Ανακοπή κατά εκτελέσεως 933ΚΠολΔ.Κατάσχεση κύριας και μοναδικής κατοικίας.Αοριστία επιταγής πληρωμής και έκθεσης κατάσχεσης.Περιορισμός της κατάσχεσης.Σειρά καταλογισμού του πλειστηριάσματος.ΑΚ423.Καταχρηστική κατάσχεση,λόγω μοναδικής κατοικίας.281ΑΚ

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ …

ΑΝΑΚΟΠΗ (933ΚΠολΔ)

…..

ΚΑΤΑ

1) Της Τραπεζικής εταιρείας ….

2) της από ….. επιταγής προς εκτέλεση

3) της με αρ. .. εκθέσεως αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου περιουσίας,  …

Καρδίτσα 31-3-2022

          Η καθ` ης εξέδωσε εναντίον μου ως εγγυητή, …Την .. προέβη σε εκ νέου κοινοποίηση της ως άνω διαταγής πληρωμής, μετά της από .. επιταγής προς πληρωμή…Μετά ταύτα, και για την αναγκαστική είσπραξη των ανωτέρω χρηματικών αξιώσεών της, με την με αρ. … ανακοπτομένη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, επέβαλε κατάσχεση στην κάτωθι ακίνητη περιουσία μου,…Σύμφωνα με την προσβαλλόμενη έκθεση, σύστιοιχα με την εντολή που εδόθη και αναγράφεται σ` αυτή, η κατάσχεση επιβλήθηκε «για το ποσό των (20.000,00 €) το οποίο αποτελεί μέρος της ως άνω επιταχθείσης έντοκης απαιτήσεώς μου και συγκεκριμένα μέρος του επιταχθέντος κεφαλαίου της απαιτήσεώς μου, και αυτό προς περιορισμό και μόνο των εξόδων εκτελέσεως, με την ρητή επιφύλαξη του δικαιώματος μου για την είσπραξη του υπολοίπου της επιταχθείσης έντοκης απαιτήσεώς μου κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα με την διενέργεια άλλης αναγκαστικής εκτέλεσης ή με αναγγελία στον ίδιο ή σ' άλλον πλειστηριασμό κατά του καθ ού η εκτέλεση οφειλέτη μου.»…η αξία ορίστηκε στο ποσό των 28.000€ για το 50% του … διαμερίσματος και στο ποσό των 2.600€ για το 50% της … θέσης στάθμευσης και αυτό το ποσό ορίστηκε και ως τιμή πρώτης προσφοράς για την έναρξη του πλειστηριασμού.

                              ΛΟΓΟΙ ΑΝΑΚΟΠΗΣ

          Η προσβαλλόμενη ανωτέρω, επιταγή προς πληρωμή και έκθεση κατάσχεσης καθώς και η επι τη βάσει αυτών διενεργούμενη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος μου, είναι μη νόμιμες και άκυρες και δέον και αιτούμαι να κηρυχθούν άκυρες, διότι δεν τηρήθηκε η διαδικασία και ο τύπος που απαιτεί ο νόμος για την επιβολή της με ποινή ακυρότητας (159.1 ΚπολΔ), άλλως διότι από την παραβίαση των κατωτέρω διατάξεων και διαδικαστικών προϋποθέσεων, θεμελιώνεται λόγος αναίρεσης (159.2 ΚπολΔ), άλλως διότι από την παράβαση των διατάξεων, επήλθε άμεση και σπουδαία δικονομική και εξ αυτού του λόγου και οικονομική, βλάβη και ζημία μου που δεν δύναται να ανορθωθεί παρά με την κήρυξη της ακυρότητας, αλλά και διότι σε κάθε περίπτωση, προσκρούουν στην ΑΚ 281 ως καταχρηστικές και ειδικότερα:

                                                Ι

          Ακύρωση της από .. επιταγής προς εκτέλεση και συνακόλουθα της με αρ….εκθέσεως αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου περιουσίας, λόγω αοριστίας της ανωτέρω επιταγής προς εκτέλεση.

          Από τις διατάξεις των άρθρων 904, 915, 916 και 924 ΚΠολΔ συνάγεται ότι η επιταγή προς εκτέλεση, η οποία αποτελεί την προδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, πρέπει να περιέχει βέβαιη και εκκαθαρισμένη την απαίτηση, για την οποία επισπεύδεται η εκτέλεση κατά κεφάλαιο, τόκους έξοδα. Αν η επιταγή δεν περιέχει τα παραπάνω στοιχεία επέρχεται ακυρότητα που κηρύσσεται από το Δικαστήριο με την προϋπόθεση ότι η αοριστία επιφέρει στον καθ΄ού η εκτέλεση δικονομική βλάβη, που δεν μπορεί να επανορθωθεί άλλως, παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας.

          Στα πλαίσια αυτά κινήθηκε και η υπ’ αρίθμ. 3981/2006 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, το σκεπτικό της οποίας έχει ως εξής: « Από το περιεχόμενο της από 25-5-2005 επιταγής προκύπτει ότι η ανακόπτουσα επιτάσσεται με αυτή να καταβαλει στην καθής η ανακοπή το ποσό των 84.210,56 €, πλέον τόκων υπερημερίας από 17-11-2004 έως την ολοσχερή εξόφληση, πλέον τόκων υπερημερίας επί των καθυστερούμενων τόκων ανατοκιζόμενων ανά εξάμηνο. Στην ανωτέρω επιταγή δεν προσδιορίζεται, όμως, το οφειλόμενο ποσό των τόκων ή το συνολικώς οφειλόμενο ποσό για κεφάλαιο και τόκους, με συνέπεια να μην προκύπτει με σαφήνεια το ύψος της απαίτησης, για την οποία επισπεύδεται εκτέλεση. Η αναγραφή του ποσού των τόκων είναι απαραίτητη, για να μπορέσει ο οφειλέτης να ελέγξει την ακρίβεια του κονδυλίου αυτού ή τυχόν εσφαλμένο προσδιορισμό ή το παράνομο των τόκων και να το αντικρούσει. Ενόψει του ότι στην προκειμένη περίπτωση ο υπολογισμός των τόκων είναι ιδιαίτερα δυσχερής, επειδή περιλαμβάνει εξάμηνο ανατοκισμό των οφειλομένων τόκων, είναι απαραίτητη η αναγραφή του ποσού αυτού, ώστε να είναι εφικτός ο έλεγχος της ακρίβειας του. Η έλλειψη αυτή προκαλεί δικονομική βλάβη στην ανακόπτουσα, η οποία συνίσταται στην αδυναμία της να αντικρούσει το κονδύλιο αυτό, το ύψος του οποίου δε γνωρίζει….».

