, καθώς και στα υπ` αριθμ. ++ και ++ συμβόλαια αγοραπωλησίας του Συμβολαιογράφου ++, ενώ ας σημειωθεί ότι τις δύο ιδιοκτησίες φέρεται να διαχωρίζει δημόσιος δρόμος και στο προσκομιζόμενο από τον εναγόμενο από ++ τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού -μηχανικού, ++. Εκ διαμέτρου επίσης αντίθετες είναι και οι καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, αλλά και ενώπιον του Ειρηνοδικείου ++ (κατά τη συζήτηση πριν τη παραπομπή της υπόθεσης στο παρόν δικαστήριο), καθώς η μάρτυρας του ενάγοντος κατέθεσε (ως προκύπτει από την επισκόπηση της κατάθεσής της στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης), ότι οι επίδικες κατασκευές βρίσκονται εντός του ακινήτου ιδιοκτησίας του ενάγοντος, κάνοντας περαιτέρω λόγο για διαμαρτυρία του ενάγοντος στον εναγόμενο σχετικά με τις επίδικες κατασκευές, το έτος 2005, οπότε και ο εναγόμενος υποσχέθηκε να άρει αυτές, υπόσχεση που επανέλαβε το έτος 2011, όταν και ο ενάγων εγκαταστάθηκε μόνιμα πλέον στο ++, χωρίς όμως να τηρήσει την υπόσχεσή του αυτή. Τουναντίον, ο μάρτυρας του εναγομένου, καταθέτοντας ενώπιον του δικαστηρίου τούτου (ως προκύπτει από την επισκόπηση της κατάθεσής του στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης), υποστήριξε ότι αυτές βρίσκονται εντός της ιδιοκτησίας του εναγομένου, από όπου και μέσω των σωλήνων αποχέτευσης και των υδρορροών διοχετεύονται τα βρόχινα ύδατα και τα λύματα στον δημόσιο δρόμο. Περαιτέρω όμως κενά και αμφίβολα σημεία παρουσιάζονται και ως προς το γεγονός αυτό καθ` εαυτό της πρόκλησης (ή μη) βλαβερών και δυσμενών συνεπειών εις βάρος του ακινήτου του ενάγοντος - ακόμα δηλαδή και για την περίπτωση, που ήθελε θεωρηθεί ότι οι επίδικες κατασκευές δεν εισέρχονται στο ακίνητο ιδιοκτησίας του ενάγοντος -και δη σχετικά με την ύπαρξη ή μη δυσοσμίας, αλλά και της διήθησης (ή μη) λυμάτων στο υπέδαφος του ακινήτου του ενάγοντος και της διάβρωσης ( ή μη) του εδάφους από τα βρόχινα ύδατα (λαμβανομένου υπόψη ότι τουλάχιστον ως προς τον σωλήνα αποχέτευσης ο ενάγων προσκομίζει το υπ' αριθμ. πρωτ. ++ έγγραφο του Τμήματος Περιβαλλοντικής Υγιεινής και Υγειονομικού Ελέγχου, που διενεργήθηκε στις ++, με το οποίο φέρεται να διέρχεται στο σύνορο με ιδιοκτησία ενάγοντος πλαστικός σωλήνας αποχέτευσης από τον οποίο διαπιστώθηκε διαρροή λυμάτων προς την ιδιοκτησία του ενάγοντος) καθώς επίσης και σχετικά με την παλαιότητα των κατασκευών αυτών δεδομένου ότι και ο ίδιος ο εναγόμενος στις προτάσεις του (σελ. 6 και 10 των προτάσεων), συνομολογεί τα περί ανακαίνισης της οικίας του. Ενόψει όλων των ανωτέρω ισχυρισμών των διαδίκων και των ανωτέρω αλληλοσυγκρουόμενων αποδεικτικών στοιχείων, προς άρση κάθε της αμφιβολίας: α) σχετικά με τη διαπίστωση του εάν οι επίδικες κατασκευές βρίσκονται ( ή όχι) εντός της ιδιοκτησίας του ενάγοντος ( ζήτημα που συνέχεται με την αρνητική αγωγή), β) σχετικά με το εάν οι επίδικες κατασκευές αυτές καθ' εαυτές, ακόμα και στην περίπτωση που βρίσκονται αποκλειστικά εντός του ακινήτου του εναγομένου, προκαλούν ή πρόκειται να προκαλέσουν βλαβερές επενέργειες ή και ανθυγιεινές εστίες στο ακίνητο του ενάγοντος (ζήτημα που συνέχεται με την αγωγή από τις διατάξεις του γειτονικού δικαίου) και γ) σχετικά με τον εάν τα ανοίγματα (πόρτες, παράθυρα και οπές) επί της τοιχοποιίας της κατοικίας του εναγομένου και δη από την πλευρά που αυτή συνορεύει με το ακίνητο του ενάγοντος, κατασκευάστηκαν κατόπιν άδειας της αρμόδιας αρχής (ή όχι), κατά την κρίση του Δικαστηρίου, χρειάζονται ειδικές γνώσεις επιστήμης και τέχνης και πρέπει, προς συμπλήρωση των αποδείξεων, να διαταχθεί η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης κατ άρθρο 368 ΚΠολΔ ( την οποία το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει και αυτεπαγγέλτως βλ. και Α.Π 1303/2006, Α.Π 1795/2005, 1512/2005, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών, ΝΟΜΟΣ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Διατάσσει την επανάληψη της συζητήσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, η οποία θα επισπευθεί με κλήση του επιμελέστερου των διαδίκων, αφού προηγηθεί πραγματογνωμοσύνη με τη φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων.