          Στο ίδιο σκεπτικό κινήθηκε και η υπ’ αρίθμ. 12/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καστοριάς, η οποία δέχθηκε τα εξής: « Σε ό,τι αφορά το καταβλητέο ποσό χρημάτων ή χρεογράφων, αυτό είναι αναγκαίο για την πλήρωση της προϋπόθεσης για την αναγκαστική εκτέλεση (άρθο 916 ΚΠολΔ), καθόσον, για να γίνει αυτή, πρέπει να προκύπτει από τον εκτελεστό τίτλο το ποσό και το ποιόν της παροχής. Πρέπει δε με το ποσό να προστίθενται, αν υπάρχει αίτημα και οι τόκοι, αλλά όχι με συνυπολογισμό του ορισμένου ποσού αυτών, αλλά με την προσθήκη της λέξεως –νομιμότοκα- και του προσδιορισμού του χρόνου αυτών. Οι κεφαλαιοποιημένοι, όμως, τόκοι πρέπει να γράφονται κατά ποσό ορισμένο…….Άλλωστε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 916 ΚΠολΔ αναγκαστική εκτέλεση δεν μπορεί να γίνει, αν από τον εκτελεστό τίτλο δεν προκύπτει η ποσότητα και η ποιότητα της παροχής. Η διάταξη αυτή έχει τεθεί κυρίως για την προστασία των συμφερόντων του οφειλέτη, ο οποίος κατά την έκδοση ή την κατάρτιση του τίτλου πρέπει να τελεί σε γνώση του ποσού και του ποιού της παροχής, για την ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται σε βάρος του εκτέλεση (ΑΠ 572/1980 ΝοΒ 1980, 1961, Γ. Οικονομόπουλος Δ 1972,413,1. Μπρίνιας Ι άρθρο 916 παρ. 73 σ. 208). Συμπλήρωση δε του εκκαθαρισμένου της απαίτησης από στοιχεία ή έγγραφα εκτός του εκτελεστού τίτλου δεν είναι επιτρεπτή (Φραγκίστας ΝοΒ 1972,445) η απαίτηση πρέπει να προκύπτει από τον ίδιο τον εκτελεστό τίτλο (ΑΠ 104/1972 ΝοΒ 1972,452) διαφορετικά ο τίτλος θεωρείται ανύπαρκτος (ΕφΑθ 1132/2008, Νόμος, ΕφΑΘ 2659/1992, ΕλλΔ 35/456)…. Με το λόγο αυτό ζητείται η ακύρωση της από 2-09-2019 επιταγής προς πληρωμή για το λόγο ότι σε αυτήν δεν προσδιορίζεται το ποσό των κεφαλοποιουμένων τόκων. Ήτοι των τόκων που προκύπτουν μετά από τον ανά εξάμηνο ανατοκισμό των τόκων υπερημερίας, καθώς δεν γίνεται καν μνεία του εφαρμοζόμενου επιτοκίου….. Από την απλή επισκόπηση της ένδικης επιταγής προς πληρωμή προκύπτει ότι ο ανακόπτων καλείται να καταβάλει (….το ποσό των 71.444,88 ευρώ για οφειλόμενο επιδικασθέν κατάλοιπο λογαριασμού ως αναφέρεται στην ως άνω διαταγή πληρωμής πλέον τόκων και εξόδων από την 11-03-2014 με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας και με εξαμηνιαίο ανατοκισμό μέχρι την ολοσχερή εξόφληση..). Από το περιεχόμενο της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή σαφώς συνάγεται ότι ζητείται από τον ανακόπτοντα-οφειλέτη να καταβάλει πέραν από του τόκους υπερημερίας, ο υπολογισμός των οποίων γίνεται σχετικά ευχερώς δοθέντος του κεφαλαίου (71.444,88 ευρώ) του χρονικού σημείου έναρξης υπολογισμού τους (11-03-2014) και του συμβατικού επιτοκίου υπερημερίας το ποσοστό του οποίου πρέπει να αναζητηθεί στα άρθρα της ένδικης σύμβασης (βλ. σχετικά άρθρο 4 της ένδικης σύμβασης ) και τόκους τόκων, οι οποίοι υπολογίζονται με εξαμηνιαίο ανατοκισμό. Ο υπολογισμός των τόκων αυτών (κεφαλαιοποιημένων) είναι ιδιαίτερα σύνθετος και για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο να μνημονεύονται ρητά στην επιταγή προς πληρωμή, διαφορετικά αυτή είναι αόριστη, καθώς αν παραλειφθεί η αναγραφή τους δεν προκύπτει με σαφήνεια το ύψος της απαίτησης. Επομένως, η  ανακοπτόμενη από 2-09-2019 επιταγή προς πληρωμή, στην οποία δεν αναφέρονται ρητά οι κεφαλαιοποιημένοι τόκοι πάσχει αοριστία. Περαιτέρω, υφίσταται εν προκειμένω δικονομική βλάβη του ανακόπτοντος που συνίσταται στην αδυναμία του να αντικρούσει το κονδύλιο αυτό, το ύψος του οποίου δε γνωρίζει και μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την κήρυξη ακυρότητας…»

          Στη συγκεκριμένη περίπτωση με την ως άνω επιταγή προς εκτέλεση, την οποία αυτούσια ανωτέρω παραθέτω, επιτάσσομαι να καταβάλλω, πέραν από τους τόκους υπερημερίας, και τόκους επί καθυστερούμενων τόκων, οι οποίοι υπολογίζονται με εξαμηνιαίο ανατοκισμό.

          Σύμφωνα, όμως, με τα προαναφερθέντα,

ο υπολογισμός των τόκων αυτών είναι ιδιαίτερα σύνθετος και για το λόγο αυτό ήταν απαραίτητο να μνημονεύονται ρητά στην επιταγή προς εκτέλεση, διαφορετικά αυτή είναι αόριστη, καθώς παραλειπομένης της αναγραφή τους, δεν προκύπτει με σαφήνεια το ύψος της απαίτησης-οφειλής για την οποία επισπεύδεται η εκτέλεση, καθόσον αυτή συντίθεται και από το κονδύλιο των τόκων. Πέραν όμως της παράλειψης αναγραφής συγκεκριμένα των τόκων, δεν αναφέρονται- προσδιορίζονται ούτε η αρχή ούτε και το ημερολογιακό τέλος των χρονικών περιόδων των εξαμήνων μέχρι την επίδοση της ανωτέρω επιταγής προς πληρωμή, αλλ` ούτε και το επιτόκιο ανατοκισμού, ούτε επίσης και εάν, οι καθυστερούμενοι τόκοι, επι των οποίων υπολογίζονται τόκοι, είναι αυτοί της υπερημερίας ή άλλοι (συμβατικοί, νόμιμοι κλπ), καθόσον και οι τόκοι υπερημερίας επιτάσσονται, δηλ. δεν αναφέρονται ούτε τα πραγματικά περιστατικά που είναι κρίσιμα για να μπορεί να προσδιοριστεί, έστω με μαθηματικό υπολογισμό, το σαφές και ορισμένο ποσό των τόκων επί των καθυστερούμενων τόκων, συνεπεία του ανατοκισμού ανά εξάμηνο. 

           Επομένως, η από … επιταγή προς εκτέλεση είναι αόριστη, υφίσταμαι δε εξ αυτού του λόγου δικονομική βλάβη που συνίσταται στην αδυναμία μου να αντικρούσω το κονδύλιο αυτό, το ύψος του οποίου δε γνωρίζω, και ούτε μπορώ να υπολογίσω, ελλείψει δεδομένων, με απλό μαθηματικό υπολογισμό, και δια τούτα υφίσταμαι αυτονόητα και οικονομική βλάβη, γεγονός που μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την κήρυξη ακυρότητας της εν λόγω επιταγής προς εκτέλεση και  συνακόλουθα της ως άνω έκθεσης κατάσχεσης , αφού αυτή ερείδεται επί εκείνης, η οποία αποτελεί την προδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Δια τούτο λοιπόν και η έκθεση κατάσχεσης πάσχει ακυρότητας (159.1 άλλως 159.3 ΚΠολΔ) για τον ίδιο ακριβώς λόγο, αφού δι` αυτής επισπεύδεται-συντελείται η διαδικασία εκτέλεσης-κατάσχεσης για την ικανοποίηση χρηματικής απαίτησης η οποία όμως είναι αόριστη κατά τα ανωτέρω, διότι δεν είναι ορισμένο ούτε και οριστό με κάποιο τρόπο, το ποσό των τόκων, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ελεγχθεί για ποιο συγκεκριμένο ποσό τελικά απαίτησης-οφειλής και μάλιστα προσδιορισμένο σαφώς κατά το ποιόν της (κεφάλαιο, τόκοι κλπ), επεβλήθη η κατάσχεση στην ακίνητη περιουσία μου.

          Πρέπει, συνεπώς και αιτούμαι, γι’ αυτό το λόγο να ακυρωθούν και η ανωτέρω επιταγή προς εκτέλεση και η ανωτέρω έκθεση κατάσχεσης.   

                                            ΙΙ

Ακυρότητα της ανακοπτόμενης έκθεσης κατάσχεσης.

          Όπως ειπώθηκε και αναγράφεται ρητά στην έκθεση, η κατάσχεση επιβλήθηκε μόνο «για το ποσό των (20.000,00 €) το οποίο αποτελεί μέρος της ως άνω επιταχθείσης έντοκης απαιτήσεώς μου και συγκεκριμένα μέρος του επιταχθέντος κεφαλαίου της απαιτήσεώς της»

          Όμως η ΑΚ 423 ορίζει ότι «Αν το χρέος αποτελείται  από  κεφάλαιο,  τόκους  και  έξοδα  η παροχή  καταλογίζεται πρώτα στα  έξοδα, έπειτα  στους  τόκους  και τελευταία στο κεφάλαιο. Ο δανειστής μπορεί να αρνηθεί την αποδοχή της  παροχής,  αν  ο οφειλέτης όρισε αλλιώς τον καταλογισμό

          Η ΑΚ 423 εισάγει συμπληρωματικό κανόνα ενδοτικού δικαίου (ΑΠ 237/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 2259/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1653/2011 ΕπισκΕμπΔ 2012, 343 = ΧρηΔικ 2012,160, ΑΠ 150/2000 ΕλλΔνη 2000,740, Καρακατσάνης, σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, άρθρο 423, αρ. 1, Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, άρθρο 423, αρ. 1). Μπορεί, δηλαδή, ο δανειστής και ο οφειλέτης να συμφωνήσουν η καταβολή να καταλογιστεί με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που προβλέπεται στην ΑΚ 423. Ο διαφορετικός καταλογισμός μπορεί να συμφωνηθεί ρητά ή σιωπηρά (ΑΠ 237/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1962/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 2259/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ  1653/2011 ΕπισκΕμπΔ 2012,343 = ΧρηΔικ 2012,160), αρκεί να προκύπτει σαφώς από τις περιστάσεις κατά τρόπο ώστε να μην δημιουργείται αμφιβολία στον δανειστή (βλ. ΑΠ 214/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1653/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1383/2008 ΤΝΠ NOΜΟΣ ΔΕφΑΘ 349/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΔΕφΑθ 156/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, η συμφωνία δανειστή και οφειλέτη για τον καταλογισμό μπορεί να συναφθεί σε οποιονδήποτε χρόνο, δηλαδή πριν, κατά ή μετά την καταβολή (Καράκωστας, ΑΚ, άρθρο 423, αρ. 1374, Καρακατσάνης, σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, άρθρο 423, αρ. 3, ΑΠ 150/2000 ΕλλΔνη 2000,740, ΕφΑθ 8446/2002 ΕλλΔνη 2004,561). Έτσι, αν ένα χρέος αποτελείται από κεφάλαιο και τόκους, είναι δυνατό, κατ` επιτρεπτή απόκλιση από την ΑΚ 423 § 1, ο δανειστής και ο οφειλέτης συμφωνήσουν η παροχή να καταλογιστεί πρώτα στο κεφάλαιο. Στην περίπτωση αυτή, με την καταβολή επέρχεται από το νόμο απόσβεση του κεφαλαίου, οπότε οφείλονται στο εξής μόνο οι μέχρι την απόσβεση του κεφαλαίου τόκοι (ΣτΕ 1532/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΔΕφΘεσ 1517/2015 ΔιΔικ 2017,308, ΔΕφΑθ 352/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΔΕφΑθ 293/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΔΕφΑθ 156/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, άρθρο 423, αρ. 5).

          Η καταβολή κατά τη σειρά της ΑΚ 423 § 1 είναι υποχρεωτική, αν το χρέος είναι ένα και δεν υπάρχει ειδική συμφωνία καταλογισμού (βλ. ΑΠ 214/2012 ΝοΒ 2012,1409). Σε αντίθεση, δηλαδή, με τη ρύθμιση της ΑΚ 422 (που εφαρμόζεται σε άλλη περίπτωση, όταν ο οφειλέτης έχει περισσότερα χρέη έναντι του ίδιου δανειστή), η ΑΚ 423 δεν εξοπλίζει τον οφειλέτη με δικαίωμα να ορίσει μονομερώς  τον τρόπο καταλογισμού της καταβαλλόμενης παροχής.  

          Συνεπώς οι προϋποθέσεις εφαρμογής της ΑΚ 423 § 1 είναι οι ακόλουθες:

α) Το χρέος να αποτελείται από κεφάλαιο καθώς και τόκους ή/και έξοδα. Τα οφειλόμενα κονδύλια από τόκους και έξοδα πρέπει να πηγάζουν από την ίδια υποχρέωση με το κεφάλαιο. (Καρακατσάνης, σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, άρθρο 423, αρ. 2). β) Η παροχή να καταβάλλεται από τον οφειλέτη οικειοθελώς. γ) Το καταβαλλόμενο ποσό να μην αρκεί για την ολοσχερή εξόφληση του χρέους (Καράκωστας, ΑΚ, άρθρο 423, αρ. 1373, Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, άρθρο 423, αρ. 1, 3). Αν, όμως, το καταβαλλόμενο ποσό δεν επαρκεί ούτε για την πλήρη εξόφληση των εξόδων, πρόκειται για μη επιτρεπόμενη μερική εκπλήρωση (ΑΚ 316, Καρακατσάνης, σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, άρθρο 423, αρ. 2). Όπως αναλύθηκε παραπάνω, ο καταλογισμός κατά τη σειρά της ΑΚ 423 § 1 δεν εφαρμόζεται, όταν υπάρχει αντίθετη συμφωνία δανειστή και οφειλέτη.

           Γενικά δε από το συνδυασμό των ΑΚ 422 και 423, γίνεται δεκτό,  ότι, επί περισσοτέρων ληξιπροθέσμων και ίσης ασφάλειας χρεών του οφειλέτη προς το δανειστή, αν δεν ορισθεί από τον οφειλέτη διαφορετικά, η καταβολή καθορίζεται κατά σειρά στα αρχαιότερα χρέη και πρώτα στα έξοδα και τους τόκους (Βλ. ΑΠ 31/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, και συναφώς ΑΠ 36/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

          Η ΑΚ 423 εφαρμόζεται ανάλογα αν η καταβολή γίνεται από τρίτο καθώς και στη δημόσια κατάθεση (Καρακατσάνης, σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, άρθρο 423, αρ. 4). Γίνεται, επίσης, δεκτή αναλογική εφαρμογή της ΑΚ 423 § 1, αν η καταβολή προέρχεται από αναγκαστική εκτέλεση (Ν. Λεοντής ΕρμΑΚ, τ.Ι, υπο 423.5, Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, άρθρο 423, αρ. 7, βλ. και Καρακατσάνη, σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, άρθρο 423, αρ. 2, ΕφΠατρ 379/2008 ΑχΝομ 2009,83) και στο χρέος από συναλλαγματική (Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, άρθρο 423, αρ. 11).