Διορίζει πραγματογνώμονες (εκ του καταλόγου του Πρωτοδικείου   ++) τους: α) ++, τοπογράφο-μηχανικό, κάτοικο ++, ο οποίος, αφού δώσει τον νόμιμο όρκο μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την επίδοση σ αυτόν της απόφασης αυτής, στο κατάστημα του Δικαστηρίου αυτού ενώπιον του μέλους που έχει οριστεί εισηγήτρια, ή του νόμιμου αναπληρωτή της σε ημέρα και ώρα που θα οριστεί από την τελευταία, πρέπει, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη του τα έγγραφα της δικογραφίας, καθώς και τα έγγραφα που θα της παραδώσουν οι διάδικοι και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο και αφού επισκεφθεί και προβεί σε επιτόπια θεώρηση των ακινήτων των διαδίκων και ιδίως της έκτασης που βρίσκονται οι επίδικες κατασκευές και σε εφαρμογή των αναφερόμενων στο σκεπτικό της παρούσας τίτλων ιδιοκτησίας των διαδίκων και των δικαιοπαρόχων τους, να συντάξει έγγραφη έκθεση στην οποία με αιτιολογημένες σκέψεις να γνωμοδοτήσει εάν οι επίδικες κατασκευές εισχωρούν - διαπερνούν (ή όχι) το ακίνητο του ενάγοντος καθώς επίσης και το εάν τα ανοίγματα επί της τοιχοποιίας της κατοικίας του εναγομένου ( πόρτες , παράθυρα και οπές) ανοίχθηκαν με άδεια της αρμόδιας αρχής. Επιπλέον, πρέπει να καταγραφεί η ακριβής θέση των επίδικων κατασκευών, να εκτιμηθεί η παλαιότητα αυτών, όπως επίσης και να αποτυπωθεί τυχόν ύπαρξη δρόμου - μονοπατιού μεταξύ των ιδιοκτησιών των διαδίκων, ή έστω να καταγραφούν τυχόν ίχνη ύπαρξης δρόμου στο σημείο όπου υφίστανται οι επίδικες κατασκευές και β) την ++, κάτοικο ++ (χημικό -μηχανικό) η οποία, αφού δώσει τον νόμιμο όρκο μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την επίδοση σ αυτήν της απόφασης αυτής, στο κατάστημα του Δικαστηρίου τούτου ενώπιον του μέλους που έχει οριστεί εισηγήτρια, ή του νόμιμου αναπληρωτή της σε ημέρα και ώρα που θα οριστεί από την τελευταία, πρέπει, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη της τα έγγραφα της δικογραφίας, καθώς και τα έγγραφα που θα της παραδώσουν οι διάδικοι και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο και αφού επισκεφθεί και προβεί σε επιτόπια θεώρηση της επίδικης έκτασης, όπως αυτή περιγράφεται στο σκεπτικό της παρούσας, να συντάξει έγγραφη έκθεση στην οποία με αιτιολογημένες σκέψεις να γνωμοδοτήσει εάν οι επίδικες κατασκευές επί της τοιχοποιίας της κατοικίας του εναγομένου, προκαλούν δυσοσμία ή και ανθυγιεινές εστίες καθώς και εάν ρυπαίνουν το υπέδαφος του ακινήτου κυριότητας του ενάγοντος με λύματα (σε καταφατική δε περίπτωση την έκταση της ρύπανσης αυτής) ή εάν αντιθέτως οδηγούνται σε δημόσιο δρόμο και σε ποιον ακριβώς δρόμο. Επίσης να γνωμοδοτήσει, εάν το ακίνητο κυριότητας του ενάγοντος κατακλύζεται ( ή όχι) από τα βρόχινα ύδατα, και εάν στην βάση της καμινάδας συγκεντρώνονται ρυπογόνα, τοξικά και βλαβερά για την υγεία, υπολείμματα καύσης. Να περιγράφει δε με κάθε δυνατή λεπτομέρεια τυχόν ήδη επελθούσες δυσμενείς επιπτώσεις από τις επίδικες κατασκευές στο έδαφος και στο υπέδαφος του ακινήτου του ενάγοντος και σε αρνητική περίπτωση, αν υπάρχει κίνδυνος στο μέλλον πρόκλησης δυσμενών επιπτώσεων στο έδαφος και στο υπέδαφος του ακινήτου του ενάγοντος. Οι εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που θα συντάξουν οι προαναφερόμενοι πραγματογνώμονες πρέπει να κατατεθούν από αυτούς στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ημέρα που θα ορκιστούν.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην ++, στις ++ από την παραπάνω σύνθεση και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Καρδίτσα, στις ++, με άλλη σύνθεση, συγκροτούμενου του Δικαστηρίου από τους Φωτεινή Λιάρα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ανδρομάχη Αργύρη, Αικατερίνη Σοφιανού, Πρωτόδικες, λόγω μετάθεσης όλων των μελών της σύνθεσης, ήτοι της Προέδρου Πρωτοδικών, Παναγιώτας Ράπτη, Μαρίας Βασδέκη, Πρωτοδίκη-Εισηγήτριας και Ελένης Σούρλα, Πρωτόδικη, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, παρουσία της Γραμματέως ++.

            Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013