          Στον οφειλέτη εναπόκειται να ισχυρισθεί ότι συμφώνησε με τον δανειστή ή ότι  όρισε καταλογισμό διαφορετικό από εκείνον της ΑΚ 423 § 1, ώστε ο τελευταίος να μην ισχύσει (βλ. ΑΠ 2259/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1027/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1039/2013 ΕΕμπΔ 2013,882 = ΝοΒ 2014,295, ΑΠ 1653/2011 ΕπισκΕμπΔ 2012,343 = ΧρηΔικ 2012,160, ΑΠ 150/2000 ΕλλΔνη 2000,740). Γενικότερα, αυτός που επικαλείται συμφωνία για καταλογισμό κατ' απόκλιση από την ΑΚ 423 § 1, φέρει το σχετικό βάρος απόδειξης. (Ν. Λεοντής ΕρμΑΚ, τ.Ι, υπο 423.6)

          Εν προκειμένω, για τον ανωτέρω καταλογισμό μετά από αναγκαστική εκτέλεση, των 20.000€ της απαίτησής της, προερχόμενης από ένα χρέος, συντιθέμενο από κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, εξ ολοκλήρου σε μέρος του κεφαλαίου, κατά παρέκκλιση της σειράς καταλογισμού της ΑΚ 423.1, δεν υπάρχει καμία συμφωνία μεταξύ εμού και της καθ` ης. Το αρνούμαι κατηγορηματικά. Αλλά και η ίδια στην ανωτέρω ανακοπτόμενη έκθεση κατάσχεσής της, δεν αναφέρει παντάπασιν για κάποια τέτοια συμφωνία. Αντίθετα προκύπτει εξ αυτής ότι μονομερώς απεφάσισε τον καταλογισμό του ανωτέρω ποσού στο επιταχθέν κεφάλαιο, «προς περιορισμό και μόνο των εξόδων», όπως ρητά αναφέρει. Τέτοια συμφωνία μεταξύ μας δεν προκύπτει και δεν ισχυρίζεται ούτε και στην με αρ. … διαταγή πληρωμής, ούτε και στην από … επιταγή προς πληρωμή αυτής, κοινοποιηθείσα σε μένα κατά τα ανωτέρω την …, που απετέλεσε την προδικασία της ενδίκου εκτέλεσης. Αλλ` ούτε και προκύπτει σιωπηρή συμφωνία για κάποιο λόγο οποτεδήποτε συναφθείσα και το αρνούμαι.

          Συνεπώς η ανακοπτομένη έκθεση κατάσχεσης είναι άκυρη (159.1 ΚΠολΔ), χωρίς απόδειξη βλάβης, διότι η σειρά καταλογισμού της ΑΚ 423.1, είναι υποχρεωτική, εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία, όπως εδώ, και συνεπώς κατά τον προσδιορισμό της σειράς καταλογισμού του τμήματος της αξίωσής της για το οποίο επισπεύδει την εκτέλεση και θα καταβληθεί μέσω αυτής, ώφειλε, για την νομιμότητα της έκθεσης, να προσδιορίσει την υποχρεωτική σειρά καταλογισμού της πληρωμής, σύμφωνα με το νόμο, ήτοι την  ΑΚ 423.1. Άλλως είναι άκυρη κατ` 159.2 ΚΠολΔ, διότι η αντίστοιχη παράβαση στο πεδίο της διαγνωστικής δίκης, θα προκαλούσε το απαράδεκτο της πράξης-έκθεσης κατάσχεσης, το οποίο εάν δεν ληφθεί υπόψη, στοιχειοθετεί τον λόγο αναίρεσης του άρθρου 559.14. Και αυτό διότι εφόσον ο δανειστής προσδιορίζει με την ανακοπτομένη έκθεση την σειρά καταλογισμού κατά παρέκκλιση της ΑΚ 423.1, δηλ. χωρίς να υπάρχει αντίθετη σχετική συμφωνία, πρόκειται για μη νόμιμη και μη επιτρεπτή μερική εκπλήρωση (βλ. ανωτέρω νομική σκέψη) και εντεύθεν προκαλείται και σύγχυση αναφορικά με την απόσβεση και ποιών κατ` ιδίων κονδυλίων του ενός χρέους, επι δικονομική, αλλά και οικονομική μου βλάβη και ζημία, διότι δεν μπορώ να αμυνθώ. Άλλως διότι επίσης κατά την ΑΚ 159.2, η αντίστοιχη παράβαση στην διαγνωστική δίκη, συνιστά εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ΑΚ 423.1 και 316 και στοιχειοθετεί τον αναιρετικό λόγο της ΚΠολΔ 559. αρ. 1. (Φαλτσή: Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, Γενικό Μέρος, 1998, σελ. 499,500).

          Συνεπώς η ανακοπτομένη έκθεση κατάσχεσης είναι μη νόμιμη και άκυρη και δέον και αιτούμαι την ακύρωση της.

                                               ΙΙΙ

          Ακυρότητα της επιβληθείσης κατάσχεσης και της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται και διενεργείται εναντίον μου και εις βάρος της ακίνητης περιουσίας μου, ένεκα της αντίθεσής της στην ΑΚ 281, ήτοι λόγω καταχρηστικότητάς της.

          Σε κάθε περίπτωση, η διενέργεια της επίμαχης αναγκαστικής εκτέλεσης και η επιβολή της επίμαχης αναγκαστικής κατάσχεσης αντίκειται στις αρχές και τα όρια που τίθενται στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, καθόσον η καθ` ης διενεργεί εκτέλεση και επέβαλε κατάσχεση εναντίον μου με ιδιαίτερη σκληρότητα δεδομένου ότι κατέσχεσε την κύρια και μόνη κατοικία μου (το 50%), αν και γνωρίζει, ότι εξ αιτίας της μεγάλης ηλικίας μου (είμαι 86 ετών) και των συνοδών προβλημάτων υγείας μου, σε συνδυασμό με το ότι δεν έχω άλλη κατοικία για να μείνω, ενώ τα πενιχρά έσοδά μου προέρχονται μόνο εκ της συντάξεώς μου, είναι εντελώς αδύνατη και ανοίκεια, καθ` υπέρβαση κάθε ορίου της καλής πίστης και των χρηστών ηθών αλλά και του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματός της, η στέρηση και απομάκρυνσή μου από το μόνο χώρο-κατοικία όπου μέχρι το ορατό πλέον τέλος της ζωής μου, μπορώ να ζήσω αξιοπρεπώς, δεχόμενος τις φροντίδες της συζύγου μου. Τόσο μάλλον υπερβαίνει κάθε ανεκτό όριο η επιβληθείσα κατάσχεση, καθόσον  η συμπεριφορά της καθ` ης που προηγήθηκε και η πραγματική κατάσταση και οι περιστάσεις που διαμορφώθηκαν πριν την κατάσχεση και αφορούν τόσο στο πρόσωπό μου, όσο και στην καθ` ης, ήτοι κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τη λήψη του ανωτέρω δανείου το 2008, έως σήμερα, καθιστούν μη ανεκτή την μεταγενέστερη επίσπευση της εκτέλεσης εναντίον μου στο ανωτέρω μοναδικό ακίνητό μου, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου συνετού ανθρώπου, αφού από τη συμπεριφορά και ενέργειες της καθ` ης σε συνάρτηση με την παρακάτω διαμορφωθείσα επι μακρόν κατάσταση, αλλά και σχέσεις και ενέργειές μας, δημιουργήθηκε ευλόγως η πεποίθηση ότι η καθ` ης - δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά της.  Τα ανωτέρω, όπως θα τα αναλύσω παρακάτω, σε συνδυασμό και με το ότι η αξία του μεριδίου των κατασχεθέντων, όπως εκτιμήθηκε στην έκθεση κατάσχεσης, ήτοι συνολικά 30.600€, δεν αντιστοιχεί παρά μόνο στο 18% περίπου της συνολικής αξίωσης που ανωτέρω επιτάχθηκε (χωρίς να υπολογιστούν οι τόκοι που αξιώνει κατά τα ανωτέρω, αλλά δεν υπολογίζει στην ανωτέρω επιταγή), καθιστούν εντόνως αδικαιολόγητη, δυσανάλογη και καταχρηστική την επιχειρούμενη εκτέλεση και κατάσχεση, ως προκαλούσα επαχθέστατες και σκληρότατες για μένα και για την ηλικιωμένη σύζυγό μου, συνέπειες, οι οποίες δεν δύνανται να αντιμετωπιστούν παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας. Συγκεκριμένα:

          Είμαι 86 ετών και συνταξιούχος ΤΑΕ από το 1998 με μηνιαία σύνταξη σήμερα περί τα 700€ σήμερα. Στον πεντηκονταετή σχεδόν επαγγελματικό μου βίο, και εκμεταλλευόμενος βιοποριστικά κατάστημα χονδρικής πώλησης κουρτινών, υφασμάτων και συναφών ειδών στην …, ανέπτυξα μακρόχρονη και στενή φιλική και δια τούτο και οικογενειακή σχέση, σχέση με τον, αποβιώσαντα ήδη το .., Α. Χ…, ο οποίος εκμεταλλευόμενος κατάστημα λιανικής πώλησης των αυτών ειδών στην … προμηθευόταν τα αναγκαία από εμένα. Επρόκειτο για δεινό έμπορο, το δε κατάστημά του είχε καλή φήμη στον οικείο κύκλο συναλλαγών στην … και μεγάλη πελατεία διαχρονικά.

          Μετά την συνταξιοδότησή του, ήτοι το …, με παρακάλεσε χάριν της στενής και μακρόχρονης προσωπικής μας φιλικής σχέσης, να υπογράψω ως εγγυητής σε δάνειο άνω των 150.000€ που σκόπευε να λάβει ο υιός του … από την καθ` ης για επαγγελματικούς, όπως τουλάχιστον μου είπε, λόγους, ο οποίος πλέον, ως νέος επιχειρηματίας, συνέχιζε την αυτή επιχείρηση του συνταξιούχου πατρός του και τον οποίο επίσης καλώς γνώριζα στα πλαίσια των οικογενειακών μας σχέσεων.  

          Χάριν της ανωτέρω σχέσης μας και της εξ αυτής ηθικής μου αδυναμίας να αρνηθώ, αλλά και διότι γνώριζα ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο υιός του διαθέτουν ικανά ακίνητα, τόσο στην …, όσο και αλλού, ήτοι….επίσης δε και διότι, ως ειπώθηκε, η επιχείρηση τους ήταν ανθούσα και ως εκ τούτου ήταν απολύτως φερέγγυοι και αξιόπιστοι και διέθεταν την οικονομική δυνατότητα προς αποπληρωμή του, δέχθηκα την πρόταση του και έτσι με την ανωτέρω ιδιότητά μου, υπέγραψα την με αρ. … σύμβαση χορήγησης πίστωσης ποσού 160.000€.

          Επειδή ακριβώς τα χρήματα του δανείου θα ελάμβαναν αποκλειστικά αυτοί για τους σκοπούς τους και όχι εγώ, (άλλωστε ήμουν συνταξιούχος από το 1998 και ήδη μεγάλης ηλικίας), όπως και έγινε, συμφωνήθηκε μεταξύ μας ήδη εξ αρχής, όπως ήταν φυσικό, ότι σε καμία περίπτωση δεν θα επιβαρυνθώ με την πληρωμή οιουδήποτε ποσού προς αποπληρωμή του δανείου, αφού την ουσιαστική οικονομική και ηθική υποχρέωση προς τούτο, έφεραν αυτοί.

          Η ανωτέρω ουσιαστική και αληθής συμφωνία ήταν αρχήθεν γνωστή στην καθ` ης. Διότι κατά την υπογραφή της σύμβασης, μετέβημεν άπαντες στο κατάστημα αυτής και δηλώθηκε αυτή και στους υπαλλήλους και στους προϊσταμένους της καθ`ης. Άλλωστε, λόγω του προσωπικού χαρακτήρα της (συμμετοχική σύνθεση από τους επαγγελματίες της πόλης), άπαντες γνωριζόμασταν προσωπικά και ήταν γνωστές οι μεταξύ μας προσωπικές σχέσεις, τόσο μάλλον καθόσον και εγώ ο ίδιος ήμουν μέτοχός της από την αρχή της ιδρύσεώς της και δια τούτο διατηρούσα και προσωπικές γνωριμίες και επαφές σχεδόν με το σύνολο του διοικητικού προσωπικού και υπαλλήλων της. Για το λόγο αυτό, αλλά και ένεκα της καλής φήμης και αξιοπιστίας που απολάμβανα, η καθ `ης, εδέχθη την πρόταση της πλευράς … για την προσωπική μου εγγύηση, αν και γνώριζε, εκ των εγγράφων που αναγκαίως προσκομίσαμε για να καταστή δυνατή η υπογραφή της σύμβασης (εκκαθαριστικά κλπ) αλλά και ένεκα των δηλώσεών μου, ότι ήμουν ήδη επι 10ετία συνταξιούχος και μεγάλης ήδη ηλικίας και δια τούτο, ότι τα χρήματα δεν αφορούν εμένα, καθόσον επρόκειτο για επαγγελματικό δάνειο. Το κυριότερο όμως είναι ότι εκ των ανωτέρω λόγων γνώριζε επίσης, ότι δεν διαθέτω άλλη ακίνητη περιουσία, παρά μόνο το 50% του κατασχεθέντος ήδη, διαμερίσματος, κατασκευής 1987, το οποίο αποτελεί και την κύρια και μόνη κατοικία μου στην οποία διαβιώ με την σύζυγό μου….ετών…., η αξία του οποίου μάλιστα, ήταν φανερά υποπολλαπλάσια του ύψους του δανείου και δια τούτο μη ικανό να εξασφαλίσει την αξίωσή της, πέραν του ότι, προφανώς ήταν και είναι γνωστό σ` αυτή, ότι εξ αιτίας ακριβώς του ότι πρόκειται περί ιδανικού μεριδίου και όχι για πλήρη κυριότητα, το ενδιαφέρον τυχόν αγοραστών για την αγορά του, ιδίως μέσω πλειστηριασμού, θα είναι αν όχι ανύπαρκτο, πάντως εντελώς μειωμένο, όπως είναι γνωστά αυτά σε όλους στον οικείο τομέα συναλλαγών και προπάντων στην τράπεζα ως εκ της μακρόχρονης εμπειρίας της στον οικείο τομέα είσπραξης των χρηματικών απαιτήσεών της μέσω εκτελέσεων.  Παρά ταύτα ασμένως εδέχθη την επιζητούμενη εγγύηση μου και χορήγησε επαγγελματικό δάνειο σε έναν νέο και γνωστό σ` αυτή επιχειρηματία, με μακροχρονίως ανθούσα επιχείρηση και ικανότατη ακίνητη περιουσία, με εγγύηση ενός συνταξιούχου, μεγάλης ήδη ηλικίας και με μοναδική ακίνητη περιουσία το 50% ενός παλαιού διαμερίσματος, ανίκανου να εξασφαλίσει, σοβαρά τουλάχιστον, την αποπληρωμή του δανείου.

          Όπως εμφαίνεται από τον λογαριασμό κίνησης των χρεωπιστώσεων (αναλυτικό καθολικό χορηγήσεων) που η καθ` ης ενσωμάτωσε στην με αρ. .. δ/γή πληρωμής που εξέδωσε και εναντίον μου και μου επέδωσε κατά τα ανωτέρω, ο λογαριασμός κινήθηκε ουσιαστικά μέχρι και το 2014 και έκλεισε οριστικά το 2017.  

          Προκύπτει δε από τις ανωτέρω εγγραφές αυτού με αρ. … ότι κατατέθηκαν σε μετρητά για την εξυπηρέτηση του λογαριασμού για το ανωτέρω διάστημα τα εξής ποσά, … και συνολικά μετά από άθροιση, το ποσό των 84.965,99€.

           Όμως όλες αυτές τις καταθέσεις σε μετρητά, δεν τις έκανα εγώ, αλλά οι ανωτέρω (πατέρας και υιός, χωρίς να γνωρίζω λεπτομέρειες) και ποτέ δεν εμφανίστηκα στην τράπεζα για να προβώ σε κάποια τέτοια. Αντίθετα η καθ` ης, μετά την υπογραφή της σύμβασης, έβλεπε στο κατάστημά της μόνο τους ανωτέρω πραγματικούς δικαιούχους του δανείου και όχι εμένα, και με αυτούς συναλλάσσονταν αποκλειστικά.

          Λόγω των μακρόχρονων προσωπικών μου γνωριμιών με τους υπαλλήλους και τα όργανα της τράπεζας, αφού όπως ειπώθηκε ήμουν μέτοχός της, η δε καθ` ης δομήθηκε σε συνεταιριστική βάση με κυρίαρχο το προσωπικό στοιχείο της γνωριμίας των μετόχων, πρότεινα στην καθ` ης ήδη από το …, την συνεργασία της με την κόρη μου …, πολιτικό μηχανικό, διότι είχαν ανάγκη υπηρεσιών εκτιμητή-μηχανικού. Η σχετική αίτηση της θυγατρός μου έγινε δεκτή αφού πληρούσε άπαντα τα ταχθέντα από την καθ` ης κριτήρια και έκτοτε τωόντι άρχισε η μεταξύ τους συνεργασία, υπογραφείσης μεταξύ των της από … σχετικής σύμβασης, η οποία εξακολουθεί μέχρι και σήμερα ισχύουσα και ισχυρά.   

          Ωστόσο ήδη από το 2015, η πλευρά …, σταμάτησε να αποπληρώνει τις δόσεις του δανείου. Οχλήθηκα και εγώ από την τράπεζα αρχικά με επιστολή και βραδύτερον με εξώδικο, όπως ακριβώς παραδέχεται και η ανωτέρω και εις βάρος μου, δ/γή πληρωμής. Πλην όμως στις αρχικές οχλήσεις, μεταβάντες άπαντες στην τράπεζα, εκ νέου δηλώσαμε προς αυτήν και δη στον αρμόδιο…, ότι εγώ δεν έχω καμία σχέση και ότι εκείνοι θα αναλάβουν την αποπληρωμή, εμού μη ευθυνομένου για κανένα λόγο, ως εκ της τυπικότητας της συμμετοχής μου, φανεράς άλλωστε αντιληπτής στην τράπεζα, ως εκ της έλλειψης ικανής ακινήτου περιουσίας μου προς εξασφάλιση των αξιώσεών της. Η δε απάντηση που πήρα ήταν τωόντι, ότι όσον αφορά τις δικές μου οχλήσεις, «είναι τυπικό το ζήτημα» και δια τούτο, στις συνομιλίες και διαπραγματεύσεις έκτοτε μεταξύ τράπεζας και των ανωτέρω για διακανονισμό του ποσού, όπως μάθαινα ότι γινόταν, δεν συμμετείχα με κανέναν τρόπο. Θεώρησα έκτοτε, φυσικώ τω λόγω, ότι οι ανωτέρω θα τακτοποιήσουν την οφειλή τους σε συνεννόηση με την καθ` ης, η δε πεποίθηση μου αυτή εγκαταστάθηκε εδραία, όχι μόνο διότι ενώπιόν μου εδήλωσε η τράπεζα τα ανωτέρω, αλλά και διότι όπως ενημερωνόμουν από τους ανωτέρω οφειλέτες, συζητούσαν με την τράπεζα τον διακανονισμό μέσω αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας τους, την οποία προσέφεραν σ` αυτήν. Άλλωστε όπως ειπώθηκε, η καθ` ης γνώριζε ότι δεν έχω ακίνητη περιουσία τέτοια που να μπορεί να εξασφαλίσει σοβαρά την αξίωσή της και γι` αυτό δεν είχε και λόγο να «ασχολείται» μαζί μου.

          Στα πλαίσια λοιπόν των ανωτέρω σχέσεων, συμφερόντων και καταστάσεων που είχαν εδραιωθεί, όταν η καθ` ης επέδωσε το 2017 τις αρχικές επιταγές προς πληρωμή της με αρ. … δ/γής πληρωμής, η πλευρά .. και όχι εγώ, άσκησε ανακοπή εναντίον της. Και πάλι τότε ο .., με είχε καθησυχάσει ότι με αυτή απλά επιδιώκει να «κερδίσει» χρόνο, αφού στην πραγματικότητα σκοπό είχε να ρυθμίσει το χρέος και ευρίσκεται σε συνεννόηση με την τράπεζα.   

          Την έκβαση της ανακοπής αυτής αγνοώ έκτοτε, διότι το .., απεβίωσε και ο …, ο πρωτοφειλέτης του δανείου. Απ` όσα δε έμαθα πολύ αργότερα, οι κληρονόμοι του όλων των τάξεων αποποιήθηκαν πλήρως την περιουσία του, προφανώς λόγω των χρεών που είχε δημιουργήσει, και έτσι ως τελικός κληρονόμος του υπεισήλθε το Ελληνικό Δημόσιο. Δεν γνωρίζω, εάν μετά ταύτα η τράπεζα εισέπραξε κάποιο ποσό εκ της ανωτέρω αξίωσής της, ούτε και εάν ήλθε σε κάποια κοινή μετά του Δημοσίου συνεννόηση οιασδήποτε μορφής και είδους.

          Μετά το θάνατο του ανωτέρω, η καθ` ης την .. μου επέδωσε ως ειπώθηκε την ανωτέρω .. δ/γή με την από .. επιταγή προς πληρωμή για το ποσό των 169.992,35€, πλέον των νομίμων τόκων υπερημερίας από 27-4-2017 (κοινοποίηση της α` επιταγής), μέχρις εξόφλησης (όχι όμως και τόκων επι καθυστερούμενων τόκων ανατοκιζόμενων ανά εξάμηνο), και την … μου επέδωσε το από .. κατασχετήριό της εις χείρας τρίτου, με το οποίο, χωρίς καμμία προηγούμενη ενημέρωση μου, κατέσχεσε λογαριασμούς μου στην ΕΤΕ, στην τράπεζα Πειραιώς στην Άλφα και EFG. Ταυτόχρονα και χωρίς επίσης να μου κοινοποιήσει κανένα έγγραφο και χωρίς άλλη καμμία ενημέρωση, από τον λογαριασμό μου που τηρούσα σ` αυτή, ανέλαβε και παρακράτησε το ποσό των ..€ την .., προφανώς λόγω της ανωτέρω αξίωσής της.  

          Συνεπεία της ανωτέρω κατάσχεσης, δέσμευσε και ανέλαβε από την Άλφα τράπεζα την .. όλο το ποσό του ήτοι ..€ που ήταν χρήματα της μοναχοκόρης μου .. και απλά ήμουν συνδικαιούχος στον με αρ…. λογαριασμό καταθέσεως που τηρούσε σ` αυτήν. Από την ΕΤΕ και από τον με αρ… απλό καταθετικό λογαριασμό με συνδικαιούχους εμένα, την κόρη μου και την σύζυγο μου, ολικού ποσού …€, δέσμευσε καταρχάς όλο το ποσό, και μετά από διαμαρτυρίες της κόρης μου στην ΕΤΕ, αφού ήταν και άλλοι συνδικαιούχοι, ανάλαβε τελικά την .. το ποσό των …€ και …€ για έξοδα. Από τον κοινό λογαριασμό με αρ…. στην Αλφα τράπεζα και με συνδικαιούχους και πάλι όλα τα άτομα της οικογένειάς μου, δέσμευσε και ανέλαβε την …όλο το ποσό του ήτοι …€

          Τα ανωτέρω ποσά ήτοι …, δεν αφαίρεσε ποτέ από κάποιο κονδύλιο της αξίωσής της, καθόσον ούτε στην από .. επιταγή, ούτε στην έκθεση κατάσχεσης, υπάρχει κάποια σχετική μνεία, δηλ. ότι εισπράχθηκαν αυτά και ότι καταλογίζονται- αφαιρούνται είτε από κάποιο συγκεκριμένο κονδύλιο που επέταξε και αξιώνει, ή έστω από το συνολικό ποσό της επιταγής (165.457,63€)

          Για το ποσό λοιπόν αυτό  προβάλλω για τους ανωτέρω λόγους, την ένσταση μερικής εξόφλησης (ΑΚ 416) και ζητώ όπως αυτά αφαιρεθούν- καταλογιστούν κατά νόμω στην υπέρτερη αξίωση της και κατ` ιδίαν κονδύλια αυτής για την οποία επισπεύδει την επίμαχη εκτέλεση και εφόσον και κατά το μέτρο που αυτά κριθούν νόμιμα (βλ. ανωτέρω λόγο ανακοπής μου περί αοριστίας του κονδυλίου των τόκων) με σκοπό την ισόποση μείωση της οφειλής μου.

          Μετά δε ταύτα, ήτοι από το καλοκαίρι του 2020, απευθύνθηκα στην καθ` ης διαμαρτυρόμενος για την ανωτέρω συμπεριφορά της, αφού και από τις δικές της δηλώσεις και επι τη βάσει όλων όσων ανωτέρω είχαν διαμορφωθεί μεταξύ μας, είχε εδραιωθεί σε εμένα η πεποίθηση ότι δεν θα στραφεί εναντίον μου. Αφού λοιπόν ήταν φανερό ότι διεψεύσθην, ζήτησα να γίνει ρύθμιση της οφειλής μου με βάση όμως τις οικονομικές δυνατότητές μου προσκομίζοντας μάλιστα τα απαραίτητα δικαιολογητικά, δηλ. εκκαθαριστικά της σύνταξης, εκκαθαριστικά σημειώματα και Ε9, αν και όπως ειπώθηκε, η οικονομική μου δυνατότητα και ακίνητη περιουσία μου ήταν ήδη γνωστά. Συγκεκριμένα και λαμβάνοντας υπόψη την ανωτέρω ήδη επιχειρηθείσα δέσμευση χρημάτων, τα οποία καθ` όσον με αφορούσαν, ήταν οι ελάχιστες οικονομίες από μία ζωή εργασίας, αλλά και ότι τα μόνα έσοδά μου προέρχονται από την σύνταξη μου περί τα 700€/μήνα, πρότεινα την καταβολή ποσού και άλλων …€ σε διάρκεια 3-5 έτη, έτσι ώστε να μην στερηθώ και τα αναγκαία για την διαβίωση εμού και της οικογένειας μου και την μετά ταύτα απαλλαγή μου από κάθε οφειλή.

          Με την εν λόγω συμπεριφορά μου έδειξα προς την τράπεζα την πρόθεσή μου να ρυθμίσω την οφειλή μου με βάση φυσικά τα οικονομικά μου δεδομένα και τις οικονομικές μου δυνατότητες, παρά το ότι όπως ειπώθηκε, είχε δημιουργήσει σε μένα με την συμπεριφορά της από το 2008, την γνώμη κατ` αντικειμενική κρίση, ότι δεν θα τα διεκδικήσει από εμένα. Όφειλε, λοιπόν, η αντίδικος στα πλαίσια της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, πριν καταφύγει σε μέτρα εκτέλεσης που συνεπάγονται τη στέρηση της ιδιοκτησίας μου και μάλιστα της πρώτης κατοικίας μου, να εξετάσει το εν λόγω αίτημά μου, προκειμένου να επιτευχθεί μεταξύ μας μία ρύθμιση για την ικανοποίηση των απαιτήσεων της, στην οποία θα μπορούσα να ανταποκριθώ. Μάλιστα μετέβην επανειλημμένα στο κατάστημα της και είχα συνομιλίες περί τούτων συχνά, υπενθυμίζοντας πάντα ότι, όπως τουλάχιστον εγώ γνώριζα, … έχει τα ανωτέρω ακίνητα που μπορούν αν εξασφαλίσουν την απαίτηση της. Αντ’ αυτού, όχι μόνο δεν εξέτασε το εν λόγω αίτημά μου, όχι μόνο δεν μου έδωσε καμία απάντηση αλλά, αφού παρέμεινε αδρανούσα και ησυζάχουσα ένεκα της αδυναμίας της να προχωρήσει σε εκτέλεση από 9ο/2020 έως 9/2021 λόγω ΙΑΝΟΥ (αρ.3 Μέρος Α ν. 4728/2020), μετά την άρση του εμποδίου, προχώρησε άνευ ουδεμιάς άλλης ενημέρωσης, ή προσπάθειας συνδιαλλαγής με βάση την πρότασή μου, στην επίμαχη εκτέλεση και κατάσχεση. Σημειώνεται ότι σε πολλές απ` αυτές τις προσπάθειες για μία λογική συνδιαλλαγή, έλαβε μέρος και η κόρη μου … που είναι μηχανικός-εκτιμήτρια της καθ` ης έχοντας και η ίδια ηθικό συμφέρον για την λύση του ζητήματος καθόσον, εν `όψει της προσωπικής γνωριμίας και της καθημερινής επαφής της με τα στελέχη της καθ` ης, αμηχανούσε και η ίδια, καθόσον ήταν τουλάχιστον παράταιρο, από την μία να συνεργάζεται με αυτή επαγγελματικά και από την άλλη να επίκειται εκτέλεση στον πατέρα της και οφειλέτη.

          Επειδή λοιπόν με βάση όσα ιστορήθηκαν, είναι προφανές ότι η επισπευδόμενη εκτέλεση και επιβληθείσα κατάσχεση είναι προδήλως καταχρηστικές. Αφενός μεν διότι τόσο η συμπεριφορά της που προηγήθηκε της κατασχέσεως, ήτοι από το 2008 έως το 2022, όσο και η πραγματική κατάσταση και οι περιστάσεις που διαμορφώθηκαν στο ίδιο χρονικό διάστημα και ανωτέρω αναλύθηκαν, και στο οποίο (διάστημα) πάντα το δικαίωμα της ήταν ενεργό και ισχυρό και δεν εμποδιζόταν στην άσκησή του, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκηση αυτού, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου συνετού ανθρώπου, καθόσον αν μη τι άλλο, από τη συμπεριφορά αυτή, σε συνάρτηση με την δική μου, αλλά και τις ανωτέρω περιστάσεις, ευλόγως δημιουργήθηκε η  πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά της εναντίον μου, αλλ` ότι εν προκειμένω, θα στραφεί κατά του αληθούς οφειλέτη και ωφελούμενου από τα χρήματα, ο οποίος άλλωστε παρείχε περισσότερα εχέγγυα εξασφάλισης της αποπληρωμής ως εκ της επιχειρηματικής κατάστασης και της ακινήτου περιουσίας του. Αφετέρου, διότι εν ταυτώ, προκαλούν σε μένα ζημία που είναι δυσανάλογα μεγάλη και επιβαρυντική, ενώ τα ωφελήματα που επιδιώκει η καθ` ης με τις πράξεις εκτέλεσης δεν βρίσκονται σε αρμόζουσα λογική ακολουθία με τις αρνητικές επιπτώσεις για εμένα και έτσι παραβιάζεται η αρχή αναλογικότητας υπό στενή έννοια (ΟλΑΠ 43/2005 ΤΝΠ Νόμος). Διότι, είμαι 86 ετών με προβλήματα υγείας, με πενιχρά εισοδήματα και το κατασχεθέν είναι η μοναδική μου κατοικία, σε περίπτωση δε εκπλειστηριασμού της, τόσο εγώ όσο και η σύζυγός μου, επίσης με προβλήματα υγείας θα αδυνατούμε να καλύψουμε τις ανάγκες στέγασής μας και συνεπώς θα επέλθει η εξαθλίωσή μας. Τόσο μάλλον εμφανίζεται αδικαιολόγητα σκληρή η επιχειρηθείσα πράξη εκτέλεσης, καθόσον η αξία όπως ειπώθηκε του ιδανικού μου μεριδίου, αδυνατεί να εξασφαλίσει την ικανοποίηση της αξίωσής της, ανερχόμενη περίπου στο 18% αυτής. Άλλωστε, γίνεται απολύτως δεκτό ότι η ακυρότητα των εν λόγω πράξεων εκτέλεσης επέρχεται έστω και αν δεν υπάρχουν άλλα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη τα οποία θα μπορούσαν να κατασχεθούν (ΑΠ 2069/2007 ΕφΑΔ 2008.232, ΑΠ 69/2001 ΕλλΔνη 2001.916, ΑΠ 431/1981 ΝοΒ 30.413, ΕφΠειρ 172/2021, ΝΟΜΟΣ, ΜΠρ Πειρ 2298/2021, ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΤρικ 109/2020, ΝΟΜΟΣ, Πελαγία Γέσιου- Φαλτσή Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως Γενικό Μέρος §9 αριθ. 28), ενώ το ζήτημα αν οι συνέπειες, που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος, είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν σε βάρος του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποίησης του δικαιώματος του (ΑΠ 1873/2014, ΑΠ 385/2010, ΑΠ 381/2009, ΕφΠειρ 523/2015 ΤΝΠ Νόμος).

          Επειδή, λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ μπορεί να αποτελέσει και η αντίθεση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης στα αντικειμενικά όρια του άρθρου 281 ΑΚ και η εντεύθεν ακυρότητα της εκτέλεσης, ήτοι και όταν υφίσταται προφανής δυσαναλογία μεταξύ του χρησιμοποιουμένου μέσου και του επιδιωκόμενου σκοπού, ασκούμενου του σχετικού δικονομικού δικαιώματος με κακοβουλία, κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη ή την καλή πίστη (ΟλΑΠ 49/2005 ΕλλΔνη 2006.80, ΑΠ 261/2017, ΑΠ 724/2017 ΤΝΠ Νόμος).

          Επειδή η παρούσα ανακοπή μου, η οποία στηρίζεται στη διάταξη του άρθρου 933 παρ.1 ΚΠολΔ, ορθώς εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ως καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδίου, αφού ο εκτελεστός τίτλος εκδόθηκε από τον Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου, πρόκειται δε για το Δικαστήριο της περιφέρειας του τόπου της αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρο 933 παρ.1 και 3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει), για να εκδικαστεί κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διάφορων (άρθρα 937.3, 614 παρ.1 και ΚΠολΔ). Ασκήθηκε εμπρόθεσμα, ήτοι εντός της προθεσμίας των 45 ημερών που ορίζεται στη διάταξη του άρθρου 934 παρ.1α` ΚΠολΔ, όπως ισχύει, εφ` όσον η προσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης επιδόθηκε σε εμένα την 18-3-2022.

          Επειδή και ο ανωτέρω λόγος ανακοπής ήτοι η αντίθεση της εκτέλεσης στην ΑΚ 281, εμπίπτει στην ίδια ανωτέρω προθεσμία (ΑΠ 261/2017, ΜΠρΙωανν 20/2022, ΜΠρΓρεβ 58/2021, ΜΠρΤρικ 109/2020, ΝΟΜΟΣ) 

          Δια ταύτα και τα κατά τη συζήτηση προστεθησόμενα και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων μου

          ΑΙΤΟΥΜΑΙ να γίνει δεκτή η παρούσα ανακοπή μου για τους ανωτέρω λόγους. Να ακυρωθεί α) η από … επιταγή προς εκτέλεση …και β) η με αρ. … έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της ανωτέρω ακινήτου περιουσίας μου, … Να καταδικαστεί η καθ` ης στην δικαστική μου δαπάνη.

Ο ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

Βρόντος Ανδρέας

Δικηγόρος παρ` Αρείω Πάγω

Α.Μ. Δ.Σ.Κ. : 249

E-mail : Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

          24410-41255/6972422002

            FAX : 24410-41257

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013